Ο ελληνικός τραπεζικός κλάδος επιστρέφει, για πρώτη φορά μετά από 15 χρόνια, σε αναπτυξιακή τροχιά. Υψηλοί ρυθμοί κερδοφορίας, εξαγορές και συγχωνεύσεις και δημιουργία πέμπτου τραπεζικού πόλου είναι μερικές από τις εξελίξεις που προοιωνίζονται για τους επόμενους μήνες αλλάζοντας δραστικά το τοπίο.
Τα ετήσια κέρδη που θα ανακοινώσουν οι τέσσερις συστημικές τράπεζες εντός του προσεχούς μήνα εκτιμάται ότι θα ξεπεράσουν τα 3,5 δισ. ευρώ, τοποθετώντας τον κλάδο στο κάδρο της ανάπτυξης για πρώτη φορά μετά τις διαδοχικές πολυετείς κρίσεις. Η άνοδος των επιτοκίων της ΕΚΤ κατά τρεις ποσοστιαίες μονάδες από τον περασμένο Ιούλιο αποφέρει πλέον σημαντικά οργανικά κέρδη στα πιστωτικά ιδρύματα που “χτίζουν” αργά αλλά σταθερά την κεφαλαιακή τους βάση, ενισχύοντας τους εποπτικούς δείκτες.
Ανώτατες πηγές του κλάδου εμφανίζονται πεπεισμένες σε δηλώσεις τους στο Capital.gr ότι τα πιστωτικά ιδρύματα θα διατηρήσουν και θα ενισχύσουν την οργανική τους κερδοφορία και το 2023, αν και σε συνολική βάση ενδεχομένως να υπάρξει μείωση λόγω των υψηλών επαναλαμβανόμενων εσόδων που κατέγραψαν το περασμένο έτος.
Οι αυξημένες προσδοκίες για τον κλάδο αποτυπώνονται με ράλι στο χρηματιστηριακό ταμπλό, με τις τραπεζικές μετοχές να ανακτούν επιτέλους το έδαφος που έχασαν λόγω της πανδημικής κρίσης. Σημαντικός λόγος ανάκαμψης των τραπεζικών μετοχών είναι η σύγκλιση που επιτεύχθηκε τους τελευταίους μήνες σε όρους P/TBV έναντι των ευρωπαϊκών τραπεζών, με τους επενδυτές να επικεντρώνονται πλέον στην κερδοφορία (P/E).
Υψηλές προσδοκίες από τον κλάδο δημιουργούν, επίσης, τα σχέδια της κυβέρνησης να δρομολογήσει την αποεπένδυση του Δημοσίου από τις τέσσερις συστημικές τράπεζες εντός των επόμενων μηνών, με το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας να βρίσκεται σε διαδικασία επιλογής συμβούλων διάθεσης. Παρότι ακόμη δεν είναι γνωστό το ακριβές πλάνο διάθεσης των ποσοστών του ΤΧΣ, εκτιμάται ότι αυτό θα γίνει με πολύ προσεκτικά βήματα –αρχικά με διάθεση ποσοστών κάτω του 10%– και πάντοτε συναρτήσει των ευρύτερων συνθηκών της αγοράς. Για τον λόγο αυτό, δεν αναμένονται εξελίξεις πριν τις προσεχείς εθνικές εκλογές, ενώ ορόσημο για την επιλογή του timing αναμένεται να αποτελέσει η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας εντός του έτους.
Σε κάθε περίπτωση, η στρατηγική αποεπένδυσης του Δημοσίου έχει ανοίξει την “όρεξη” σημαντικών ξένων και εγχώριων ιδιωτών επενδυτών που εκδηλώνουν επίσημα το ενδιαφέρον τους σε κυβέρνηση και ΤΧΣ. Ενδεικτικές περιπτώσεις είναι το σαουδαραβικό κρατικό fund PIF που ενδιαφέρεται να επενδύσει στην Εθνική Τράπεζα –και παραμένει στο “παιχνίδι” σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες– καθώς και το fund ΙΟΝ του Ιταλού μεγιστάνα Αντρέα Πινιατάρο που έχει βάλει “πλώρη” για την απόκτηση στρατηγικού ποσοστού στην Τράπεζα Πειραιώς.
