22.7 C
Athens
Saturday, May 18, 2024
More

    Το δυστύχημα στα Τέμπη απειλεί να ανατρέψει την πολιτική και οικονομική σταθερότητα

    Ανάμεσα σε ένα τρίμηνο “κενό” και μια ολική ανατροπή βρίσκεται η υλοποίηση της οικονομικής πολιτικής, αφού στο δεδομένο των διπλών εκλογών προστέθηκαν και οι συνέπειες του τραγικού δυστυχήματος στα Τέμπη, το οποίο επηρεάζει εμμέσως και τις πολιτικές εξελίξεις.

    Η απώλεια της πολιτικής σταθερότητας κατά τα χρόνια των Μνημονίων, με τις βραχύβιες πολυκομματικές κυβερνήσεις, άφησε το έντονο αποτύπωμά της, με τεράστια λάθη που έγιναν κατά την περίοδο 2010-2018 και οδήγησαν σε μια οικονομική κρίση, με συνέπειες που υπερβαίνουν κατά πολύ αυτές ενός πολέμου.

    Η πολιτική σταθερότητα είναι ένα από τα βασικά “προαπαιτούμενα” της καλής πορείας της οικονομίας. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι οι δανειστές ζητούσαν διακομματική συναίνεση στα μέτρα των Μνημονίων για να συνεχίσουν να δανείζουν την Ελλάδα, η οποία βρισκόταν εκτός αγορών. Από το 2019 και μετά η πορεία της οικονομίας είναι σταθερά ανοδική σε όλους τους τομείς, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν ακόμη πολλά προβλήματα που θα πρέπει να επιλυθούν.

    Στο διάστημα αυτό οι αγορές άρχισαν να αλλάζουν στάση απέναντι στην Ελλάδα, αφού η πολιτική σταθερότητα εν μέσω διαδοχικών οικονομικών κρίσεων από το 2020 συνοδεύτηκε από την εξωστρέφεια της οικονομίας, την ολοκλήρωση μεταρρυθμίσεων που καθυστερούσαν επί χρόνια, τη θετική ανάπτυξη και τη σημαντική μείωση χρέους και ελλείμματος.

    Ωστόσο το πρόσφατο τραγικό σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη, πέρα από τον θρήνο και την οργή που έχει προκαλέσει για τον άδικο χαμό 57 ανθρώπων, όσο περνούν οι μέρες εκλαμβάνει και πολιτικά χαρακτηριστικά, λόγω συγκυρίας. Απειλεί μέχρι και να ανατρέψει την πολιτική σταθερότητα, αν δημιουργήσει συνθήκες οι οποίες θα οδηγήσουν σε μια ασταθή κυβέρνηση ή −χειρότερο– σε ακυβερνησία.

    Οι υποχρεώσεις της χώρας 

    Η Ελλάδα δεν έχει περιθώρια για πολιτική αστάθεια, αφού είναι εκτεθειμένη σε υποχρεώσεις η καθυστέρηση των οποίων θα σημάνει οπισθοδρόμηση της οικονομίας και απώλεια κοινοτικών πόρων απολύτως απαραίτητων για τη συνέχιση της ανάπτυξης και τα επόμενα χρόνια.

    – Η υλοποίηση του ΤΑΑ

     Η πρώτη, εξαιρετικά σημαντική, υποχρέωση είναι να συνεχίσει με ταχείς ρυθμούς τα έργα και τις μεταρρυθμίσεις του Ταμείου Ανάκαμψης αλλά και την υλοποίηση του ΕΣΠΑ 2021-2027. Το αντικείμενο του ΤΑΑ μόνο για φέτος είναι τεράστιο. Η οικονομία αναμένεται να απορροφήσει μέχρι και το τέλος του χρόνου από 4 έως 5 δισ. ευρώ, ενώ θα μπουν οι βάσεις για τη διεκδίκηση άλλων 10,9 δισ. ευρώ μέχρι και το τέλος του χρόνου.

