Ο Δρ. Χρήστος Ζουμπούλης θεωρείται ένας από τους κορυφαίους επιστήμονες στον κόσμο. Απόλυτα αφοσιωμένος στην ιατρική έρευνα, έχει ένα ευρύτατο ιστορικό δημοσιεύσεων με σχεδόν πενήντα χιλιάδες citations και έχει τιμηθεί για το επιστημονικό του έργο με πολυάριθμα βραβεία.
Η εργατικότητα και η συνέπειά του, σε συνδυασμό με τη σεμνότητά του, τον κατατάσσουν στους πολύ σημαντικούς. Έχει ανακαλύψει μαζί με την ομάδα του, μεταξύ άλλων, το πρώτο φάρμακο για την ιδρωταδενίτιδα και, όπως μας αποκάλυψε, ετοιμάζουν άλλα δύο για την ίδια πάθηση. Διόλου τυχαίο ότι έχει προταθεί για Νόμπελ Ιατρικής.
Τον συναντήσαμε σε επιστημονική εκδήλωση, που διοργάνωσε η εταιρεία δερμοκαλλυντικών Vichy, της οποίας ήταν επίτιμος προσκεκλημένος και συνεργάζονται πολλά χρόνια. Θέμα της ομιλίας του ήταν η σχέση ανάμεσα στην επιστημονική έρευνα για τη γήρανση του δέρματος και στην πρακτική εφαρμογή της σε δερμοκαλλυντικά προϊόντα με αντιγηραντική δράση.
Ο Δρ. Χρήστος Ζουμπούλης είναι διευθυντής των Πανεπιστημιακών Κλινικών Δερματολογίας, Αφροδισιολογίας, Αλλεργιολογίας και Ανοσολογίας στο νοσοκομείο Dessau στην Ιατρική Σχολή του Βραδεμβούργου και ιδρυτικός καθηγητής Δερματολογίας και Αφροδισιολογίας στην ίδια Σχολή. Είναι πρόεδρος του European Hidradenitis Suppurativa Foundation (EHSF), επίτιμος πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Προληπτικής, Αναγεννητικής και Αντιγηραντικής Ιατρικής (ESAAM) και μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Δερματολογίας και Αφροδισιολογίας (EADV) και της Διεθνούς Εταιρείας για τη νόσο Behçet.
Συνεργάζεται με πάρα πολλά νοσοκομεία στον κόσμο και υποστηρίζει τις μεγάλες ομάδες και τις συνεργασίες. Αναλύει με απλά λόγια πώς θα είναι τα καινοτόμα δερμοκαλλυντικά στο άμεσο μέλλον, πώς σχετίζεται η κατάσταση του δέρματος με το Αλτσχάιμερ και με άλλες νευροεκφυλιστικές νόσους, αλλά προτάσσει και την ηθική για τις δυνατότητες πρώιμης διάγνωσης νοσημάτων.
Ο ίδιος λέει ότι “Αντιλαμβανόμαστε ότι η κατάσταση του δέρματος αντιπροσωπεύει κατά κάποιον τρόπο την κατάσταση του οργανισμού, είναι ένα είδος καθρέφτη. Που σημαίνει ότι η προστασία του δέρματος θα έχει πιθανότατα και συνακόλουθα την προστασία του οργανισμού. Έχει πάψει, πλέον, το δέρμα να είναι ένα θέμα κοσμητικής διάθεσης, αλλά είναι θέμα προστασίας του κάθε οργανισμού, για να μειωθούν οι πιθανότητες ασθενειών στο μέλλον”.
Το γονιδιακό υλικό είναι το ίδιο για όλα τα κύτταρα. Αν προστατεύσουμε ένα τόσο μεγάλο όργανο, όπως το δέρμα, και δεν υπάρχουν περαιτέρω επιδράσεις λόγω αλλαγής στη συμπεριφορά των γονιδίων, προστατεύουμε και τα υπόλοιπα όργανα, πόσω μάλλον που αυτά τα όργανα επηρεάζονται από τις ίδιες αλλαγές. Η πρόληψη είναι πολύ σημαντική. Να αποφεύγουμε την έκθεση στον ήλιο, να μην καπνίζουμε, να προσέχουμε τη διατροφή μας, να προσέχουμε το περιβάλλον.
