14.3 C
Athens
Friday, November 22, 2024
More

    O 30χρονος Ben Francis της εταιρείας αθλητικού ρουχισμού Gymshark μπήκε στο κλαμπ των δισεκατομμυριούχων το 2023

    Την 1η Δεκεμβρίου 2021, ο Ben Francis βρισκόταν έξω από ένα κλειστό κατάστημα J. Crew στην Regent Street του Λονδίνου, τον βασικό προορισμό για ψώνια στην καρδιά της βρετανικής πρωτεύουσας. Φορώντας ένα κομψό, μαύρο αθλητικό μπουφάν που είχε σχεδιάσει ο ίδιος, ο Francis είχε να ανακοινώσει κάτι: η Gymshark, η μάρκα αθλητικών ρούχων που είχε ιδρύσει, θα άνοιγε το πρώτο της κατάστημα.

    “Πρόκειται για μία πραγματικά σουρεαλιστική στιγμή”, είπε σε ένα βίντεο για το Youtube. “Το να έχω ξεκινήσει αυτή τη μάρκα από το υπνοδωμάτιό μου και να έχω τώρα το δικό μου κατάστημα στην Regent Street είναι εξωπραγματικό”.

    Δέκα μήνες μετά, το κατάστημα Gymshark άνοιξε τις πόρτες του, ένα ορόσημο για μια εταιρεία που αναπτύψθηκε σχεδόν εξ ολοκλήρου στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και μέσω συνεργασιών με influencers γυμναστικής στο TikTok και στο Instagram. Ξεκινώντας το 2012 από το γκαράζ των γονιών του, ο Francis ανέδειξε την Gymshark σε μια υπολογίσιμη δύναμη στον χώρο του αθλητικού ρουχισμού, η οποία το 2020 αποτιμήθηκε στα 1,45 δισ. δολάρια, όταν ο Francis πούλησε το 21% των μετοχών του στην General Atlantic. Το επόμενο έτος, τα καθαρά κέρδη υπερδιπλασιάστηκαν στα 68 εκατ. δολάρια, ενώ τα έσοδα αυξήθηκαν κατά 78% στα 608 εκατ. δολάρια.

    Αυτή η πορεία έκανε τον Francis δισεκατομμυριούχο. Το Forbes εκτιμά ότι το μερίδιο του 70% που κατέχει ο Francis στην Gymshark αξίζει πλέον 1,2 δισ. δολάρια, καθιστώντας τον 30χρονο επιχειρηματία έναν από τους νεότερους -παγκοσμίως- που μπαίνουν στο κλαμπ των δισεκατομμυριούχων το 2023.

    Ήταν ένα μακρύ ταξίδι για τον Francis, ο οποίος άφησε το κολέγιο και εξακολουθεί να διευθύνει την επιχείρηση από το Solihull, μια πόλη κοντά στο σπίτι των γονιών του έξω από το Μπέρμιγχαμ. Γεννημένος στην περιοχή West Midlands της Αγγλίας το 1992, ο Francis μεγάλωσε ονειρευόμενος μια καριέρα ποδοσφαιριστή, αλλά γρήγορα συνειδητοποίησε ότι δεν ήταν αρκετά καλός για να τα καταφέρει ως επαγγελματίας. Αντ’ αυτού, σε ηλικία 17 ετών, εγγράφηκε σε γυμναστήριο και παράλληλα ξεκίνησε μαθήματα πληροφορικής, εφαρμόζοντας τις νέες του γνώσεις παρακολουθώντας βίντεο γυμναστικής στο YouTube και δημιουργώντας απλές εφαρμογές που βοηθούσαν τους χρήστες να κρατούν ημερολόγια προπόνησης και να έχουν πρόσβαση σε ασκήσεις για απώλεια λίπους.

    “Ήταν απλές, αλλά μου επέτρεπαν να εφαρμόσω τη δημιουργικότητά μου στις δύο εμμονές μου”, έγραψε ο Francis σε μια ανάρτηση στο blog του. “Και οι δύο εφαρμογές μπήκαν στα κορυφαία charts στο Ηνωμένο Βασίλειο, αν και, το 2011, ο ανταγωνισμός δεν ήταν ιδιαίτερα μεγάλος”.

    Σε ηλικία 18 ετών γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο Aston του Μπέρμιγχαμ, ενώ τα βράδια δούλευε ως delivery για την Pizza Hut και στον ελεύθερό του χρόνο πήγαινε στο γυμναστήριο. Δεν αρκέστηκε στον μισθό των 8 δολαρίων την ώρα, συνεργάστηκε με έναν φίλο του, τον Lewis Morgan και άρχισαν να πωλούν συμπληρώματα διατροφής στο διαδίκτυο, αγοράζοντας απευθείας από τους προμηθευτές και πουλώντας με μικρό περιθώριο κέρδους μέσα από έναν ιστότοπο που ονόμασαν Gymshark.

