Η προχθεσινή δήλωση του υπουργού Εργασίας, Άδωνι Γεωργιάδη για το τραγικό δυστύχημα των Τεμπών, θορύβησε το Μέγαρο Μαξίμου.
Ήταν δεδομένο ότι η αντιπολίτευση και αρκετά ΜΜΕ θα την έκαναν «σημαία» και θα την τοποθετούσαν στην κορυφή της ατζέντας στον δημόσιο διάλογο, προκειμένου να πλήξουν την κυβέρνηση.
Τα σχετικά μηνύματα είχαν ήδη εκπεμφθεί από τις πρώτες ώρες της τοποθέτησης του υπουργού και από νωρίς χθες το πρωί η ενόχληση προς το πρόσωπό του για το νέο του ατόπημα (όχι το πρώτο) ήταν εμφανής στο πρωθυπουργικό περιβάλλον.
Ατόπημα που δεν είχε να κάνει τόσο με αυτήν καθ’ αυτήν την ουσία της δήλωσης, όσο για το γεγονός ότι αυτή δεν υπήρχε κανένας λόγος να γίνει, διότι πολύ εύκολα θα γινόταν αντικείμενο εκμετάλλευσης από την αντιπολίτευση.
Δεν ήταν τυχαία και η σχετική αντίδραση του κυβερνητικού εκπροσώπου, Παύλου Μαρινάκη. «Αλίμονο αν δεν μας απασχολούσε το ζήτημα αυτό, αυτό το τραγικό δυστύχημα των Τεμπών. Μας απασχολεί και πολύ μάλιστα και απασχολεί πάρα πολύ και τους πολίτες, το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας». Υπενθύμισε δε πρόσφατη συνέντευξη του πρωθυπουργού, σύμφωνα με την οποία «πρέπει να προσέχουν πολύ το σύνολο των στελεχών και τις διατυπώσεις τους, γιατί πολλές φορές υπάρχει ο κίνδυνος της παρερμηνείας και όπως θα είδατε και σήμερα (χθες)».
Μετά πάντως και τον θόρυβο που ξέσπασε με τη δήλωση του υπουργού Εργασίας, η επιλογή του Μεγάρου Μαξίμου να ανακοινώσει την συμφωνία της ΝΔ με την πρόταση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΚΚΕ, για σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής για τα Τέμπη, ήταν μονόδρομος. Σε καμία περίπτωση δεν έπρεπε να φανεί ότι η κυβερνώσα παράταξη θέλει να υποβαθμίσει το θέμα του δυστυχήματος, ενώ από την άλλη, με τη συγκεκριμένη κίνηση, επιχειρήθηκε να… εξουδετερωθεί η πρωτοβουλία του ΠΑΣΟΚ -με τη σύμφωνη γνώμη του ΣΥΡΙΖΑ- για τη σύσταση προανακριτικής επιτροπής για το θέμα.