Διανύουμε τη σημαντικότερη περίοδο από καταβολής του Χριστιανισμού, την Εβδομάδα των Παθών, με αποκορύφωμα την Ανάσταση του Θεανθρώπου το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου που αποτελεί το απαύγασμα και το μήνυμα της Ορθοδοξίας. Ποιος ήταν όμως ο ρόλος των γυναικών την εν λόγω περίοδο; “H γυναικεία παρουσία φαίνεται να διαδραμάτισε συγκεκριμένο ρόλο με κοινό παρονομαστή, στην ιστορία των Παθών του Χριστού. Αυτόν του συμπαραστάτη αλλά και αυτόν του προσώπου που δεν αμφιβάλλει ποτέ“, αναφέρει η Νεκταρία Καραντζή, η οποία έχει αναδείξει τη γυναικεία Ψαλτική Τέχνη στην Ελλάδα, αλλά και παγκοσμίως. Εν συνεχεία συμπληρώνει σχετικά, «Έχει αγνοηθεί ο ιστορικός ρόλος των γυναικών αποστόλων και ιδιαιτέρως της Μαρίας Μαγδαληνής».
«Από τη Μαρία Μαγδαληνή και τις λοιπές μυροφόρες ως την Πρόκλα, τη γυναίκα του Πιλάτου, η γυναικεία παρουσία φαίνεται να διαδραμάτισε συγκεκριμένο ρόλο με κοινό παρονομαστή, στην ιστορία των Παθών του Χριστού. Αυτόν του συμπαραστάτη αλλά και αυτόν του προσώπου που δεν αμφιβάλλει ποτέ. Συμπαρίσταται, είτε με τον θρήνο είτε με τον λόγο της, είτε με την θαρραλέα παρουσία της που αψηφά «τον φόβο των Ιουδαίων», ο οποίος έκανε τους αποστόλους, εκτός του Ιωάννη, να κρυφτούν. Αλλά είναι και αυτή που δεν αμφιβάλλει για την Ανάσταση, όσο εξωπραγματική κι αν θα μπορούσε να φαντάζει στον ανθρώπινο νου, την ίδια στιγμή που οι απόστολοι αρχικώς το αμφισβητούν. Είναι άλλωστε η Μαρία Μαγδαληνή που γίνεται η πρώτη αυτόπτης μάρτυρας του αναστημένου Χριστού, η πρώτη ουσιαστική αποδέκτης του μηνύματος της Ανάστασης κι ας δυσκολεύεται να γίνει πιστευτή στη συνέχεια. Μην ξεχνάμε άλλωστε τον ρόλο που ο ίδιος ο Χριστός αποδίδει στη γυναίκα. Την ελευθερία και την ισοτιμία που της επιφυλάσσει. Τον σεβασμό, την αγάπη. Ήταν ασυνήθιστα για την εποχή παρούσες οι γυναίκες πλάι του. Δεν είναι τυχαίο ότι με τη διδασκαλία του Χριστού, ο ρόλος της γυναίκας στον πρώιμο χριστιανισμό είναι σαφώς ευρύτερος. Αρχίζει να περιορίζεται στα επόμενα χρόνια για κοινωνικούς και άλλους λόγους», αναφέρει η Νεκταρία Καραντζή στη συνέντευξή της στο nofakenews.
«Καθώς υπάρχουν βιβλικές μαρτυρίες, ήταν δύσκολο να αποσιωπηθούν ή να παραγνωριστούν κάποιες αλήθειες για τον ρόλο τους. Ωστόσο η απόδοση μιας κάποιας σημαντικότητας αυτού του ρόλου υποτιμάται συχνά σε ένα πλαίσιο συναισθηματικής προσέγγισης: στη συναισθηματική φύση των γυναικών που τις οδηγεί να είναι περισσότερο αυθόρμητες ή πιστές. Στον βαθμό λοιπόν που επισημαίνεται αυτός ο ρόλος με την αυθαίρετη προβολή μιας έμμεσης αδυναμίας σίγουρα δεν έχει επί της ουσίας αναδειχθεί. Ιδιαιτέρως μάλιστα όταν θεολογικά και ιστορικά γνωρίζουμε ότι έχει αγνοηθεί ο ιστορικός ρόλος των γυναικών αποστόλων και ιδιαιτέρως της Μαρίας Μαγδαληνής ή ότι έχει κακοποιηθεί – επιτρέψτε μου να χρησιμοποιήσω το ρήμα αυτό γιατί το θεωρώ απολύτως ακριβές για την περίπτωση – ερμηνευτικά το πρόσωπό του Αποστόλου Παύλου, σε σχέση με τη θέση του για τις γυναίκες.»
