Οι βασικοί παράγοντες που συνέβαλαν στη θετική εικόνα των οικονομικών επιδόσεων των εισηγμένων εταιρειών το πρώτο τρίμηνο του 2024 ήταν η αύξηση των εσόδων από τον τουρισμό, η αυξημένη κατασκευαστική δραστηριότητα, η ανοδική πορεία των εταιρειών πληροφορικής και η ευνοϊκή κατάσταση των spreads επιτοκίων στον τραπεζικό τομέα.
Από τις συνολικά 144 εισηγμένες εταιρείες, οι 42 ανακοίνωσαν αποτελέσματα για το πρώτο τρίμηνο του 2024, δείχνοντας αύξηση καθαρών κερδών, με το ποσοστό αυτό να αντιστοιχεί στο 30% του συνόλου. Τα καθαρά κέρδη αυτών των εταιρειών αυξήθηκαν κατά 23,85%, φτάνοντας τα 2,326 δισ. ευρώ σε σχέση με τα 1,878 δισ. ευρώ το πρώτο τρίμηνο του 2023.
Στο πρώτο τρίμηνο του 2024, το EBITDA (λειτουργικά κέρδη) ενισχύθηκε κατά 12,42%, φθάνοντας τα 2,715 δισ. ευρώ, σε σύγκριση με τα 2,415 δισ. ευρώ το α’ τρίμηνο του 2023. Ο ενοποιημένος κύκλος εργασιών για το πρώτο τρίμηνο του 2024 ανήλθε στα 20,176 δισ. ευρώ, εμφανίζοντας οριακή αύξηση 0,75% σε σχέση με τα 20,025 δισ. ευρώ το α’ τρίμηνο του 2023.
Είναι ενδιαφέρον το γεγονός ότι οι πρώτοι τρεις μήνες του 2024 αποτελούν την τέταρτη συνεχόμενη περίοδο α’ τριμήνου από το 2020 και έπειτα, κατά την οποία οι εισηγμένες εταιρείες παρουσιάζουν θετικό πρόσημο στις μεταβολές των κύριων οικονομικών τους μεγεθών.
Φυσικά, για το σύνολο του έτους 2024, δύο σημαντικοί παράγοντες θα επηρεάσουν το τελικό οικονομικό αποτέλεσμα και τη ρευστότητα των ισολογισμών. Ο πρώτος παράγοντας αφορά την έκτακτη φορολόγηση των κερδών των διυλιστηρίων της προηγούμενης χρήσης, η οποία αναμένεται να φτάσει τα 300 εκατομμύρια ευρώ. Ο δεύτερος έκτακτος παράγοντας σχετίζεται με τη συναλλαγή της Τέρνα Ενεργειακής, η οποία αναμένεται να έχει θετική επίδραση ύψους 500-600 εκατομμυρίων ευρώ, καθώς αυτή η αξία θα εμφανιστεί στα κέρδη της μητρικής εταιρείας ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ στο τέλος της τρέχουσας χρήσης.
Οι πέντε τράπεζες (Alpha, Εθνική, Eurobank, Πειραιώς, Optima) συνολικά παρουσίασαν καθαρά κέρδη 1,129 δισ. ευρώ το φετινό τρίμηνο, αυξημένα από τα 790,6 εκατ. ευρώ την αντίστοιχη περίοδο πέρυσι. Η συνολική κερδοφορία για το πρώτο εξάμηνο της χρονιάς εκτιμάται ότι θα φτάσει τα 2,3 δισ. ευρώ, αυξημένα από τα 1,86 δισ. ευρώ το περσινό εξάμηνο, αποκλειστικά από λειτουργική επίδοση.
Η καθυστέρηση στις μειώσεις επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα περιορίσει τις φετινές επιπτώσεις για τα ελληνικά πιστωτικά ιδρύματα στο δεύτερο εξάμηνο. Παράλληλα, φαίνεται ότι οι τράπεζες θα αναπληρώσουν σημαντικά τις απώλειες μέσω της επέκτασης των εσόδων από προμήθειες, ειδικά μέσω της δραστηριότητας του asset management.
Σημειώνεται πως οι ελληνικές τράπεζες για πρώτη φορά από τη χρήση του 2008 θα διανείμουν μερίσματα, εντός του Ιουλίου, τα οποία ανέρχονται στο ύψος των 814 εκατ. ευρώ.