Ο Dow Jones υποχώρησε 332,57 μονάδες ή 0,98% κλείνοντας στις 33.665,08 μονάδες. Ο S&P 500 κατέγραψε απώλειες 1,34% στις 4.314,60 μονάδες, ενώ ο Nasdaq σημείωσε τη μεγαλύτερη πτώση, της τάξης του 1,62%, τερματίζοντας τη συνεδρίαση στις 13.314,30 μονάδες. Κανένας από τους τρεις χρηματιστηριακούς δείκτες δεν πέρασε σε θετικό έδαφος στη διάρκεια της συνεδρίασης.
Η απόδοση του αμερικανικού 10ετούς ξεπέρασε το 4,9% για πρώτη φορά από το 2007, ενώ το μέσο επιτόκιο των στεγαστικών δανείων 30ετούς διάρκειας σταθερού επιτοκίου άγγιξε το 8%, που είναι το υψηλότερο επίπεδο από τα μέσα του 2000.
«Οι αγορές προσπαθούν να μαντέψουν μέχρι πού θα φθάσουν τα επιτόκια. Θέλουν να δουν τι θα συμβεί εάν οι αποδόσεις των 10ετών αγγίξουν το 5%», αναφέρει ο Τζέιμι Κοξ, εταίρος της Harris Financial.
H J.B.Hunt βούλιαξε 9% στον απόηχο των χειρότερων του αναμενομένου κερδών τρίτου τριμήνου, ενώ η United Airlines σημείωσε πτώση 9,7%, καθώς έδωσε χειρότερη εικόνα για την πορεία των κερδών της. Η μετοχή της Morgan Stanley υποχώρησε 6,8% στην χειρότερη ημερήσια επίδοση από το 2020, καθώς η εξασθενημένη εικόνα του τμήματος διαχείρισης πλούτου της τράπεζας επισκίασε τα υπόλοιπα αποτελέσματα.
Ωστόσο, η Procter & Gamble ενισχύθηκε 2,6% καθώς τα αποτελέσματα τριμήνου ήταν καλύτερα των προβλέψεων των αναλυτών.
Μέχρι στιγμής, μόλις το 10% των εισηγμένων στο δείκτη S&P 500 έχουν ανακοινώσει αποτελέσματα τρίτου τριμήνου, σύμφωνα με στοιχεία της FactSet. Από αυτές, το 78% έχουν παρουσιάσει αποτελέσματα καλύτερα των προσδοκιών.
Ο στρατηγικός αναλυτής της Charles Schwab, Κέβιν Γκόρντον, αναφέρει ότι η αγορά έχει στραμμένη την προσοχή της στον ρυθμό αύξησης των εσόδων στην τρέχουσα περίοδο εταιρικών αποτελεσμάτων. Προσέθεσε δε ότι οι επενδυτές προσπαθούν να μαντέψουν ποιές επιχειρήσεις περιμένουν αυξημένη ζήτηση και ποιές ενισχύσουν τα κέρδη τους μέσω μέτρων μείωσης του κόστους.
Οι μετοχές του κλάδου επεξεργαστών, όπως Nvidia και Advanced Micro Devices, δέχθηκαν πιέσεις για δεύτερη διαδοχική συνεδρίαση, καθώς οι επενδυτές συνέχισαν να ρευστοποιουν αυτές τις εταιρείες. Η κίνηση αυτή αποδίδεται στην ανακοίνωση του αμερικανικού υπουργείου Εμπορίου ότι σχεδιάζει να καταστήσει πιο αυστηρούς τους περιορισμούς για τις πωλήσεις προηγμένων τσιπ τεχνητής νοημοσύνης στην Κίνα.
Την ίδια στιγμή, η Wall Street συνεχίζει να αξιολογεί τον αντίκτυπο από την κλιμακούμενη ένταση στη Μέση Ανατολή, μετά την επίσκεψη του Αμερικανού προέδρου Τζο Μπάιντεν στο Ισραήλ.