19.8 C
Athens
Friday, November 22, 2024
More

    Οι Πρότυπες Προτάσεις του Υπουργείου Υποδομών δεν βρίσκουν σύμφωνη την Παγκόσμια Τράπεζα

    Νόμος του Υπουργείου Υποδομών θα επιτρέπει στον ιδιωτικό τομέα να συμμετέχει στη χάραξη σημαντικών έργων υποδομής. Έτσι θα του δίνεται η δυνατότητα να προτείνει νέα projects. Αυτό θα γίνεται καθώς οι εταιρίες θα αναλαμβάνουν τη μελετητική ωρίμανση νέων έργων, τα οποία στη συνέχεια θα δίνουν το πράσινο φως για τη δημοπράτηση των έργων. Σημειώνεται πως η νέα αυτή μέθοδος αφορά έργα αξίας άνω των 200 εκατ. ευρώ και πρέπει να είναι νέες προτάσεις.

    Αυτά είναι η απαραίτητη γραφειοκρατία για την εκκίνηση ενός νέου διαγωνισμού και η εύρεση χρηματοδότησης, καθώς για την η πλειοψηφία των έργων πνοής απαιτείται κατά κύριο λόγο ευρωπαϊκή χρηματοδότηση και ως εκ τούτου χρειάζονται χρονοβόρες διαπραγματεύσεις με την Κομισιόν.

    Επιπλέον αρκετά είναι τα έργα, κυρίως οδικά, τα οποία δύσκολα θα εντάσσονται στα νέα προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΣΠΑ) με αποτέλεσμα να συντελείται μια στροφή προς τις συμπράξεις δημοσίου και ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ) και τις παραχωρήσεις, στις οποίες οι Πρότυπες Προτάσεις θα μπορούσαν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο.

    Η έρευνα της παγκόσμιας τράπεζας, η οποία προκύπτει από την εμπειρία στις χώρες που έχουν υιοθετήσει διάφορες μορφές του συστήματος των Πρότυπων Προτάσεων (Unsolicited Proposals), εφιστά την προσοχή σε αρκετά ζητήματα που αφορούν τη δημοπράτηση έργων υποδομής με αυτό το σύστημα.

    Κατά κύριο λόγο εξετάζεται το επίπεδο του ανταγωνισμού, καθώς δεν αποκλείεται να υπάρχει μειωμένο ενδιαφέρον εκ μέρους των αντίπαλων εταιρειών, τη χρηματοδότηση και την ποιότητα των έργων που προτείνονται, και το ισοζύγιο κόστους-οφέλους.

    Επισημαίνεται, επίσης, ότι αρκετές χώρες του Δυτικού Κόσμου, μεταξύ αυτών και το Ηνωμένο Βασίλειο, δεν εφαρμόζουν τις Πρότυπες Προτάσεις, ειδικά όσον αφορά τις παραχωρήσεις.

    Σχετικά με τη χρηματοδότηση, η οποία είναι ένα από τα βασικά προβλήματα που επιδιώκεται να λυθούν μέσω των Πρότυπων Προτάσεων, η ίδια έρευνα αναφέρει ότι δεν υπάρχουν οι απαραίτητες ενδείξεις που να αποδεικνύουν ότι το συγκεκριμένο σύστημα εξασφαλίζει καλύτερους πόρους.

    Ένα επιπλέον ζήτημα είναι το γεγονός ότι τα έργα που δημοπρατούνται ως Πρότυπες Προτάσεις δεν υλοποιούνται πιο «εύκολα» συγκριτικά με αυτά που σχεδιάζει και δημοπρατεί ο δημόσιος τομέας. Επίσης, στην έρευνα τονίζεται ότι δεν αποκλείεται τα έργα αυτά να καθυστερούν λόγω δημόσιων αντιπαραθέσεων. Αυτές θα έχουν ως αποτέλεσμα επαναδιαπραγματεύσεις, οι οποίες μπορεί να διαρκέσουν αρκετά χρόνια με αποτέλεσμα να σημειώνονται καθυστερήσεις στα χρονοδιαγράμματα δημοπράτησης και υλοποίησης.

