Μπορεί η Miele, με ιστορία 124 ετών, να έχει παρουσία σε 50 αγορές σε όλο τον κόσμο και να εμφανίζει ετήσιο τζίρο κοντά στα 5 δισ. ευρώ, ωστόσο παραμένει στον πυρήνα της μια παραδοσιακή οικογενειακή επιχείρηση. Γι’ αυτό αρνείται κατηγορηματικά να περάσει το κατώφλι του χρηματιστηρίου αλλά και να “κυνηγήσει” τους σχεδόν άπιαστους στόχους ανάπτυξης που θέτουν οι περισσότερες πολυεθνικές εταιρείες.
Αντίθετα, η γερμανική εταιρεία ηλεκτρικών συσκευών βάζει πρώτα την βιωσιμότητα και την αντοχή στον χρόνο, προτιμά να κάνει σταθερά και ποιοτικά βήματα ενώ η στρατηγική της δεν έχει μετακινηθεί ούτε χιλιοστό από την premium κατηγορία στην οποία δραστηριοποιείται και εμφανίζεται προσηλωμένη με γερμανική πειθαρχία.
Αναγνωρίζοντας ότι απευθύνεται σε έναν πιο περιορισμένο αριθμό καταναλωτών, προτάσσει την ποιότητα, στοιχείο που δε διαπραγματεύεται καθώς και την πεποίθηση ότι εφόσον κάποιος χρησιμοποιήσει μια ηλεκτρική συσκευή της Miele δύσκολα θα αλλαξοπιστήσει.
Το “όχι” στο χρηματιστήριο
Σήμερα, η διοίκηση του ομίλου βρίσκεται στα χέρια της τρίτης γενιάς, η οποία αποφασίζει για την πορεία που θα χαράξει, απαλλαγμένη, σε έναν βαθμό, από την ασφυκτική πίεση των τριμηνιαίων επιδόσεων που αντιμετωπίζει, για παράδειγμα, μια εισηγμένη. Το τελευταίο αποτελεί και έναν από τους βασικούς λόγους που η Miele απορρίπτει μετά βδελυγμίας το ενδεχόμενο εισαγωγής της στο χρηματιστηριακό ταμπλό.
“Θέλουμε να έχουμε απόλυτη ανεξαρτησία όταν λαμβάνουμε αποφάσεις”, ανέφεραν χαρακτηριστικά οι απόγονοι των ιδρυτικών μελών της γερμανικής εταιρείας, οι οποίοι επισκέφτηκαν την Αθήνα στο πλαίσιο των εγκαινίων του νέου Miele Experience Center στο Μαρούσι. Ο dr. Markus Miele και ο dr. Reinhard Zinkann συμμετέχουν ενεργά στην διοίκηση του ομίλου, οδηγώντας στην επόμενη μέρα το brand Miele διατηρώντας, παράλληλα, όπως υποστηρίζουν τις αξίες των παππούδων τους, οι οποίοι το 1899 έθεσαν τα θεμέλια.
Έμφαση σε βιώσιμη ανάπτυξη και όχι τριμηνιαίες επιδόσεις
“Ως μια οικογενειακή επιχείρηση, δε δίνουμε έμφαση στα οικονομικά αποτελέσματα κάθε τριμήνου ή τα επιμέρους μερίδια αγοράς. Δε λέω ότι δεν είναι σημαντικά αλλά για εμάς δεν αποτελούν τον καθοριστικό παράγοντα καθώς θέτουμε σαν προτεραιότητα την μακρόπνοη και βιώσιμη ανάπτυξη”, επεσήμανε ο dr. Reinhard Zinkann ενώ σχολιάζοντας το ζητούμενο της μεγαλύτερης διαφάνειας, που συνεπάγεται η τριμηνιαία δημοσίευση των αποτελεσμάτων, ο ίδιος ανέφερε με αφοπλιστική ειλικρίνεια ότι η εταιρεία προτιμά να κρατά, όσον το δυνατόν γίνεται, κλειστά τα χαρτιά της λόγω του σκληρού ανταγωνισμού.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και το πλάνο των επενδύσεών της, το οποίο χρηματοδοτείται αποκλειστικά από ίδια κεφάλαια, αποφεύγοντας τον δανεισμό και προβλέπει σε παγκόσμιο επίπεδο την επέκταση της δυναμικότητας των υφιστάμενων εργοστασίων ενώ δε σχεδιάζει τουλάχιστον επί του παρόντος να δημιουργήσει κάποια νέα παραγωγική μονάδα και δη στην χώρα μας.
