Έμφαση στις εκταμιεύσεις του Ταμείου Ανάκαμψης, στα συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα για τις μικρές επιχειρήσεις και για τα νοικοκυριά και στη δημιουργία της νέας ψηφιακής τράπεζας –Snappi– που θα διαθέτει ευρωπαϊκή τραπεζική άδεια για επέκταση και εκτός Ελλάδος, δίνει η διοίκηση της Τράπεζας Πειραιώς, με στόχο την αύξηση του δανειακού χαρτοφυλακίου κατά 5% ετησίως την προσεχή τριετία.
Οι προβλέψεις για πιστωτική επέκταση τα προσεχή χρόνια, σύμφωνα με τον διευθύνοντα σύμβουλο του ομίλου Χρήστο Μεγάλου, θα υποστηριχθούν από τον ρυθμό μεγέθυνσης της οικονομίας, καθώς «η χώρα έχει ανοιχτεί σε καλύτερης ποιότητας επενδυτές». Η Ελλάδα, σημείωσε ο κ. Μεγάλου στο πλαίσιο ενημέρωσης για τη νέα εταιρική ταυτότητα, «βρίσκεται σε καλύτερο σημείο σε σχέση με την Ευρώπη λόγω του υψηλότερου ρυθμού ανάπτυξης», εκφράζοντας την αισιοδοξία του για την αντιμετώπιση των προκλήσεων και την προσέλκυση νέων επενδύσεων, που θα της επιτρέψουν να μειώσει το επενδυτικό κενό τα προσεχή χρόνια.
Ειδικότερα για την Τράπεζα Πειραιώς ο κ. Μεγάλου έδωσε έμφαση στη διαδρομή που έχει κάνει μέχρι σήμερα η τράπεζα τα τελευταία επτά χρόνια, μειώνοντας δραστικά τα κόκκινα δάνεια στο 3,5%, στη μεγέθυνση του δανειακού της χαρτοφυλακίου κατά 6 δισ. ευρώ, στην αύξηση των καταθέσεων στα 58,6 δισ. ευρώ και τα κεφάλαιά της στο 17%.
«∆ιαθέτουμε τον υψηλότερο δείκτη αποδοτικότητας και υψηλή απόδοση ιδίων κεφαλαίων», σημείωσε ο κ. Μεγάλου, εκτιμώντας ότι αυτό θα αποτυπωθεί σταδιακά και στην πορεία της χρηματιστηριακής τιμής της τράπεζας. «Βρισκόμαστε στο καλύτερο σημείο από ποτέ, έχοντας ενισχύσει τις επιδόσεις μας, αλλά και τη διαφάνεια και δημοσιότητα των στοιχείων μας σε επίπεδο αντίστοιχο με μεγάλων ευρωπαϊκών τραπεζών και πιστεύουμε ότι αυτό θα αξιολογηθεί θετικά», υπογράμμισε ο διευθύνων σύμβουλος της Πειραιώς.
Η διοίκηση της τράπεζας διατηρεί τον στόχο για καθαρά κέρδη ύψους 1 δισ. ευρώ φέτος, με πρόβλεψη για μέσο euribor 3 μηνών στο 3,6% για το 2024 και όπως δήλωσε ο κ. Μεγάλου, μετά την έγκριση για πρώτη φορά από το 2008 της δυνατότητας για τη διανομή μερίσματος, ο στόχος μεγιστοποιείται στο 25%-30% επί των κερδών το 2024 και στο 50% το 2025-2026, ενώ το υπόλοιπο 50% θα επανεπενδυθεί στην ελληνική οικονομία.
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση, η διοίκηση της Πειραιώς εξήγησε ότι το θέμα του αναβαλλόμενου φόρου δεν απασχολεί τους επενδυτές, αλλά εντούτοις αποτελεί αντικείμενο συζήτησης με τον επόπτη και γι’ αυτό η τράπεζα έχει ανακοινώσει επιτάχυνση της απόσβεσης του DTC.