    Από τα 10,9 δισ., τα 5,2 δισ. ευρώ αφορούν τη διεκδίκηση της 3ης και της 4ης δόσης του Ταμείου (1,71 δισ. και 3,5 δισ. ευρώ) και τα υπόλοιπα 5,8 δισ. θα είναι τα 5 δισ. νέα δάνεια και 800 εκατ. ευρώ επιδοτήσεων που διεκδικεί η Ελλάδα από το REPowerEU. Για να ξεκινήσει το πρόγραμμα, θα πρέπει η Ελλάδα να προλάβει να υπογράψει τη δανειακή σύμβαση και να υποβάλει την τελική πρότασή της έως το τέλος Απριλίου. Πέραν αυτών, το επόμενο διάστημα θα πρέπει να κατατεθεί η ελληνική πρόταση για την ενδιάμεση αναθεώρηση του “Ελλάδα 2.0”, που θα αυξήσει και τα κονδύλια για τους σιδηροδρόμους, όπως προανήγγειλε ο πρωθυπουργός από το υπουργικό της Πέμπτης. Οι προθεσμίες είναι ασφυκτικές και κάθε καθυστέρηση μπορεί να κοστίσει σε χρόνο, καθώς η λανθασμένη διάθεση και η ανακατεύθυνση πόρων στο ΤΑΑ απαιτούν έγκριση όχι μόνο από την Κομισιόν, αλλά και από σύνοδο κορυφής, η οποία, ως γνωστόν, συγκαλείται κάθε τρεις μήνες. Ένας άλλος σκληρός κανόνας είναι πως ό,τι δεν απορροφηθεί μέχρι τα μέσα του 2026 χάνεται οριστικά.

    Αντιστοίχως, το ΕΣΠΑ 2021-2027 θα πρέπει να μπει σταδιακά σε φάση υλοποίησης ώστε να έρθουν εγκαίρως οι χρηματοδοτήσεις ύψους 20,8 δισ. ευρώ που έχει εξασφαλίσει η Ελλάδα από το 2020.

    – Η επενδυτική βαθμίδα

    Ο δεύτερος μεγάλος στόχος, ο οποίος απειλείται από το ενδεχόμενο μιας πολιτικής αστάθειας, είναι η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας. Μετά την απώλεια της επενδυτικής βαθμίδας το 2010, η Ελλάδα κούρεψε το χρέος της σε ιδιώτες κατά 75% μέσω του PSI και έμεινε εκτός αγορών για τα επόμενα 8 χρόνια. Τα τελευταία τέσσερα χρόνια η χώρα έχει ανακτήσει κατ’ αρχήν τον τίτλο του κανονικού εκδότη ομολόγων, έχοντας δανειστεί από το 2019 περίπου 63 δισ. ευρώ από τις αγορές, ενώ στα μέσα του 2021 είδε τις αποδόσεις των ομολόγων της σε ιστορικά χαμηλά, ενώ έτυχε επίσης 12 αναβαθμίσεων του αξιόχρεού της, με τέσσερις οίκους αξιολόγησης (Fitch, Standard & Poors, DBRS και SCOPE) να έχουν κατατάξει την Ελλάδα μία βαθμίδα κάτω από την επενδυτική. Η υποψία μόνο πολιτικής αστάθειας θα αναβάλει την κρίσιμη ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας επ’ αόριστον.

    – Ο δανεισμός του Δημοσίου

    Ακόμα ένα ευαίσθητο θέμα είναι ο δανεισμός του Δημοσίου, ο οποίος περιορίστηκε μεν φέτος στα 7 δισ. ευρώ (8 δισ. αν τελικά η Ελλάδα εκδώσει πράσινο ομόλογο), αλλά η κάλυψή του μαζί με τη δυναμική διαχείριση του χρέους απαιτούν και πολιτικές αποφάσεις.