Αυξημένη κινητικότητα παρατηρείται στους τελευταίους μήνες στις μικρότερες τράπεζες, με εξαγορές και επενδύσεις να συνθέτουν το νέο τοπίο του “μη συστημικού” –πέμπτου κατά πολλούς– τραπεζικού πυλώνα. Τη “σκανδάλη” των καταιγιστικών αλλαγών πάτησε η Παγκρήτια Τράπεζα με τη συμφωνία συγχώνευσης με το ελληνικό παράρτημα της HSBC που δίνει εθνική προοπτική στην περιφερειακή τράπεζα. Ακολούθησε η συμφωνία εξόδου της Lyktos Group του Μιχάλη Σάλλα και η είσοδος του επενδυτικού σχήματος Μπάκος-Καϋμενάκης-Εξάρχου, μέσω της Thrivest, στην αύξηση μετοχικού κεφαλαίου που τους “χάρισε” το πλειοψηφικό μερίδιο της τράπεζας. Πρόσφατη εξέλιξη είναι η συμφωνία απορρόφησης της Συνεταιριστικής Κεντρικής Μακεδονίας που ενισχύει την παρουσία της Παγκρήτιας εντός του νησιού.
Στην Attica Bank, η αλλαγή διοίκησης το περασμένο καλοκαίρι ενεργοποίησε σημαντικές εξελίξεις με κυριότερη την αποχώρηση του ιδιώτη μετόχου Ellington από το μετοχικό της κεφάλαιο πριν λίγες εβδομάδες. Το επίσημο ενδιαφέρον που έχει διατυπώσει το εφοπλιστικό επενδυτικό σχήμα μέσω της Thrivest για είσοδο στην επικείμενη αύξηση μετοχικού κεφαλαίου, ύψους 473,3 εκατ. ευρώ, αλλάζει τις ισορροπίες, ανοίγοντας τον δρόμο για ενδεχόμενη συγχώνευση μελλοντικά με την Παγκρήτια Τράπεζα. Αυτό που προέχει –και αποτελεί το πιο δύσκολο στοίχημα για την ανανεωμένη διοικητική ομάδα υπό την Ελένη Βρεττού– είναι η εκκαθάριση του ενεργητικού από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια ύψους 2,6 δισ. ευρώ, κάτι που αναμένεται να δρομολογηθεί σύντομα μέσω της πώλησης των “κόκκινων” χαρτοφυλακίων.
Η ενίσχυση των μικρότερων παικτών, συμπεριλαμβανομένης της Optima Bank, έχει “ταράξει” τα νερά στην τιμολογιακή πολιτική των τραπεζών με ανακοίνωση νέων, αυξημένων επιτοκίων στις προθεσμιακές καταθέσεις που αγγίζουν τα επίπεδα του 2,5%-3% από 20-30 μ.β. που ήταν το φθινόπωρο. Σε αυτήν τη στροφή έπαιξε ζωτικό ρόλο, βέβαια, η συνεχιζόμενη πίεση εκ μέρους του υπουργείου Οικονομικών για αναπροσαρμογή των επιτοκίων, όχι μόνο των δανείων αλλά και των καταθέσεων, στον απόηχο των επιθετικών αυξήσεων από την ΕΚΤ.
Η “κόντρα” τραπεζιτών-κυβέρνησης τους προηγούμενους μήνες οδήγησε, επίσης, σε αναθεώρηση περιορισμένων προμηθειών που χρεώνουν οι τράπεζες σε ένα μεγάλο εύρος συναλλαγών. Νέα τάση στο συναλλακτικό μοντέλο των εγχώριων τραπεζών, σε μια προσπάθεια αναδιάρθρωσης και εκσυγχρονισμού του λειτουργικού τους μοντέλου, είναι η καθιέρωση πάγιου τέλους ανά τραπεζική σχέση, η οποία στόχος είναι να αντικαταστήσει τις μεμονωμένες χρεώσεις που σε αρκετές περιπτώσεις είναι αρκετές “τσουχτερές”. Το επιχείρημα των τραπεζών στο σημείο αυτό είναι ότι, για τις ελληνικές τράπεζες τα έσοδα από προμήθειες αναλογούν μόλις στο 1/5 των συνολικών εσόδων, έναντι 40% που είναι η αναλογία στο εξωτερικό.
Παράλληλα, συνεχίζεται –αν και με αργούς ρυθμούς– η ψηφιοποίηση του παραδοσιακού τραπεζικού κλάδου είτε μέσω έμμεσων επενδύσεων σε συστήματα και τεχνογνωσία, είτε μέσω άμεσων επενδύσεων με εξαγορές και συμπράξεις με Fintechs προκειμένου να επιταχύνουν τον ψηφιακό βηματισμό τους. Τέτοιο παράδειγμα είναι η δημιουργία της neobank Shnappi από την Τράπεζα Πειραιώς σε συνεργασία με τη Natech με στόχο τη μεταφορά ενός μέρους της πελατείας σε αποκλειστικά ψηφιακό περιβάλλον. Ανάλογες δυναμικές ενέργειες εξετάζουν, σύμφωνα με πληροφορίες, και οι υπόλοιποι συστημικοί παίκτες του κλάδου.