Αναφερόμενος στα πλεονεκτήματα της Τράπεζας Πειραιώς, ο διευθύνων σύμβουλος του ομίλου επισήμανε ότι «διαθέτουμε υψηλή ρευστότητα και δυνατότητα για αυξημένες δανειοδοτήσεις», εξηγώντας ότι οι εκταμιεύσεις του Ταμείου Ανάκαμψης δεν εμφανίζουν ανησυχητική υστέρηση, παρά μόνον τον συνήθη χρόνο που απαιτείται για την ωρίμανση της επένδυσης.
Με βάση τα στοιχεία που παρουσίασε ο γενικός διευθυντής Εταιρικής και Επενδυτικής Τραπεζικής, Θοδωρής Τζούρος, από τα 17 δισ. ευρώ των δανείων του ΤΑΑ, έχουν συμβασιοποιηθεί 5 δισ. ευρώ, ενώ οι εκταμιεύσεις φθάνουν στο 1,5 δισ. ευρώ, εκτιμώντας παράλληλα ότι η όποια υστέρηση έχει να κάνει με τη φύση της επένδυσης, δηλαδή εάν πρόκειται για κτιριακές μονάδες π.χ. ξενοδοχεία που απαιτούν χρόνο ωρίμανσης 2-2,5 χρόνια. Με βάση τα ίδια στοιχεία, η Πειραιώς έχει το μεγαλύτερο ποσοστό συμμετοχής μικρών επιχειρήσεων στο ΤΑΑ, με 52% συμμετοχή στο σύνολο των 92 αιτήσεων που έχει «υποδεχθεί».
Σημαντικό είναι και το μερίδιό της στις εκταμιεύσεις του προγράμματος «Σπίτι μου», που σύμφωνα με τον γενικό διευθυντή Λιανικής Τραπεζικής Βασίλη Κουτεντάκη διαμορφώνεται στο 35% το 2024 και όπως δήλωσε, «η τράπεζα θα υποστηρίξει την πρωτοβουλία της κυβέρνησης για επέκταση του προγράμματος, έτσι ώστε να στηριχθεί η στεγαστική πίστη, που εμφανίζει υποτονική ζήτηση, λόγω των υψηλών επιτοκίων, των υψηλών τιμών στα ακίνητα και των χαμηλών εισοδημάτων».
Οι νέοι στόχοι προβλέπουν:
• Υψηλότερα καθαρά έσοδα από τόκους για το 2024 περίπου 2 δισ. από 1,9 δισ. προηγουμένως, λόγω χαμηλότερου κόστους καταθέσεων έναντι του προϋπολογισμού, από περιορισμένη μεταφορά υπολοίπων προς προθεσμιακές καταθέσεις. Καθαρό επιτοκιακό περιθώριο περίπου 2,7% έναντι 2,6% προηγουμένως.
• Ενίσχυση κερδοφορίας, με εξομαλυμένη απόδοση ενσώματων ιδίων κεφαλαίων (ROATBV) περίπου 15% έναντι 14% προηγουμένως (εξομαλυμένα κέρδη ανά μετοχή περίπου 0,85 ευρώ έναντι 0,80 προηγουμένως), με καθαρά κέρδη περίπου 1 δισ. έναντι 0,9 δισ. προηγουμένως.
• Επιβεβαίωση της σταθερής τροχιάς ανάπτυξης, με το χαρτοφυλάκιο των εξυπηρετούμενων δανείων στο τέλος του 2024 να αυξάνεται σε περίπου 31,7 δισ. σε σχέση με προηγούμενη εκτίμηση για 31,5 δισ. ευρώ.
• Ενίσχυση της παραγωγής εσόδων από προμήθειες στα επίπεδα του α΄ τριμήνου 2024, που αντιστοιχούν σε περίπου 0,8% ως ποσοστό επί του ενεργητικού για το 2024 σε σύγκριση με προηγούμενη εκτίμηση 0,7%, αντίστοιχα.
• Συγκράτηση λειτουργικών εξόδων, με τον δείκτη κόστους προς βασικά έσοδα να διαμορφώνεται κάτω του 33% για το 2024, έναντι εκτίμησης για επίπεδο χαμηλότερo του 35% προηγουμένως.
• Χαμηλότερο κόστος κινδύνου για το 2024 σε περίπου 0,7% επί των δανείων μετά από προβλέψεις από 0,8% προηγουμένως.