    Οι μεσοπρόθεσμοι δημοσιονομικοί στόχοι. Ακόμα μία υποχρέωση που καθιστά απαραίτητη την πολιτική σταθερότητα είναι ότι το επόμενο διάστημα όλες οι χώρες της Ε.Ε. θα πρέπει να συμφωνήσουν στις αλλαγές των δημοσιονομικών κανόνων, όπου η Ελλάδα, συμμετέχοντας στο “μπλοκ” των υπερχρεωμένων χωρών του ευρωπαϊκού Νότου, θα πρέπει να διαπραγματευτεί για ουσιαστικές αλλαγές και κυρίως την κατάργηση του κανόνα για τη μείωση του χρέους. Ακόμα σημαντικότερη για την Ελλάδα είναι η διαπραγμάτευση που θα πρέπει να γίνει μετά τις αλλαγές των δημοσιονομικών κανόνων για τους μεσοπρόθεσμους δημοσιονομικούς στόχους, ειδικά για τις υπερχρεωμένες χώρες. Με τα μέχρι σήμερα δεδομένα, η Ελλάδα διεκδικεί η συνέχεια των επώδυνων στόχων για πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ, που είχαν συμφωνηθεί από το 2018 μέχρι και το 2022, να αντικατασταθεί από πλεονάσματα κάτω του 2% του ΑΕΠ από το 2024 και πέρα. Κάτι τέτοιο έχει ως προϋπόθεση μια κυβέρνηση με σταθερή εντολή, ώστε να μπορεί να διαπραγματευτεί τους νέους στόχους.

    -Η υλοποίηση του Προϋπολογισμού

    Μπορεί να ακούγεται αυτονόητο, αλλά δεν είναι. Η εκτέλεση του Προϋπολογισμού έχει ως προϋπόθεση την ύπαρξη σταθερής κυβέρνησης. Τούτο δε, ειδικά σε χρονιές όπως η φετινή, αφού η ενεργειακή κρίση συνεχίζεται και η Κομισιόν πιέζει για μείωση αρχικά κατά 75% και τελικά απόσυρση των μέτρων στήριξης της οικονομίας. Σημειωτέον, η Ελλάδα έδωσε μόνο για το 2022 μέτρα στήριξης που έφτασαν τα 8,5 δισ. ευρώ, το υψηλότερο αναλογικά ποσό εντός της Ε.Ε. Επίσης, η κυβέρνηση θα πρέπει να είναι συνεπής στους δημοσιονομικούς στόχους που έχει δηλώσει από πέρσι στις Βρυξέλλες, σύμφωνα με τους οποίους θα έχει για φέτος πρωτογενές πλεόνασμα κοντά στο 1% του ΑΕΠ και το χρέος θα μειωθεί κατά περίπου 10% του ΑΕΠ.

    Τα σενάρια για τις εκλογές 

    Οι υποχρεώσεις της χώρας θα επηρεαστούν διαφορετικά από διαφορετικά αποτελέσματα στις διπλές εκλογές που θα έχουμε το επόμενο διάστημα. Τα ενδεχόμενα αποτελέσματα και η επίδρασή τους στην πορεία της οικονομίας με βάση τα σημερινά δεδομένα είναι:

    – Κυβέρνηση με οριακή αυτοδυναμία

     Στο πρώτο σενάριο, παρά την αναστάτωση που έχει προκαλέσει το δυστύχημα στα Τέμπη, ο δεύτερος κύκλος των εκλογών αναδεικνύει κυβέρνηση με αυτοδυναμία, έστω και οριακή. Σε αυτό το σενάριο, θα έχουμε καθυστέρηση περίπου 3 μηνών σε ό,τι αφορά την υλοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης. Επίσης, η υλοποίηση του Προϋπολογισμού αλλά και ο δανεισμός του Δημοσίου θα προχωρήσουν κανονικά, αν και οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων αναμένεται να αυξηθούν πάνω από το 4,5%. Η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας θα αναβληθεί για το 2024, αφού οι οίκοι αξιολόγησης θα χρειαστούν χρόνο για να αποτιμήσουν την αντοχή της… οριακής νέας ελληνικής κυβέρνησης πριν προχωρήσουν σε κάποια κίνηση.

