Ενόψει του όγκου των νέων έργων που θα κληθούν να υλοποιήσουν οι κατασκευαστικές εταιρίες τα επόμενα χρόνια, ο κατασκευαστικός κλάδος βρίσκεται σε τροχιά πλήρους μετασχηματισμού. Τα έργα που έχουν δημοπρατηθεί την τελευταία τριετία ξεπερνούν τα 10 δισ. ευρώ, χωρίς να υπολογίζονται και τα έργα, ύψους 5 δισ. ευρώ, που σταδιακά έχουν ξεκινήσει να υλοποιούνται στο Ελληνικό. Στελέχη του κλάδου υπολογίζουν ότι τα επόμενα πέντε χρόνια ο όγκος των έργων είναι πιθανό να ξεπεράσει τα 30 δισ. ευρώ, κυρίως στους τομείς των υποδομών, των κτιρίων, της ενέργειας και των σιδηροδρομικών έργων.
Ωστόσο, το στοιχείο εκείνο που αποτελεί και ιστορική ευκαιρία για τον κλάδο έγκειται στο ότι η πλειονότητα αυτών των έργων δεν θα υλοποιηθούν με την παραδοσιακή μορφή των δημόσιων συμβάσεων, αλλά μέσω συμβάσεων παραχώρησης, εκμετάλλευσης ή ΣΔΙΤ. Εν ολίγοις, οι κατασκευαστικές εταιρείες θα έχουν τη δυνατότητα να δημιουργήσουν ένα πολύ σημαντικό χαρτοφυλάκιο έργων, τα οποία θα αποφέρουν σταθερές ροές εσόδων για τα επόμενα 25-40 χρόνια. Αυτός είναι και ο «κινητήριος μοχλός» των δομικών αλλαγών, στις οποίες προχωρούν οι διοικήσεις των εταιρειών προκειμένου να μπορέσουν να διεκδικήσουν και να χρηματοδοτήσουν αυτά τα έργα.
Σε αυτό το πλαίσιο, κατά τη διάρκεια του 2022 οι μεγάλοι όμιλοι έχουν ξεκινήσει μια διαδικασία «ολικού λίφτινγκ», προχωρώντας σε σοβαρές κινήσεις είτε μετοχικών αλλαγών και ενίσχυσης της ρευστότητάς τους είτε ακόμα και πώλησης δραστηριοτήτων, όπως η παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές (ΑΠΕ), «ποντάροντας» ακριβώς στο ότι τους παρουσιάζεται η ευκαιρία να μετεξελιχθούν σε επενδυτικές εταιρείες διαχείρισης υποδομών και κτιρίων, όπως ακριβώς το έχουν πράξει οι μεγάλοι κατασκευαστικοί όμιλοι του εξωτερικού.
Ενδεικτικά των οικονομικών πλεονεκτημάτων των έργων παραχώρησης και ΣΔΙΤ είναι τα νούμερα που παρουσίασε πρόσφατα ο όμιλος ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ. Βάσει αυτών, από τα έργα που έχει ήδη αναλάβει (Ελληνικό, Εγνατία Οδός, αεροδρόμιο στο Καστέλι Ηρακλείου Κρήτης κ.τ.λ.) μπορεί να προσδοκά στην είσπραξη μερισμάτων συνολικού ύψους 6 δισ. ευρώ τα επόμενα 30-35 χρόνια. Ηδη, τα σημερινά ετησιοποιημένα έσοδα από μερίσματα έργων παραχώρησης και ΑΠΕ ανέρχονται σε 100 εκατ. ευρώ και θα αυξηθούν σε 300 εκατ. ευρώ κατά τη διάρκεια των επόμενων ετών, όταν θα ξεκινήσει η περίοδος εκμετάλλευσης έργων, όπως το τουριστικό συγκρότημα στο Ελληνικό και το νέο αεροδρόμιο στο Καστέλι. Εν τω μεταξύ, το ανεκτέλεστο υπόλοιπο έργων του ομίλου έχει «σκαρφαλώσει» σε ιστορικό υψηλό επίπεδο της τάξεως των 4,8-5 δισ. ευρώ.
Εξάλλου, η διοίκηση της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ φαίνεται πως επέλεξε την οδό της αποεπένδυσης από τον τομέα των ΑΠΕ, κεφαλαιοποιώντας τις σημαντικές υπεραξίες που έχουν δημιουργηθεί. Μέσω της επικείμενης υπογραφής συμφωνίας με τον όμιλο First Sentier από την Αυστραλία, η ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ αναμένεται να εξασφαλίσει κεφάλαια της τάξεως του 1 δισ. ευρώ, που θα χρησιμοποιηθούν για τη χρηματοδότηση νέων συμβάσεων παραχώρησης, τις οποίες διεκδικεί ο όμιλος, όπως π.χ. εκείνη της Αττικής Οδού. Η συμφωνία για την πώληση της ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή εκτιμάται ότι θα προχωρήσει στις αρχές του 2023, με τη First Sentier να βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις για τη μόχλευση της εν λόγω συμφωνίας, το συνολικό ύψος της οποίας αναμένεται να ξεπεράσει τα 2,5 δισ. ευρώ, λαμβάνοντας ως δεδομένο ότι θα προβεί και σε υποχρεωτική δημόσια πρόταση.