Στις τράπεζες θα πρέπει να προετοιμαστούν “για ένα πιο δυσμενές τραπεζικό και μακροοικονομικό περιβάλλον εξαιτίας της σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής” τόνισε μεταξύ άλλων ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας.
Μιλώντας στο Σεμινάριο Υψηλού Επιπέδου EUROFI 2023 ο διοικητής της ΤτΕ ανέφερε ότι “η αύξηση των βασικών επιτοκίων της ΕΚΤ και η συρρίκνωση του ισολογισμού της (μέσω της σταδιακής αποπληρωμής των στοχευμένων πράξεων πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης και της παύσης των επαναγορών στο πλαίσιο του προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού) επηρέασαν μέχρι τώρα θετικά την κερδοφορία των εμπορικών τραπεζών μέσω της αύξησης του καθαρού περιθωρίου επιτοκίου (επειδή τα επιτόκια των δανείων αναπροσαρμόζονται άμεσα ενώ τα επιτόκια καταθέσεων με σημαντική χρονική υστέρηση).
Ωστόσο, όπως σημείωσε, “αυτό δεν αναμένεται να συνεχιστεί, εξαιτίας της σταδιακής αύξησης των επιτοκίων καταθέσεων, της αύξησης του κόστους χρηματοδότησης στις αγορές χρήματος και της μείωσης της ζήτησης για δάνεια. Κατά συνέπεια, οι εμπορικές τράπεζες πρέπει να προετοιμαστούν για ένα πιο δυσμενές τραπεζικό και μακροοικονομικό περιβάλλον εξαιτίας της σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής“.
α) οι επόπτες και οι ρυθμιστικές αρχές των μη τραπεζικών χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων οφείλουν να ενισχύσουν τις εποπτικές απαιτήσεις ειδικά ως προς την εταιρική διακυβέρνηση, την ασυμφωνία στη λητότητα απαιτήσεων και υποχρεώσεων και την κεφαλαιακή επάρκεια,
γ) οι προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής του Απριλίου 2023 για τη διαχείριση κρίσεων και την εγγύηση καταθέσεων πρέπει να προχωρήσουν χωρίς καθυστέρηση ως ένα βήμα προς την ολοκλήρωση της Τραπεζικής Ένωσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση,
ε) οι επόπτες πρέπει να απολαμβάνουν ανεξαρτησία στην άσκηση των αρμοδιοτήτων τους και να διαθέτουν επαρκείς πόρους,
στ) ο Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός, μολονότι έχει συσταθεί σχετικά πρόσφατα, έχει εποπτεύσει με επιτυχία τις ευρωπαϊκές τράπεζες και μπορεί να αποτελέσει πρότυπο για άλλους οργανισμούς
Ο διοικητής της ΤτΕ ξεκαθάρισε ταυτόχρονα ότι δεν υπάρχουν περιθώρια εφησυχασμού στη δημοσιονομική πολιτική, σημειώνοντας την ανάγκη “ο δημοσιονομικός προσανατολισμός να παραμείνει περιοριστικός και οι νέοι δημοσιονομικοί κανόνες να ισχύουν στην ευρωζώνη από τις αρχές του 2024″.
“Λόγω της πανδημίας, ο λόγος του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ στην ευρωζώνη έχει αυξηθεί σημαντικά. Στο πλαίσιο αυτό, είναι επιτακτική ανάγκη ο δημοσιονομικός προσανατολισμός να παραμείνει περιοριστικός και οι νέοι δημοσιονομικοί κανόνες (που είναι πιο ευέλικτοι και αποφεύγουν την προκυκλικότητα των προηγούμενων) να ισχύουν στην ευρωζώνη από τις αρχές του 2024.”