Τη μεγάλη διείσδυση των ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων στον χώρο του επαγγελματικού αθλητισμού διαπιστώνει ο DBRS Morningstar, κάτι το οποίο εν πολλοίς εξηγείται από τις… τρελές αποδόσεις που ξεπερνούν ακόμη και τις αντίστοιχες της Wall Street.
Είναι χαρακτηριστικό ότι από το 2019 έως και σήμερα, οι εταιρείες ιδιωτικών κεφαλαίων έχουν αδράξει την ευκαιρία, η οποία έχει παρουσιαστεί, και έχουν αναπτύξει μια «πλούσια» επιχειρηματική δραστηριότητα στον κλάδο του αθλητισμού.
Αυτό σημαίνει στην πράξη: Επενδύσεις σε ομάδες, γήπεδα, εθνικά πρωταθλήματα, τηλεοπτικά δικαιώματα, χορηγίες και πολλά άλλα.
Άλλωστε, είναι γνωστό ότι τα αθλητικά παρέχουν, κατά παράδοση, ισχυρές αποδόσεις και σημαντικά οφέλη διαφοροποίησης χαρτοφυλακίου. Κι αυτό, παρά την συχνή έλλειψη εκπροσώπησης στο διοικητικό συμβούλιο ή τις πιθανές δυσκολίες απο-επένδυσης.
«Πιστεύουμε ότι οι εξελίξεις έχουν οδηγήσει στα παρακάτω τρία βασικά οφέλη για το πιστωτικό προφίλ των επιχειρηματιών που δραστηριοποιούνται στον χώρο του αθλητισμού» τονίζει ο DBRS και παραθέτει τα εξής:
- Προσφέρουν μια νέα πηγή ρευστότητας για τις αθλητικές εταιρείες, πέραν των εσωτερικών ταμειακών ροών, των εισφορών των ιδιοκτητών, των χρηματικών διανομών ή της χρηματοδότησης χρέους. Αυτό είναι ιδιαίτερα χρήσιμο για όσους έχουν επενδύσει μεγάλο μέρος της ρευστότητάς τους και ενδεχομένως δεν έχουν επιπλέον διαθέσιμα κεφάλαια.
- Παρέχουν συγκεκριμένους τομείς ειδίκευσης, τους οποίους φέρνουν οι εταιρείες ιδιωτικών συμμετοχών, μέσω του τρόπου λειτουργίας των σταδίων, της εμπειρίας στα τηλεοπτικά δικαιώματα ή της δημιουργίας brands. Όλα αυτά μπορούν να βοηθήσουν τους επιχειρηματίες του κλάδου να μεγιστοποιήσουν τα έσοδα και να αυξήσουν τις αποδόσεις τους.
- Εξασφαλίζουν τη δυνατότητα των ιδιωτικών επενδυτικών εταιρειών να επενδύουν σε αθλητικά franchises, οδηγώντας σε υψηλότερες αποτιμήσεις και μειωμένους δείκτες δανείων ανά αξία (L/V ratio) για τις αθλητικές εταιρείες.
Ειδική αναφορά γίνεται στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο, όπου οι κανόνες για τα ιδιωτικά κεφάλαια είναι λιγότερο απαιτητικοί και οι επενδύσεις έχουν λάβει πολλές μορφές. Ενδεικτικά:
- Αγορά ολόκληρης της ομάδας ή έλεγχος της ιδιοκτησίας, όπως συνέβη με την RedBird Capital Partners που εξαγόρασε το 85% των μετοχών της Τουλούζ.
- Αγορά ποσοστού μειοψηφίας, όπως η επένδυση της Siliver Lake για το 18% της City Football Group, η οποία έχει την Μάντσεστερ Σίτι.
- Επενδύσεις σε εμπορικά δικαιώματα πρωταθλήματος, όπως έκανε το CVC Capital που απέκτησε το 8,25% των τηλεοπτικών δικαιωμάτων της La Liga (πρωτάθλημα Ισπανίας)
- Επενδύσεις σε δραστηριότητες του συλλόγου. Ενδεικτικά, η Sixth Street αγόρασε το 25% της τηλεόρασης της Μπαρτσελόνα, αλλά και συγκεκριμένες υπηρεσίες στο γήπεδο της Ρεάλ Μαδρίτης, Σαντιάγκο Μπερναμπέου.
Μόνο τυχαίο δεν είναι το γεγονός ότι, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Forbes, από το 2004 ο δείκτης απόδοσης σε κάθε μεγάλο αθλητικό πρωτάθλημα σε Βόρεια Αμερική και Ευρώπη υπερβαίνει αισθητά τον αντίστοιχο του S&P 500.
«Αυτό οφείλεται στην εκρηκτική αύξηση των αθλητικών εσόδων, μέσω των σημαντικά πιο προσοδοφόρων ραδιοτηλεοπτικών συμφωνιών και χορηγιών, αλλά και των αυξημένων εσόδων κατά την ημέρα διεξαγωγής των αγώνων» επισημαίνει ο DBRS.