Οι συνθήκες που διέπουν τις αγοραπωλησίες χρυσών λιρών εξακολουθούν να είναι ρευστές και ευμετάβλητες. Τόσο η προσφορά όσο και η ζήτηση, εξακολουθούν να αντικατοπτρίζουν ένα σχετικά περιορισμένο ενδιαφέρον με οικονομικούς όρους.
Τουλάχιστον αυτό είναι που συνάγεται σε αδρές γραμμές, μέσα από τα στοιχεία που δημοσιοποίησε χθες η τράπεζα της Ελλάδος. Στοιχεία τα οποία δείχνουν ότι:
Το 2022 οι Έλληνες ρευστοποίησαν 52.241 χρυσές λίρες. Αριθμός αυξημένος μεν κατά 14,6% σε σύγκριση με την προηγούμενη χρονιά, αλλά περίπου 85% χαμηλότερος σε σχέση με την πυρακτωμένη περίοδο των ετών 2007 και 2008.
Στην αντίπερα όχθη οι λίρες που αγοράστηκαν πέρσι ήταν 11.236. Εκφράζοντας ποσοστιαία άνοδο της τάξεως του 72%, καθώς η συγκριτική βάση του 2021 ήταν εξαιρετικά μικρή. Ενώ από την άλλη πλευρά οι περσινές αγορές χρυσών λιρών ήταν κατά 94% λιγότερες σε σύγκριση με την έκρηξη της ζήτησης που υπήρξε το 2010.
Κρίνοντας με βάση τη μεσοσταθμική πορεία των τιμών, οι Έλληνες που ρευστοποίησαν λίρες υπολογίζεται ότι καρπώθηκαν πέρσι περί τα 20,3 εκατ. ευρώ. Την ίδια στιγμή οι αγοραστές εκτιμάται ότι τοποθέτησαν κεφάλαια συνολικού ύψους 5,3 εκατ. ευρώ.
Στην πρώτη περίπτωση οι πωλητές, που κατά κανόνα προέρχονται από τις τάξεις των παλαιών κατόχων, προχώρησαν σε εκποιήσεις λιρών προκειμένου, όπως όλα δείχνουν, να κλείσουν τρύπες σε ατομικούς και οικογενειακούς ισολογισμούς. Πολύ λίγοι φαίνεται να είναι εκείνοι που ρευστοποίησαν για να κατοχυρώσουν υπεραξίες.
Σε ότι αφορά τους αγοραστές, η κεφαλαιακή δύναμη πυρός που χρησιμοποίησαν για τις τοποθετήσεις ήταν εξαιρετικά μικρή. Χωρίς να διαμορφώνει κάποια ουσιαστική επενδυτική στροφή. Παρά το γεγονός ότι ο πληθωρισμός, καιρό τώρα, δείχνει τα δόντια του και ο χρυσός αποτελεί το παραδοσιακότερο «εργαλείο» αντιστάθμισης των συναφών κινδύνων. Στην προκειμένη περίπτωση βέβαια ο χρυσός έχει απέναντί του την άνοδο των επιτοκίων, που εκ των πραγμάτων απομειώνει το κόστος ευκαιρίας για τον «βασιλιά» των μετάλλων.
Όπως και να’ χει η τιμή της χρυσής λίρας ενισχύθηκε πέρσι κατά 6,13% συμπληρώνοντας πέντε συνεχόμενα έτη ανόδου, με συνολικά κέρδη 57,9%…
Χθες η τράπεζα της Ελλάδος έδινε τιμή πώλησης στα 477,69 ευρώ και αγοράς (από την ίδια) στα 396,37 ευρώ. Διατηρώντας τη διαφορά (spread) στα τοκογλυφικά επίπεδα του 20,51%. Γεγονός που καταφανώς επιδρά ανασταλτικά για τους δυνητικούς αγοραστές.
Το πραγματικό παράδειγμα είναι χαρακτηριστικό: Αν στα τέλη του 2019 αγόραζε κάποιος μια χρυσή λίρα από τα ειδικά γκισέ της τράπεζας της Ελλάδος θα πλήρωνε 372,75 ευρώ. Αν την πουλούσε χθες θα εισέπραττε 396,37 ευρώ, καταγράφοντας πενιχρές αποδόσεις 6,3%. Όταν σε αυτό το τριετές διάστημα οι τιμές της λίρας ανέβηκαν κατά 28,2%… Αλλά αυτά τα μεγάλα κέρδη θυσιάστηκαν στο βωμό του εξωπραγματικού spread. Που υποτίθεται ότι έχει σκοπό να καλύψει λειτουργικά κόστη και να αποθαρρύνει φαινόμενα παράλογης ζήτησης… Κι όλα αυτά όταν για τους πωλητές λιρών είναι συχνότατο τα φαινόμενο να χαρακτηρίζονται κάποιες από αυτές ώς προβληματικές (χτυπημένες ή φθαρμένες) με συνέπεια να τιμολογούνται χαμηλότερα από τα αναγραφόμενα στα τρέχοντα δελτία τιμών.
Στις 9 Μαρτίου του 2022 η χρυσή λίρα έφτασε στα ιστορικά υψηλά της. Με την τράπεζα της Ελλάδος να δίνει για λίγη ώρα το πρωί εκείνης της μέρας, τιμή πώλησης στα 514,41 ευρώ και αγοράς στα 426,80 ευρώ. Επίπεδα από τα οποία τώρα οι τιμές είναι 7,13% χαμηλότερα.
Μια μέρα νωρίτερα, στις 8 του περσινού Μαρτίου, και στον απόηχο της έξαρσης της γεωπολιτικής αβεβαιότητας που δημιούργησε η Ρωσική εισβολής στην Ουκρανία, η τιμή του χρυσού έφτασε στα 2.070,57 δολάρια ανά ουγγιά, των 31,1 γραμμαρίων. Σε απόσταση μόλις 5 δολαρίων από το ρεκόρ όλων των εποχών.
Η τότε τιμή του πολύτιμου και άφθαρτου μετάλλου, ισοδυναμούσε βάσει της ισχύουσας συναλλαγματικής ισοτιμίας με 1.902,69 ευρώ ανά ουγκιά. Συνιστώντας ιστορικό ρεκόρ με όρους κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος.
Αργά χθες το βράδυ ο χρυσός έκανε πράξεις στα 1.876,70 δολάρια, που αντιστοιχούσαν σε 1.746,93 ευρώ. Έχοντας ενισχυθεί σε μηνιαίο χρονικό ορίζοντα κατά 3,08% με όρους ευρώ και κατά 5,08% με όρους δολαρίου. Ενώ στο τελευταίο 12μηνο ή αντίστοιχη άνοδος είναι 9,7% και 3,9%, ενσωματώνοντας και την πορεία των συναλλαγματικών ισοτιμιών.
Ορισμένοι αυτόκλητοι «προφήτες» βλέπουν τον χρυσό μακροπρόθεσμα στα 4.000 δολάρια ανά ουγγιά, αλλά τέτοιου είδους εκτιμήσεις είναι εμφανές ότι γίνονται προς άγραν εντυπώσεων. Οι πιο ορθολογικές κρίσεις των αναλυτών θεωρούν ότι το πολύτιμο μέταλλο θα κινηθεί το 2023 προς την περιοχή των 1.950 έως 2.100 δολαρίων. Αλλά και σε αυτήν την περίπτωση οι εκπλήξεις, προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση, είναι πάντα μέσα στο παιχνίδι.