Στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 10 μηνών παραμένει το κόστος δανεισμού του ελληνικού δημοσίου, με το αποτέλεσμα των βουλευτικών εκλογών να επιβεβαιώνει τις προσδοκίες των αναλυτών και να απομακρύνει οριστικά τον κίνδυνο της πολιτικής αβεβαιότητας.
Έτσι, πλέον, το σύνολο των επενδυτών σπεύδει να προεξοφλήσει την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, για πρώτη φορά από το 2010, κάτι το οποίο θα επαναφέρει τα ελληνικά ομόλογα στο ραντάρ των επενδυτών.
Δεν είναι τυχαίο ότι η τρέχουσα απόδοση του 10ετούς ομολόγου βρίσκεται στο 3,51%, σημειώνοντας πτώση κατά 9 μονάδες βάσης. Κι όλα αυτά, ενώ τον Οκτώβριο του 2022 είχε ξεπεράσει πρόσκαιρα το ψυχολογικό όριο του 5%.
Οι επενδυτές «συμπεριφέρονται» στα ελληνικά ομόλογα ως να έχουν ήδη αποκτήσει την επενδυτική βαθμίδα, θεωρώντας ότι αυτό θα συμβεί σίγουρα μέσα στο φθινόπωρο του 2023. Ιδίως από την στιγμή που ο κίνδυνος της πολιτικής αβεβαιότητας και της κυβερνητικής ασυνέχειας έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί.
Ας σημειωθεί ότι τρεις εκ των τεσσάρων βασικών οίκων αξιολόγησης, δηλαδή οι Standard & Poor’s – Fitch – DBRS, τοποθετούν σήμερα την ελληνική αξιολόγηση ένα «σκαλί» κάτω της επενδυτικής βαθμίδας. Εφόσον ένας από τους παραπάνω τρεις αναθεωρήσει επί τα βελτίω την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας μέσα στο φθινόπωρο, τότε αυτό θα εκληφθεί από τις αγορές ως ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας.