Επιβράδυνση της ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας με ρυθμό 2,8% φέτος και 2,5% το 2023. Ο πληθωρισμός το 2022 θα κυμανθεί στο 8,8% για να υποχωρήσει στο 3,4% το επόμενο έτος προβλέπει ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ). Στην έκθεση του Οργανισμού, σημειώνεται για την Ελλάδα τα κεφάλαια από το Ταμείο Ανάκαμψης, η αύξηση των εξαγωγών και των επενδύσεων αλλά και οι ενισχύσεις σε νοικοκυριά- επιχειρήσεις εκτιμάται ότι θα έχουν θετική επίδραση στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.
Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, η αύξηση της απασχόλησης θα καταγράψει μία μικρή «παύση» λόγω της δυσκολίας των εργοδοτών να αντιμετωπίζουν την αβεβαιότητα που υπάρχει αλλά και δυσκολίες στο να προσλάβουν εργαζόμενους με σχετικές δεξιότητες και αυξανόμενους μισθούς.
Η ανοδική πορεία των εσόδων λόγω της αύξησης των τιμών και της ανάκαμψης θα βοηθήσουν την κυβέρνηση να επιστρέψει σε πρωτογενή πλεονάσματα το 2023. Παράλληλα, για τη βελτίωση της δημοσιονομικής βιωσιμότητας ο ΟΟΣΑ συστήνει τη χρήση έκτακτων εσόδων και αποταμιεύσεων για την επίτευξη δημοσιονομικού πλεονάσματος, τα μέτρα στήριξης να είναι προσωρινά και να στοχεύουν στο εισόδημα των ευάλωτων νοικοκυριών και όχι στην επιδότηση τιμών. Σε συνδυασμό μάλιστα με την περαιτέρω μείωση των κόκκινων δανείων, το ελληνικό αξιόχρεο θα μπορέσει να επιστρέψει στην επενδυτική βαθμίδα.
Η κυβέρνηση σχεδιάζει να επιτύχει ένα μέτριο πρωτογενές πλεόνασμα του προϋπολογισμού το 2023, αν και προβλέπει βραδύτερη δημοσιονομική εξυγίανση από ό,τι στα τέλη του 2021. Ανακοινώνει επεκτατικά μέτρα για την αντιμετώπιση της εκτίναξης των τιμών της ενέργειας. Το συνολικό κόστος για το 2022 ήταν 5,4 δισεκατομμύρια ευρώ (2,7% του ΑΕΠ) τον Μάιο του 2022, με προγραμματισμένες υψηλότερες δαπάνες, εν μέρει χρηματοδοτούμενες μέσω των εσόδων του συστήματος εμπορίου εκπομπών. Αντισταθμίζοντας εν μέρει αυτά τα μέτρα, οι νομισματικές συνθήκες στην Ελλάδα είναι πιο περιοριστικές από ό,τι αλλού στη ζώνη του ευρώ, μέσω της διεύρυνσης των περιθωρίων στις αποδόσεις των κρατικών και εταιρικών ομολόγων, καθώς η πιστοληπτική αξιολόγηση που έχει την αποκλείει από τα τυπικά προγράμματα αγοράς περιουσιακών στοιχείων της ΕΚΤ.
Η άνοδος των τιμών της ενέργειας, που ενδέχεται να επεκταθεί έως το 2023 μετά το εμπάργκο στις εισαγωγές πετρελαίου από τη Ρωσία, οι αυστηρότεροι νομισματικοί κανόνες και οι διαταραχές στο παγκόσμιο εμπόριο αναμένεται να επιβραδύνουν σημαντικά την ανάκαμψη. κρατική υποστήριξη και η εφαρμογή του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, αξίας 1,6% του ΑΕΠ ετησίως, θα παράσχει κάποια αντισταθμιστική στήριξη. Οι ενεργειακές επιδοτήσεις και, αργότερα το 2023, η αναμενόμενη υποχώρηση των τιμών της ενέργειας και άλλων διεθνών τιμών θα επιτρέψουν τη συγκράτηση του γενικού και, πιο σταδιακά, του βασικού πληθωρισμού.
Η Ελλάδα είναι κατά κύριο λόγο εκτεθειμένη στον πόλεμο στην Ουκρανία μέσω των εισαγωγών ενέργειας από τη Ρωσία, που ισοδυναμούν με το 30% της συνολικής κατανάλωσης ενέργειας.
Ο τερματισμός των υφιστάμενων δημοσιονομικών μέτρων όπως είχε προγραμματιστεί και ο περιορισμός τυχόν περαιτέρω μέτρων σε καλά στοχευμένη προσωρινή στήριξη για ευάλωτα νοικοκυριά θα επιτρέψει στην κυβέρνηση να ξαναχτίσει το πρωτογενές δημοσιονομικό της πλεόνασμα.