Μετά τον υψηλό πληθωρισμό – την ακρίβεια – και το βαρύ ενεργειακό κόστος, νοικοκυριά και αγορά δέχονται νέο χτύπημα αυτό της ανόδου του κόστους του χρήματος.
Το sell off στα ομόλογα έρχεται να επηρεάζει και τον τραπεζικό δανεισμό σηματοδοτώντας το τέλος της εποχής του φθηνού χρήματος.
Με τους αναλυτές να βλέπουν ύφεση στην ευρωπαϊκή οικονομία, η οποία ήταν μαθημένη στο χαμηλό κόστος χρηματοδότησης τα γκρίζα σύννεφα πυκνώνουν και πάνω από την ελληνική οικονομία.
Αν και στο προσχέδιο του προϋπολογισμού σημειώνεται η ανθεκτικότητά της και τονίζεται ο υψηλός ρυθμός ανάπτυξης, εντούτοις οι τρεις ρουκέτες δεν αποκλείεται να εξανεμίσουν τα όποια περιθώρια ανάσας έχουν η χώρα και οι πολίτες της.
Οι υψηλές αποδόσεις των ομολόγων θα μετακυλίονται στα τραπεζικά επιτόκια, ενώ οι αβεβαιότητες στην εφοδιαστική αλυσίδα, οι αναταραχές στην προσφορά και τη ζήτηση πετρελαίου και φυσικού αερίου αλλά και η απρόβλεπτη απειλή της κλιματικής κρίσης θα κρατούν υψηλά τις τιμές σε τρόφιμα και ενέργεια.
Η ακρίβεια είναι ο υπ’ αριθμόν ένας κίνδυνος για την οικονομία και την κοινωνική σταθερότητα και οι εκτιμήσεις δείχνουν πως ο φετινός χειμώνας αλλά και το 2024 θα αποδειχτούν ζόρικοι για τα νοικοκυριά. Η κυβέρνηση εμμένει στην πειθαρχημένη δημοσιονομική πολιτική και τα περιθώρια επιδοματικής πολιτικής δεν υφίστανται.
Το μορατόριουμ κυβέρνησης – τραπεζών για πλαφόν στα επιτόκια των στεγαστικών δανείων λήγει σε επτά μήνες και πλέον δεν αποκλείεται να αναζητηθεί από τώρα λύση για τη συγκράτηση του κόστους δανεισμού.
Με την ακρίβεια να επιμένει, όπως δείχνουν τουλάχιστον και τα στοιχεία του πληθωρισμού αλλά και οι ίδιες οι τιμές στο ράφι, τα νοικοκυριά καλούνται να αντιμετωπίσουν έναν ιδιαίτερα δύσκολο χειμώνα.
Αλλά και το 2024 δεν αναμένεται ευρεία αποκλιμάκωση των τιμών με δεδομένες τις αβεβαιότητες που συνεχίζουν να υπάρχουν ακόμα στην εφοδιαστική αλυσίδα, το ενεργειακό κόστος όπως και τον απρόβλεπτο παράγοντα της κλιματικής κρίσης.
H κυβέρνηση έχει διαμηνύσει πως δεν πρόκειται να αποκλίνει της αυστηρής δημοσιονομικής πολιτικής πράγμα που σημαίνει ότι τα περιθώρια για χορήγηση επιδομάτων τύπου market pass είναι στενά έως και ανύπαρκτα.