Παρότι δεν ήταν ευρέως γνωστό, στη Μύκονο υπήρξε λειτουργία μεταλλείων με τον κλάδο των μεταλλωρύχων να συμβάλλει αποφασιστικά στην ανάπτυξη των υποδομών του νησιού και στο διαθέσιμο εισόδημα. Το συγκεκριμένο εισόδημα εκμεταλλεύτηκαν πολλοί σαν αφετηρία επενδύσεων και στην τουριστική βιομηχανία.
Σήμερα, απόγονοι των μεταλλωρύχων και ο Δήμος Μυκόνου σε συνεργασία με το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, αναδεικνύουν τη συγκεκριμένη ιστορική διάσταση. Βασικός τους στόχος είναι να τιμήσουν το νησί, αλλά και να αξιοποιήσουν τον εγκαταλελειμμένο χώρο των μεταλλείων.
Στο Αιγαίο υπήρχε από την αρχαιότητα μεταλλευτική δραστηριότητα. Η είσοδος στην «εποχή του πετρελαίου», που βασίζεται στην παραγωγή βαρύτη με παράλληλη τη μείωση παραγωγής βαρύτη στις ΗΠΑ, έστρεψε το ενδιαφέρον στη Μύκονο. Η λειτουργία τομέων της οικονομίας στην αναζήτηση πρώτων υλών το 19ο με την έκρηξη της βιομηχανικής επανάστασης και 20ο αιώνα συνέβαλλε αποφασιστικά στους προσανατολισμούς αυτούς.
Σε αυτό, σημαντικό ρόλο έπαιξαν ο Γεώργιος Σιώτης μεταλλειολόγος μηχανικός και ο Άνθιμος Γράτσος εφοπλιστής με έδρα τις ΗΠΑ και με πλοία Liberty. Τότε ξεκίνησε η μεταφορά βαρύτη από τη Μύκονο στις ΗΠΑ.
Η αξία του βαρύτη στην πετρελαιοβιομηχανία έγκειται στο ότι είναι πολύ βαθιές οι γεωτρήσεις πετρελαίου. Ο βαρύτης μαζί με το νερό συμβάλλει στο να βγαίνουν τα τρίμματα της γεώτρησης από μεγάλο βάθος στην επιφάνεια όταν βγαίνει το πετρέλαιο πετάγεται με δύναμη, βοηθάει στο να το κρατάει στη θέση του και λιπαίνει το κοπτικό άκρο του εξορυκτικού μηχανήματος.
Στις 25 Νοεμβρίου 1955 ιδρύθηκε η ΜΥΚΟΜΠΑΡ. Τα συνεργεία της ξεφόρτωσαν βαρύ εξοπλισμό, σε εποχή που δεν υπήρχε καν οδικό δίκτυο. Πολλά στελέχη της εταιρίας ήταν Έλληνες που ζούσαν και σπούδαζαν στις ΗΠΑ και τους έστειλε η εταιρία στην Ελλάδα. Παράλληλα, έστελνε στελέχη της για το «αγροτικό» τους για να εργαστούν στις συγκεκριμένες συνθήκες. Τα τεχνολογικά μέσα που χρησιμοποιούνταν ήταν τα πλέον σύγχρονα της εποχής.
Επιπλέον στο νησί γίνονταν όλα τα στάδια όπως εξόρυξη, μεταφορά, βελτιστοποίηση και εξαγωγή, που σε συνδυασμό με τα άριστα ποιοτικά χαρακτηριστικά του βαρύτη, έκαναν τα μεταλλεία της Μυκόνου «ορατά» και ονομαστά στον παγκόσμιο χάρτη των συγκεκριμένων δραστηριοτήτων. Η ΜΥΚΟΜΠΑΡ έφερε αρκετές υποδομές στο νησί. Βεβαίως ο πλούτος που παρήχθη δεν μοιράστηκε με αναλογικό τρόπο, είναι χαρακτηριστικό ότι με την υποτίμηση οι μισθοί – κόστος ήταν πολύ χαμηλοί μπορούσαν να τριπλασιαστούν αλλά η εταιρεία δεν το έκανε.
Αρκετοί λιγνιτωρύχοι πήγαν τη Μύκονο προερχόμενοι από άλλες περιοχές που είχαν ανάλογη δραστηριότητα. Συνεπώς υπήρξε εσωτερική μετανάστευση ενός εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού. Επίσης ανέπτυξαν κι άλλες παράπλευρες εργασίες όπως αγροτικές κλπ. Η εργασία γινόταν κάτω από σκληρές συνθήκες εργασίας, με αποτέλεσμα στα χρόνια της λειτουργίας της ΜΥΚΟΜΠΑΡ να έχουν σημειωθεί εργατικά ατυχήματα και δυστυχήματα.
Το 1966 έγινε ατύχημα κατά τη διάρκεια φόρτωσης πλοίου με μετάλλευμα σε πιεστικές συνθήκες εργασίας χωρίς τη λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων. Τότε υπήρξαν δικαστικές διαμάχες με την εταιρία.
Η ΜΥΚΟΜΠΑΡ έκλεισε απότομα μέσα σε μία βδομάδα, αλλά έγινε εφικτό με παρέμβαση της επιθεώρησης Μεταλλείων να μείνει ανοιχτό για άλλους έξι μήνες ώστε να ολοκληρωθούν όλες οι διαδικασίες με το κοίτασμα που βρισκόταν σε επεξεργασία και οι εργαζόμενοι να βρουν αλλού δουλειά. Ήταν αντίθετο με το μεταλλευτικό κώδικα να παγώσει η λειτουργία πριν ολοκληρωθεί η εργασία που εξελίσσονταν τη στιγμή λήψης της απόφασης κλεισίματος.
Μετά η εταιρία μεταφέρθηκε στη Μήλο όπου μετά από λίγα χρόνια απορροφήθηκε από άλλη εταιρία. Σήμερα, οι παρατημένες και ρημαγμένες εγκαταστάσεις της ΜΥΚΟΜΠΑΡ θα μπορούσαν να γίνουν μουσείο και να προσελκύει κόσμο για να το επισκεφτεί. Παραπλήσιες περιπτώσεις που συνέβη αυτό (πχ μεταλλεία Κύθνου, Τεχνολογικό Πάρκο Λαυρίου) είναι απτά παραδείγματα αξιοποίησης χώρων τους οποίους εξελίσσονταν μεταλλευτικές δραστηριότητες.