Ο εξαίρετος συνάδελφος Χρήστος Κανελλόπουλος κυκλοφόρησε το βιβλίο του “Η Δίκη της Στενής Αυτοάμυνας” .
Σε μια πολύ φιλική συνομιλία με την επίσης άριστη δημοσιογράφο Γεωργία Χάρδα εξήγησε ποιο είναι το αφήγημα σε τι αναφέρεται και γιατί πρέπει και αξίζει να το διαβάσουμε.
Δανειζόμαστε τον τίτλο της συνέντευξης όπου λέει:
Χρήστος Κανελλόπουλος: «Το δικό μου αφήγημα δεν έχει να κάνει ούτε με ήρωες, ούτε με κακούργους. Έχει μόνο να κάνει με μελλοθάνατους»
Το βιβλίο «Η δίκη της στενής αυτοάμυνας» βασίζεται σε ένα ντοκουμέντο σχετικό με την πολύκροτη δίκη της ομώνυμης οργάνωσης, που οδήγησε σε 52 θανατικές καταδίκες, από τις οποίες εκτελέστηκαν οι 47.
Όπως αναφέρει ο Χρήστος Κανελλόπουλος είναι αλήθεια ότι σχεδόν όλες οι φράσεις που περιλαμβάνονται στο κυρίως κείμενο, αποτελούν ατόφια αποσπάσματα από τα πρακτικά της συγκεκριμένης δίκης και οι λίγες εξαιρέσεις προέρχονται όλες λέξη προς λέξη από δημοσιευμένες πηγές, τόσο της εποχής, όσο και μεταγενέστερες.
Υπ’ αυτήν την έννοια το βιβλίο έχει βεβαίως ιστορική διάσταση, αλλά αν θέλετε τη γνώμη μου δεν είναι ιστορικό. Δεν προσπαθεί να ερμηνεύσει τα γεγονότα όπως κάνει η επιστήμη της ιστορίας, ούτε καν να τα κατανοήσει. Δεν προσπαθεί να βρει την ιστορική αλήθεια. Παρουσιάζει καθημερινούς ανθρώπους που αλέθονται ανελέητα στις μυλόπετρες μιας βάρβαρης εποχής. Αποκαλύπτει τις αλήθειες, τα ψέματά τους και την σκληρή μοίρα τους.
Ο Θεσσαλονικιός συγγραφέας και δικηγόρος Γιάννης Κωνσταντίνου, που διάβασε το χειρόγραφο, το πίστεψε και με βοήθησε να βρω εκδότη, το χαρακτηρίζει «λογοτεχνικό ντοκιμαντέρ». Ο χαρακτηρισμός είναι εύστοχος. Οι κανόνες που ακολούθησα στο γράψιμο ήταν αυτοί της λογοτεχνίας.
Το βασικό υλικό, τα πρακτικά για τα οποία σας μίλησα, μου ήρθαν κατά τύχη στο πιάτο. Δεν την γνώριζα την υπόθεση. Δεν είχα ιδέα. Γνώριζα βεβαίως αρκετά πράγματα για τον ελληνικό εμφύλιο, αλλά η συγκεκριμένη πτυχή μου είχε διαφύγει. Τα όσα διάβασα στις σελίδες τους με συγκλόνισαν βαθιά. Βυθίστηκα στην ατμόσφαιρα της εμφυλιοπολεμικής Θεσσαλονίκης, μαγεύτηκα από τα λόγια των πρωταγωνιστών της μεγάλης δίκης που έρεαν συχνά σαν χείμαρροι, κι άλλοτε εξελίσσονταν σε στιχομυθίες βγαλμένες λες από την πένα σπουδαίου θεατρικού συγγραφέα, θέλησα να τα αναδείξω, και κατάλαβα γρήγορα τι χρειαζόταν να κάνω για να τα καταφέρω.
Μου πήρε σχεδόν δύο μήνες να κόψω, να ράψω και να τακτοποιήσω τα πρακτικά, έτσι ώστε να διηγούνται την ιστορία από την αρχή μέχρι το τέλος. Ύστερα άρχισαν να προκύπτουν νέα στοιχεία. Ήταν χρήσιμα και απρόβλεπτα. Τα ενσωμάτωσα όλα στην ροή της δίκης.
Οφείλω πολλά στον ερευνητή Τάσο Κατσαρό, και στον συγγραφέα Σάκη Σερέφα. Οφείλω πολλά στον Γεώργιο Μόδη. Το πιο συγκινητικό απ’ όλα όμως το οφείλω στον μακαρίτη τον Ηλία Πετρόπουλο. Μέσα σ΄ένα χρόνο το βιβλίο είχε τελειώσει. Το ξαναδούλεψα ύστερα από μία δεκαετία, λίγο πριν εκδοθεί. Μου πήρε άλλους τρεις μήνες μέχρι να καταλήξει στην τελική του μορφή.