    Η οριακή αυτοδυναμία είναι πιθανό να επηρεάσει τις διαπραγματεύσεις με την Κομισιόν, η οποία θα ζητήσει για άλλη μία φορά πολιτική συναίνεση από όλα τα κόμματα τόσο για τους νέους στόχους για ελλείμματα χρέος όσο και για τις μεταρρυθμίσεις που θα τις συνοδεύουν.

    – Κυβέρνηση συνεργασίας

    Το δεύτερο σενάριο είναι αυτό που θέλει μετά το αποτέλεσμα της διπλής κάλπης να προκύπτει κυβέρνηση συνεργασίας. Η επίδραση του σεναρίου αυτού θα φανεί όταν τα συνεργαζόμενα κόμματα ανοίξουν τα χαρτιά τους για την οικονομική πολιτική που θέλουν να εφαρμόσουν. Αν οι εταίροι μας και οι αγορές πειστούν ότι υπάρχει σχέδιο για την οικονομική πολιτική, τότε τα πράγματα θα κυλήσουν ομαλά για όλες τις υποχρεώσεις της χώρας σε ό,τι αφορά τις κοινοτικές πρωτοβουλίες (ΤΑΑ, ΕΣΠΑ), αλλά και σε ό,τι αφορά την υλοποίηση του Προϋπολογισμού. Και σε αυτή την περίπτωση, όμως, αναμένεται να έχουμε αύξηση των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων, ενώ η επενδυτική βαθμίδα θα καθυστερήσει, αφού και πάλι οι οίκοι αξιολόγησης θα πρέπει να έχουν τα πρώτα αποτελέσματα διακυβέρνησης πριν δώσουν επενδυτική βαθμίδα για την Ελλάδα. Η Κομισιόν έχει μακρά εμπειρία από κυβερνήσεις συνεργασίας στην Ευρώπη. Αν δεν υπάρχουν διαφωνίες στα συνεργαζόμενα κόμματα, η διαπραγμάτευση για δημοσιονομικούς στόχους και μεταρρυθμίσεις θα προχωρήσει κανονικά.

     – Ακυβερνησία

    Το τρίτο είναι το σενάριο κατά το οποίο θα έχουν ολοκληρωθεί οι δύο κύκλοι της εκλογικής αναμέτρησης και, παρ’ όλα αυτά, δεν θα μπορεί να σχηματιστεί κυβέρνηση. Πρόκειται για το σενάριο καταστροφής, αφού όλα θα πάνε πίσω. Χωρίς κυβέρνηση, ο Προϋπολογισμός θα κινδυνέψει με εκτροχιασμό. Η χρηματοδότηση του χρέους θα “παγώσει” και οι ανάγκες θα καλύπτονται από ταμειακά διαθέσιμα. Oι δε αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων θα ξαναζήσουν τις μέρες των Μνημονίων. Το μεγαλύτερο πλήγμα θα έχει το Ταμείο Ανάκαμψης, το οποίο αναμένεται να μείνει πίσω πάνω από ένα εξάμηνο, με ορατό πια τον κίνδυνο απώλειας κοινοτικών πόρων, αφού όλα θα μείνουν στον “αέρα”. Σχετικά με την επενδυτική βαθμίδα, δεδομένο είναι ότι θα χρειαστεί να περιμένουμε να ξεκαθαρίσει η κατάσταση πριν οι οίκοι αξιολόγησης ξανασκεφτούν την κρίσιμη αναβάθμιση για την Ελλάδα. Μαζί με όλα τα άλλα, η ανάπτυξη είναι πολύ πιθανό, αντί για 1,8% που προβλέπει ο Προϋπολογισμός, να καταλήξει οριακά θετική ή μηδενική.

    Τελευταία Άρθρα

    Σχετικά Άρθρα