    Επιπλέον, η Παγκόσμια Τράπεζα επισημαίνει ότι οι περισσότερες Πρότυπες Προτάσεις δεν προτείνουν καινοτόμα projects. Κυρίως αφορούν έργα που προστίθενται στο pipeline της εκάστοτε κυβέρνησης.

    Στην έρευνα επισημαίνεται ότι σημαντικό ρόλο στη σωστή εφαρμογή των Πρότυπων Προτάσεων διαδραματίζει ο βαθμός και το χρονικό σημείο συμμετοχής του προτείνοντα στο project development.

    Εάν, η εταιρεία συμμετέχει σε αυτά αφού έχει πάρει το πράσινο φως από τις αρμόδιες υπηρεσίες, ενδέχεται να προκύψουν οι εξής προκλήσεις σχετικά με:

    1. Την ύπαρξη ίσων όρων υποβολής προσφορών κατά τη διάρκεια της διαγωνιστικής διαδικασίας
    2. Αν το προτεινόμενο έργο ανταποκρίνεται στα απαραίτητα κριτήρια εξασφάλισης του δημόσιου συμφέροντος
    3. Την αποδυνάμωση του Δημόσιου Τομέα όσον αφορά στην ανάπτυξη και τη διεξαγωγή διαγωνισμών.

    Σύμφωνα πάντοτε με την έρευνα έχει αποδειχθεί εμπειρικά ότι σε αυτή την περίπτωση υπάρχει ελάχιστος ή και καθόλου ανταγωνισμός, γεγονός και το οποίο μεταφράζεται σε χαμηλότερη σχέση ποιότητας-τιμής.

    Ανησυχία, επίσης, φαίνεται πως προκαλεί στον ανταγωνισμό και το χρονικό περιθώριο που του δίνεται για να υποβάλει τις προσφορές του.

    Αυτό συμβαίνει, καθώς το κόστος για την προετοιμασία προσφορών είναι αρκετά υψηλό, ενώ υπάρχει η αίσθηση πως ο προτείνων διαθέτει κάποιου είδους πλεονέκτημα.

    Για να αντιμετωπιστεί αυτό το πρόβλημα η Παγκόσμια Τράπεζα αναφέρει πως είναι απαραίτητο να δοθεί ένα διάστημα από τρεις έως έξι μήνες για την προετοιμασία όλων των ενδιαφερομένων εταιρειών.

    Ένα ακόμα σημείο που χρήζει εξέτασης στις Πρότυπες Προτάσεις, όπως επισημαίνεται στην έρευνα, είναι η δυνατότητα που δίνεται στους προτείνοντες να υποβάλουν βελτιωμένες προσφορές. Αντ’αυτού συνιστάται να παρέχονται κάποια μικρά «bonus» στους προτείνοντες που δεν αφορούν τη διαγωνιστική διαδικασίας.

    Μάλιστα, υπάρχουν κράτη που δε δίνουν κανένα πλεονέκτημα, καθώς έχει παρατηρηθεί πως κάθε είδους «κίνητρο» μπορεί να ενθαρρύνει αρχικά τις ιδιωτικές εταιρείες αλλά για λάθους λόγους.

    Εν τούτοις, υπάρχει μία λύση που μπορεί να λειτουργήσει θετικά και αυτή είναι η αποζημίωση της εταιρείας, που πρότεινε το έργο, για τα κόστη που αφορούν τις μελέτες για το προτεινόμενο έργο.
    Στην ίδια έρευνα τονίζεται πως η ύπαρξη στρατηγικών ανταγωνιστικών πλεονεκτημάτων όσον αφορά την εταιρεία που προτείνει το έργο, μπορεί να λειτουργήσουν αποτρεπτικά για τον υπόλοιπο ανταγωνισμό.

    Μερικά παραδείγματα τέτοιων πλεονεκτημάτων είναι τα εξής:

    Ο προτείνων να διαθέτει ήδη την έκταση όπου θα υλοποιηθεί το έργο

    Να προτείνεται συγκεκριμένη τεχνολογία που να μη διαθέτει ο ανταγωνισμός

    Να υπάρχουν ήδη γειτονικά έργα υποδομών με αποτέλεσμα να δημιουργούνται οικονομίες κλίμακας.

    Τελευταία Άρθρα

    Σχετικά Άρθρα