Στα 7 τρισεκατομμύρια δολάρια εκτινάχθηκαν το περασμένο έτος οι επιδοτήσεις στα ορυκτά καύσιμα, καθώς οι κυβερνήσεις στήριξαν καταναλωτές και επιχειρήσεις, προκειμένου να αντιμετωπίσουν το ράλι στις τιμές της ενέργειας, που πυροδότησε η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και η οικονομική ανάκαμψη από την πανδημία.
Αυτό αναφέρουν αναλυτές του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Στην ανάλυσή τους αναφέρουν ότι καθώς ο κόσμος αγωνίζεται για να περιορίσει την υπερθέρμανση του πλανήτη στους 1,5 βαθμούς Κελσίου και τμήματα της Ασίας, της Ευρώπης και των Ηνωμένων Πολιτειών πλήττοναι από την υπερβολική ζέστη, οι επιδοτήσεις για το πετρέλαιο, τον άνθρακα και το φυσικό αέριο κοστίζουν το 7,1% του παγκόσμιου Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος.
Αυτό είναι περισσότερο από ό,τι ξοδεύουν οι κυβερνήσεις ετησίως για την εκπαίδευση (4,3% του παγκόσμιου εισοδήματος) και περίπου τα δύο τρίτα των δαπανών τους για την υγειονομική περίθαλψη (10,9%).
Τα ευρήματα αυτά συμπίπτουν χρονικά με την επισήμανση του Παγκόσμιου Μετεωρολογικού Οργανισμού, ότι ο περασμένος Ιούλιος ήταν ο πιο ζεστός μήνας που έχει καταγραφεί στην ιστορία, υπογραμμίζοντας την επείγουσα ανάγκη περιορισμού της κλιματικής αλλαγής που προκαλείται από τον άνθρωπο.