Γνωρίζουμε ότι με την αλλαγή της κατάστασης του δέρματος με την εμμηνόπαυση, υπάρχουν ουσίες, οι ορμόνες, που αλλάζουν και σε ποσότητα και σε συμπεριφορά. Έχουμε ξεκινήσει, λοιπόν, να μελετάμε ουσίες, που δρουν σαν ορμόνες, αλλά χωρίς τις παρενέργειες και να κάνουμε μια αντικατάσταση της συμπεριφοράς της μείωσης των ορμονών στα όργανα, ώστε να έχουμε μια μορφή θεραπευτικής πρόληψης. Και εδώ υπάρχει μια σειρά από εργασίες, ανακαλύπτουμε συνεχώς νέες ουσίες, που μπορούν να συμπεριφερθούν σαν ορμόνες στο θετικό τους κομμάτι, χωρίς να έχουν τις παρενέργειες που θα είχαν μεγάλες ποσότητες ορμονών μετά την εμμηνόπαυση.
Ήδη μεγάλες εταιρείες προσπαθούν να δημιουργήσουν δερμοκαλλυντικά, που δεν είναι μόνο η κάλυψη της επιφάνειας, όπως πιστεύαμε πριν από 30 χρόνια, αλλά επιπλέον μας προστατεύουν και αποκαθιστούν αυτά που μας λείπουν. Βέβαια έχουμε και ουσίες που μας λείπουν συστηματικά και μπορούν να αντικατασταθούν μέσω της διατροφής και εκεί υπάρχουν αναλύσεις. Επίσης αρχίζουμε να καταλαβαίνουμε πολύ καλύτερα πώς λειτουργούν οι βιταμίνες.
Για παράδειγμα ο συνδυασμός βιταμίνης C και βιταμίνης Ε έχει αντιοξειδωτική δράση. Δηλαδή αυτές οι δύο βιταμίνες μαζί μπορούν να μειώσουν την κακή επίδραση από τις τηγανητές πατάτες, για παράδειγμα. Δηλαδή, αν τρώμε κάθε μέρα πατάτες τηγανητές, με αυτόν τον συνδυασμό μπορούμε να μειώσουμε λίγο την επίδραση της οξείδωσης, που προκαλούν οι κυκλικοί υδρογονάνθρακες, τους οποίους παίρνουμε μαζί με προϊόντα που έχουν δεχτεί πολύ μεγάλες θερμοκρασίες, όπως οι τηγανητές πατάτες εν προκειμένω. Υπάρχει πλέον γνώση και σε αυτό το κομμάτι, είναι τομείς που δεν είχαμε ασχοληθεί καθόλου.
Υπάρχει, πράγματι, ο φόβος ότι θα πάρω μια ουσία, που είναι δραστική, μέσω του δέρματος και μπορεί να έχει παρενέργειες στον οργανισμό, αλλά δεν είναι ακριβώς έτσι. Δεν έχουμε πλέον ένα δερμοκαλλυντικό, που έχει μόνο ένα λιπίδιο, αλλά έχει κι άλλες ουσίες, που πηγαίνουν στις πρώτες στοιβάδες του δέρματος, στην επιδερμίδα, αναζωογονώντας τις. Δεν χρειάζεται πλέον αυτές οι ουσίες να προχωρήσουν πιο βαθιά.
Δίνουν ένα σύνθημα στα γονίδια των κυττάρων της επιδερμίδας, ότι κάτι πρέπει να αλλάξει προς το καλύτερο. Αυτό το σύνθημα μεταφέρεται, υπάρχει μια επικοινωνία μεταξύ του πάνω δέρματος και του κάτω δέρματος κι έχουμε και μια επικοινωνία μεταξύ του δέρματος και των υπόλοιπων οργάνων. Το βλέπουμε τις φορές, που θεραπεύουμε μια νόσο στο δέρμα, όταν παράλληλα βελτιώνεται και μία παράμετρος του αίματος, για παράδειγμα. Γιατί υπάρχει συνεχής επικοινωνία.
Αν, λοιπόν, συνεχώς έχουμε μια θετική υποκατάσταση/αντικατάσταση στο δέρμα, τα συνθήματα που το δέρμα δίνει και στον εγκέφαλο και στα υπόλοιπα όργανα, είναι ότι εδώ γίνεται κάτι καλό. Με αποτέλεσμα έμμεσα να έχουμε και μία επίδραση χωρίς παρενέργειες και στα υπόλοιπα όργανα. Αυτό είναι το καινούριο. Παλιά δεν ξέραμε ότι επιδρώντας σε ένα όργανο, επιδρούμε και σε άλλα, αυτό ήταν άγνωστο. Σήμερα βλέπουμε ότι έτσι είναι.
