Συνεχίζεται με υψηλές ταχύτητες η πορεία του ελληνικού ακτινίδιου στις αγορές του εξωτερικού, καταρρίπτοντας κάθε χρόνο τα προηγούμενα ρεκόρ. Η Ελλάδα βρίσκεται πλέον στη δεύτερη θέση στην παγκόσμια παραγωγή, ξεπερνώντας την Ιταλία. Η πρώτη παραγωγός χώρα παραμένει η Νέα Ζηλανδία.
Η φετινή παραγωγή πανελλαδικά άγγιξε τους 300.000 τόνους. Ο Χρήστος Κολιός, πρόεδρος της Εθνικής Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Ακτινιδίου (ΕΔΟΑ), δήλωσε: «Στα επόμενα 4 χρόνια θα ξεπεράσουμε τους 600.000 τόνους, αν οι καιρικές συνθήκες είναι ευνοϊκές καθώς η κλιματική αλλαγή πλέον είναι απρόβλεπτη».
Συνολικά σε όλες τις παραγωγικές περιοχές της χώρας η καλλιέργεια ακτινιδίου καταλαμβάνει 135.631 στρέμματα. Τα περισσότερα καλλιεργήσιμα στρέμματα βρίσκονται στην Πιερία με 35.000 στρέμματα. Φέτος οι τιμές για τον παραγωγό κινήθηκαν από 0,30 έως 0,40 ευρώ/κιλό, ενώ περιοχές με πιο ποιοτικά και μεγάλα φρούτα έφτασαν ακόμα και τα 0,55 έως 0,60 ευρώ/κιλό.
Το κόστος παραγωγής έχει αυξηθεί τουλάχιστον 40% σε σχέση με πέρυσι. Ενδεικτικά αναφέρεται το κόστος άρδευσης και λίπανσης που έχουν εκτοξευθεί, το κόστος της ενέργειας, ενώ μεγάλο πρόβλημα αποτελεί η έλλειψη εργατικών χεριών. Παράλληλα, οι αυξήσεις στην ενέργεια έχουν εκτοξεύσει το κόστος αποθήκευσης σε τιμή δεκαπλάσια σε σχέση με την εμπορική περίοδο 2020-2021 (από 0,02 λεπτά το κιλό ανά μήνα αποθήκευσης σε 0,22 λεπτά το κιλό /μήνα αποθήκευσης).
Το 85-90% της παραγωγής εξάγεται στις αγορές, όχι μόνο στις ευρωπαϊκές αλλά και στις παγκόσμιες. Από 1 Σεπτεμβρίου 2022 έως και τις 28 Απριλίου 2023 οι εξαγωγές ακτινιδίου έφτασαν τους 196.750 τόνους έναντι 186.692 τόνων την αντίστοιχη περσινή περίοδο.
Από την ποσότητα των 196.750 τόνων, οι 13.793 τόνοι είχαν προορισμό τις ΗΠΑ, 28.333 τόνοι την Ισπανία, 20.298 τόνοι την Ιταλία, 6.725 τόνοι τον Καναδά, 20.049 τόνοι την Ινδία και 385 τόνοι την νέα αγορά του Ισραήλ.