Ξεκινήσατε να ψάλετε και να σπουδάζετε βυζαντινή μουσική από τα παιδικά σας χρόνια, έπειτα και από παραίνεση του Οσίου Πορφυρίου του Καυσοκαλυβίτη. Ποια είναι η εντονότερη ανάμνησή σας από τη συναναστροφή σας με τον Άγιο των ημερών μας;
Είναι πολλές. Θυμάμαι τη χαρά της συνύπαρξης μαζί του στον ίδιο χώρο. Την αίσθηση ελευθερίας και χαράς που ως παιδί με έκανε να μην επιθυμώ να απομακρυνθώ από κοντά του. Θυμάμαι επίσης κάποιες φορές να φωτίζει τόσο δυνατά το πρόσωπό του ώστε να μην μπορούμε να τον αντικρίσουμε. Οι γονείς μου, οι οποίοι ακόμα και σήμερα διακονούν στις εκθέσεις του μοναστηριού του, ο Σαράντος και η Σταυρούλα Καραντζή, πάρα πολλές φορές έγιναν μάρτυρες του διορατικού και προορατικού του χαρίσματος και κάποιες από τις ιστορίες τους έχουν περιληφθεί στις εκδόσεις του Μοναστηριού του, του Ι. Γυναικείου Ησυχαστηρίου “Η Μεταμόρφωσις του Σωτήρος”.
Θυμάμαι επίσης πόσο επέμενε για την πρόοδό μου στα μουσικά. Κάθε εβδομάδα σχεδόν, είτε στο δικό του κελί είτε της Γερόντισσας Πορφυρίας, της δίδυμης αδερφής του, που ήταν ακριβώς δίπλα, με έβαζαν από μικρό παιδί και έψαλα για να παρακολουθούν την πρόοδό μου. Γνώριζε βέβαια την αγάπη μου στα βιβλία και την έφεσή μου στη γνώση και έτσι συχνά μου τόνιζε, ό,τι κι αν θελήσω να κάνω στη ζωή μου, να μην αφήσω τα μουσικά (εννοώντας τη βυζαντινή μουσική), μέχρι που μια μέρα, λίγο καιρό πριν φύγει για το Άγιον Όρος που έμεινε ως την αναχώρησή του από τη γη, μου έδωσε την ευχή να μην λυγίσω και να μην πτοηθώ όσα εμπόδια κι αν συναντήσω. Εκεί – έφηβη ήμουν ακόμα – άρχισα να καταλαβαίνω ότι υπάρχει κάτι μεγαλύτερο από εμένα που χρειάζεται να υπηρετήσω.
Έχετε συνεργαστεί με τον εκλιπόντα Χρόνη Αηδονίδη. Τι θυμόσαστε πιο έντονα από αυτή τη μεγάλη μορφή της Βυζαντινής και Παραδοσιακής Μουσικής;
«Την απροσποίητη απλότητά και το γνώθι σ’ αυτόν. Αυτά τα δύο χαρακτηριστικά ήταν όσα με κέρδισαν από την πρώτη στιγμή που γνώρισα αυτόν τον υπέροχο άνθρωπο που έχει αφήσει μεν ένα τεράστιο κενό στην παράδοση με την εκδημία του αλλά και ένα πλήθος μαθητών – ιδιαιτέρως στην Αλεξανδρούπολη που λειτουργεί το Αρχείο Μουσικό λαογραφικής Παράδοση Χρόνης Αηδονίδης, αλλά και εδώ στην Αττική με το Μουσικό Εργαστήρι Χρόνης Αηδονίδης- που συνεχίζουν ό,τι θεμελίωσε ο ίδιος. Ο Χρόνης Αηδονίδης με μύησε στην παράδοση, με έμαθε τα μυστικά αυτής της τέχνης και τον σεβασμό που πρέπει κάποιος να της αποδίδει και με βοήθησε να κατανοήσω πόσο σημαντικό είναι το ήθος σε έναν καλλιτέχνη. Ο χαρακτήρας του. Τόνιζε ιδιαιτέρως ότι η καλή φωνή ή το ταλέντο δεν αξίζουν τόσο αν δεν συνοδεύονται από το ανάλογο ήθος και ότι το κοινό το αντιλαμβάνεται.»