Τα κύτταρα του νευρικού συστήματος και τα κύτταρα του δέρματος προέρχονται από το ίδιο αρχέγονο κύτταρο, δεν μπορούσαμε να πιστέψουμε ότι κάτι τέτοιο μπορεί να συμβαίνει. Βλέπουμε, λοιπόν, ότι εάν ελέγξουμε τι αλλάζει στη φυσιολογική γήρανση του δέρματος – όχι νόσο, απλά φυσιολογική γήρανση – αλλάζει η έκφραση συγκεκριμένων γονιδίων. Αν βρούμε αυτά τα γονίδια και τους δρόμους που καλύπτουν, ανακαλύπτουμε ότι είναι παρόμοιοι με τα γονίδια και τους δρόμους, που έχουν σημασία στην εξέλιξη του Αλτσχάιμερ. Που σημαίνει ότι μπορούμε να αναγνωρίσουμε μέσα από τη συμπεριφορά των κυττάρων του δέρματος, τι συμβαίνει στον εγκέφαλο. Τουλάχιστον όσον αφορά στα νευροεκφυλιστικά νοσήματα.
Είμαστε σε θέση να πάρουμε κύτταρα του δέρματος από ασθενείς με Αλτσχάιμερ και με μια τεχνική να τα κάνουμε νευρικά κύτταρα. Δεν χρειάζεται, πλέον, να πάρουμε βιοψία από τον εγκέφαλο, μπορούμε με τα κύτταρα του δέρματος να καταλάβουμε τι συμβαίνει στον συγκεκριμένο ασθενή. Μπορούμε να δοκιμάσουμε νέες ουσίες. Όχι στον οργανισμό, αλλά κατευθείαν στο δοκιμαστικό δισκίο μέσω αυτών των κυττάρων. Να βρούμε νέες ουσίες, που παίζουν πιθανόν έναν θεραπευτικό ρόλο και αργότερα στο μέλλον ίσως – βέβαια αυτό είναι πολύ μακρινό και δεν τολμώ ούτε να το σκεφτώ, αλλά σε τελευταία ανάλυση βλέπετε πόσο ραγδαία είναι η εξέλιξη της επιστήμης – μπορούμε να σκεφτούμε ότι θα παίρνουμε κύτταρα από το δέρμα, θα τα κάνουμε νευρικά κύτταρα από τον ίδιο τον ασθενή, θα τα θεραπεύσουμε γενετικά έξω από τον οργανισμό και θα τα αντικαταστήσουμε με αυτά τα κύτταρα του εγκεφάλου, που έχουν τη βλάβη. Αυτό είναι ένα όνειρο, αλλά όλα ξεκινάνε από ένα όνειρο.
Η έννοια της πρώιμης διάγνωσης είναι συνδεδεμένη πάντοτε με τη δυνατότητα θεραπείας, όσον αφορά στην ενημέρωση του ασθενούς. Για ηθικούς λόγους είμαστε πολύ προσεκτικοί να πούμε σε έναν άνθρωπο, ξέρεις σε 30 χρόνια θα πάθεις Αλτσχάιμερ, γιατί μετά του καταστρέφουμε όλη του τη ζωή. Άρα ενώ είμαστε σε θέση να κάνουμε τέτοιες διαγνώσεις σήμερα, ηθικά δεν μας επιτρέπεται να τις κάνουμε επίσημα κλινικά.
Πρώτον γιατί πάντα υπάρχει μια μικρή πιθανότητα να μην έχουμε δίκιο – κι αυτό θα ήταν καταστροφικό – και δεύτερον γιατί θα είχε νόημα, μόνο εάν του λέγαμε «επειδή έχεις αυτήν την πιθανότητα, ξεκίνα σήμερα αυτό το προστατευτικό φάρμακο». Τότε θα είχε απόλυτο νόημα. Μόλις βρεθούμε σε αυτό το σημείο, να μπορούμε να δίνουμε κάτι για να τον προστατεύσουμε, θα του το λέμε, γιατί τότε θα είναι κλινικά και πρακτικά δυνατόν να δώσουμε φάρμακο σε κάθε ασθενή. Μέχρι να είμαστε, όμως, σε θέση να δώσουμε θεραπεία ή πρόληψη, νομίζω ότι θα ήταν ανήθικο να δείξουμε πόσο καλοί είμαστε, δίνοντας μόνο τη διάγνωση – που κι αυτή δεν είναι 100% σίγουρη – και να καταστρέψουμε μια ζωή.
Συνεργαζόμαστε πάνω από 20 χρόνια σε δύο τομείς. Στο ερευνητικό μου έργο, που είναι ο έλεγχος ουσιών που μπορούν να χρησιμοποιηθούν μακροπρόθεσμα σε διάφορα δερμοκαλλυντικά και αν μπορούν κάποιες ουσίες να μπουν σε αυτά τα καλλυντικά. Και στο κομμάτι των κλινικών μελετών, όταν υπάρχει πρόγραμμα κλινικών μελετών, για το ποιες μέθοδοι χρειάζονται, για να υπάρξουν αντικειμενικά αποτελέσματα. Η Vichy δέχεται τη σωστή έρευνα. Και χαίρομαι γιατί προσφέρω στην παραγωγή καλλυντικών προϊόντων.