Η τελευταία έκθεση του ΟΟΣΑ επιβεβαιώνει την αποτελεσματικότητα και το κοινωνικό πρόσημο της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής. Επισημαίνει ειδικότερα την ενίσχυση του εισοδήματος των πολιτών μέσα από τη σημαντική ελάφρυνση της φορολογικής και ασφαλιστικής επιβάρυνσης και σημειώνει ότι η χώρα μας είχε κατά την περίοδο 2019-2021, τη δεύτερη μεγαλύτερη μείωση στη φορολογική επιβάρυνση των μισθωτών ανάμεσα στις χώρες του ΟΟΣΑ.
- Η Ελλάδα -και αυτό αφορά τόσο τους εργαζόμενους χωρίς παιδιά, όσο και τους εργαζόμενους με οικογένεια- πέτυχε συγκεκριμένα μείωση της επιβάρυνσης κατά 3,7%, έναντι μέσου όρου μείωσης 0,3% διεθνώς.
- Έτσι ο μέσος φορολογικός συντελεστής στην Ελλάδα διαμορφώνεται στο 22,4% χαμηλότερα από τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ, που ήταν 24,6%. Αυτό σημαίνει ότι στην Ελλάδα, ο μισθός ενός εργαζομένου, μετά από φόρους και παροχές, είναι υψηλότερος ως ποσοστό του ακαθάριστου μισθού του, σε σύγκριση με τον μέσο όρο των χωρών του Οργανισμού.
Πρόκειται για μια πολιτική, που περιλαμβάνει δεκάδες μειώσεις φόρων και ασφαλιστικών εισφορών, όπως, μεταξύ άλλων, είναι η μείωση του φόρου εισοδήματος, η μείωση του ΕΝΦΙΑ, η αναστολή της εισφοράς αλληλεγγύης και η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά 4 ποσοστιαίες μονάδες. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ:
- Το καθαρό ποσό που λαμβάνουν οι οικογένειες με παιδιά στην Ελλάδα, έχει βελτιωθεί σημαντικά αφού εφορία και ασφαλιστικά ταμεία αφαιρούσαν από τον μισθό ενός μέσου εργαζόμενου το 40,8% το 2017, το 38,9% το 2020 και το 36,7% το 2021.
- Ζευγάρια με δύο παιδιά είδαν διεθνώς ελάφρυνση κατά 0,36%, από το 2020 προς το 2021, ενώ στην Ελλάδα, ελάφρυνση 2,2%.
- Οι εργαζόμενοι άγαμοι είδαν διεθνώς ελάφρυνση 0,06% το 2021, ενώ στην Ελλάδα είχαν ελάφρυνση 2,23% που ήταν και η 2η μεγαλύτερη στα κράτη-μέλη του ΟΟΣΑ. Η φορολογική επιβάρυνση για τους άγαμους το 2014 ήταν στο 40,4%, το 2015 στο 34,7%, το 2016 στο 36,1%, το 2017 ανέβηκε στο 40,8%, το 2018 στο 40,9%, το 2019 στο 40,8%, ενώ με την κυβέρνηση της ΝΔ το 2020 στο 38,9% και το 2021 στο 36,7%.