Έχετε δεχθεί διθυραμβικά σχόλια από Διεθνή μέσα όπως, μεταξύ άλλων, η La Republica που σας παρομοίασε με αρχαία ιέρεια που αποκαλύπτει στους θεατές τους θησαυρούς της βυζαντινής μουσικής, όπως σημείωνε χαρακτηριστικά. Ακόμα και ο Καθηγητής του Τμήματος Μουσικών Σπουδών του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Αχιλλέας Χαλδαιάκης έχει μιλήσει για εσάς με πολύ κολακευτικά λόγια. Πώς διαχειρίζεσθε «ψυχικά» τα ιδιαίτερα επαινετικά σχόλια;
«Με μεγάλη ευγνωμοσύνη. Ο έπαινος, όπως άλλωστε και η κριτική, είναι αναγκαίοι όχι μόνο στην τέχνη αλλά σε οποιονδήποτε τομέα που ο καθένας μας υπηρετεί. Είναι κινητήριος δύναμη. Ειδικά όταν οι λόγοι προέρχονται από έχοντες γνώση.»
Θεωρείστε πρωτοπόρος της γυναικείας ψαλτικής τέχνης στην Ελλάδα με διεθνή απήχηση και εμφανίσεις σε όλο τον κόσμο- ενώ ιδρύσατε τον πρώτο Σύνδεσμο Γυναικών Ψαλτριών και τη γυναικεία βυζαντινή χορωδία «Ψάλτριες». Αναδείξατε τη γυναικεία Ψαλτική Τέχνη ποικιλοτρόπως και μέσα από μία «μακρά» διαδρομή. Υπάρχει κάποιος τελικός προορισμός;
«Υπάρχει ένα όραμα. Να αποκατασταθεί η ιστορική αλήθεια αλλά και να αξιολογηθεί η σύγχρονη πραγματικότητα σε σχέση με τη γυναίκα ψάλτρια στη χριστιανική εκκλησία και δη την ελλαδική, καθώς ειδικά στην Ελλάδα εντοπίζεται ιδιαιτέρως ο προβληματισμός. Η γυναίκα υμνωδός δεν είναι φαινόμενο καινοφανές. Υπάρχουν στοιχεία στις πηγές ήδη από την Π.Δ., τα πρωτοχριστιανικά αλλά και τα βυζαντινά χρόνια με τις “άδουσες”. Η άγνοια όμως και η προκατάληψη που κυριάρχησαν σε ορισμένους παραεκκλησιαστικούς κύκλους, εδώ και δεκαετίες, δημιούργησαν λανθασμένες εντυπώσεις. Οραματίζομαι λοιπόν μια μελλοντική γενιά που οι αλαζονικές πεποιθήσεις – που συνοδεύονται κατά κανόνα από ανεπαρκή παιδεία – και η αδυναμία απροκατάληπτης προσέγγισης θεμάτων όπως αυτό, θα εκλείψουν, ιδιαιτέρως δε για τις γυναίκες.
Σε λίγο καιρό ολοκληρώνω τη διδακτορική διατριβή μου πάνω σε αυτό το θέμα και ελπίζω να συνδράμει και αυτή προς αυτήν την κατεύθυνση. Αυτός είναι και ο στόχος άλλωστε της λειτουργίας του Πανελληνίου Συνδέσμου Ψαλτριών που ιδρύσαμε με τη Γλυκερία Μπεκιάρη, αλλά και του Women in Byzantine Music Worldwide Association (htttp://www.