    Η πώληση συμπληρωμάτων διατροφής ήταν μια δύσκολη επιχείρηση. Ταυτόχρονα, ο Francis δυσκολευόταν να βρει ρούχα που θα αναδείκνυαν τους μύες του. Έτσι, αυτός και ο Morgan χρησιμοποίησαν τα ισχνά κέρδη τους για να αγοράσουν εξοπλισμό μεταξοτυπίας και μια ραπτομηχανή και άρχισαν να ράβουν τα δικά τους αθλητικά ρούχα στο γκαράζ των γονιών του Francis. (Ο Morgan πούλησε το μερίδιό του στην Gymshark έναντι περίπου 130 εκατ. δολαρίων το 2020 ως μέρος της συμφωνίας με την General Atlantic).

    “Ρούχα για το bodybuilding δεν υπήρχαν”, δήλωσε ο Francis στο Forbes το 2020. “Όλοι οι ήρωές μου ήταν YouTubers, οπότε τους έστελνα προϊόντα μου”.

    Η πρώτη τους μεγάλη ευκαιρία ήρθε 10 μήνες αργότερα, το 2013, όταν νοίκιασαν ένα περίπτερο στο BodyPower, τη μεγαλύτερη έκθεση bodybuilding της Ευρώπης. “Συνέρρεαν άνθρωποι που ήθελαν να γνωρίσουν τους αθλητές, ήθελαν να δουν το προϊόν -και [εμείς] ξεπουλήσαμε στην εκδήλωση”, λέει ο Francis.

    Άρχισαν να μοιράζουν δωρεάν εξοπλισμό σε influencers της άρσης βαρών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, εκτοξεύοντας τον ημερήσιο τζίρο πωλήσεων της Gymshark από τα 450 δολάρια την ημέρα στις 45.000. Στη συνέχεια, ο Francis ξεκίνησε μια εκστρατεία επιθετικού μάρκετινγκ που βασιζόταν στην καταβολή μικρών ποσών σε αστέρες του fitness με έντονη διαδικτυακή παρουσία, μοιράζοντας μόλις 500 δολάρια το μήνα σε influencers που θα επιδείκνυαν τα ρούχα της Gymshark στα βίντεό τους.

    Το 2018, η Gymshark άφησε πίσω της το γκαράζ και άνοιξε τα κεντρικά της γραφεία στο Solihull. Στη συνέχεια, ο Francis άρχισε να διοργανώνει διάφορες εκδηλώσεις (popups) με την ονομασία “We Lift This City” σε πόλεις σε όλο τον κόσμο. Την ίδια χρονιά, ο Francis συμπεριλήφθηκε στη λίστα 30 Under 30 Europe του Forbes.

    Οι πωλήσεις εκτοξεύτηκαν και πάλι, σημειώνοντας άνοδο 62% κατά μέσο όρο κάθε χρόνο από το 2018. Τον Αύγουστο του 2020, ένα χρόνο αφότου η Gymshark έφτασε τα 214 εκατ. δολάρια σε έσοδα και τα 18 εκατ. δολάρια σε καθαρά κέρδη, η General Atlantic αγόρασε ένα μερίδιο, και ενώ η πανδημία ανάγκαζε τα γυμναστήρια σε όλο τον κόσμο να αναστείλουν τη λειτουργία τους. Έναν χρόνο αργότερα, η Gymshark άνοιξε τα πρώτα της γραφεία στις ΗΠΑ και συγκεκριμένα στο Ντένβερ.

    Ενώ η μέση ετήσια ανάπτυξη της Gymshark ξεπερνά κατά πολύ εκείνη των μεγαθηρίων Nike (7% από το 2018) και Lululemon (26%), εντούτοις απέχει ακόμη πολύ από το να φτάσει τα 47 δισ. δολάρια τζίρου που κατέγραψε πέρυσι η Nike, ή ακόμη και τα 8 δισ. δολάρια της Lululemon.

    Υπήρξαν και αντιξοότητες: η δημόσια εγγραφή στο Χρηματιστήριο του Λονδίνου που σχεδιαζόταν πέρυσι, τελικά δεν υλοποιήθηκε, ενώ η Gymshark έκλεισε το μεγαλύτερο μέρος των δραστηριοτήτων της στις ΗΠΑ τον Μάρτιο.

    Παρόλα αυτά, η στρατιά των influencers του Francis τον έχει κάνει ήδη δισεκατομμυριούχο και η τοποθεσία του νέου καταστήματος της εταιρείας στο Λονδίνο -έξι λεπτά με τα πόδια από τη ναυαρχίδα της Nike και μόλις ένα τετράγωνο μακριά από τη Lululemon- δείχνει προς τα πού θέλει να οδηγήσει το ταχέως αναπτυσσόμενο brand του ο Francis.

    “Όταν ξεκίνησε η Apple, υιοθετήθηκε από αρχιτέκτονες, δημιουργούς και άλλoυς cool τύπους”, λέει ο Francis. “Οι δικοί μας fans προσέχουν τη διατροφή τους και ξέρουν πώς να σηκώνουν βάρη”.

    Τελευταία Άρθρα

    Σχετικά Άρθρα