Μακροπρόθεσμο χαρακτήρα ενέχει και ο τρόπος που αντιμετωπίζει η Miele την παρουσία της σε κάθε αγορά ξεχωριστά. “Δεν έχουμε αποχωρήσει από καμία χώρα στην οποία αποφασίσαμε να αποκτήσουμε πρόσβαση. Το ίδιο συμβαίνει με την Ελλάδα στην οποία παραμείναμε ακόμη και σε αντίξοες εποχές”, υπογράμμισαν οι επικεφαλής του ομίλου.
Η διακοπή της συνεργασίας με την Κωτσόβολος
Οι δύσκολες, ωστόσο, μέρες ανήκουν πλέον στο παρελθόν καθώς οι πωλήσεις της Miele Hellas το 2022 έκλεισαν με ανάπτυξη 4,5% στα 33 εκατ. ευρώ, καταγράφοντας τις καλύτερες επιδόσεις της τελευταίας εικοσαετίας. Να σημειωθεί ότι ο ελληνικός βραχίονας περιλαμβάνει επιπλέον και τις αγορές της Κύπρου, της Αλβανίας, της Βόρειας Μακεδονίας και του Κοσσόβου, οι οποίες αντιπροσωπεύουν περίπου το 30% του συνολικού τζίρου (6 εκατ. η Κύπρος και 3 εκατ. οι τρεις βαλκανικές χώρες) ενώ το υπόλοιπο 70% αντιστοιχεί στην Ελλάδα.
Η ανάπτυξη, λοιπόν, συνεχίστηκε παρά την στρατηγική επιλογή της Miele Hellas να διακόψει την συνεργασία της με τον μεγαλύτερο παίκτη της λιανικής ηλεκτρικών και λευκών συσκευών στην Ελλάδα, την Κωτσόβολος. “Εκτιμούμε ότι οι επιλογές σε διαφορετικά κανάλια και οι επενδύσεις που έχουμε κάνει, όπως για παράδειγμα στα δύο ιδιόκτητα καταστήματα Miele σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη καθώς τα 21 Miele καταστήματα μέσω συνεργατών σε 14 σημεία σε όλη την Ελλάδα αλλά και το στρατηγικό κανάλι με τους κατασκευαστές κουζινών, μας έχουν βοηθήσει να προσφέρουμε στους καταναλωτές την επιθυμητή εμπειρία”, σχολίασε ο διευθύνων σύμβουλος της Miele Hellas, Θάνος Κυριαζής, προσθέτοντας ότι η συνεργασία του ομίλου Miele με την μητρική της Κωτσόβολος σε παγκόσμιο επίπεδο παραμένει ενεργή.
Ο στόχος των 100 εκατ. και τα νέα καταστήματα
Στην ελληνική αγορά το εταιρικό μερίδιο της Miele αγγίζει το 3,5% (σε αξία) για τα προϊόντα οικιακής χρήσης με την κατηγορία της ηλεκτρικής σκούπας να καταλαμβάνει τη μερίδα του λέοντος ενώ ακολουθεί ο εξοπλισμός για κουζίνες, ο οποίος εμφανίζει μεγάλη δυναμική. Το κομμάτι των επαγγελματικών συσκευών αντιπροσωπεύει περίπου το 10 με 15% των δραστηριοτήτων της, ποσοστό που συμβαδίζει με τον αντίστοιχο μέσο όρο του ομίλου σε παγκόσμιο επίπεδο ενώ στόχος είναι να αυξηθεί στο 20%. Για την τρέχουσα οικονομική χρήση, αναμένει ισχυρή διψήφια ανάπτυξη, η οποία θα προέλθει από όλες τις κατηγορίες προϊόντων και σε όλα τα διαθέσιμα κανάλια πωλήσεων (φυσικό δίκτυο και online). Σύμφωνα με τον κ. Κυριαζή, η Miele Hellas επιδιώκει ο τζίρος της μέχρι το 2030 να αγγίξει τα 100 εκατ. ευρώ, κάτι που αναμένεται να επιτευχθεί, μεταξύ άλλων, μέσα από την προσθήκη νέων καταστημάτων με τον σχεδιασμό να περιλαμβάνει το άνοιγμα 5 μέχρι 10 ιδιόκτητων σημείων σε ορίζοντα πενταετίας. Αιχμή του δόρατος για το πλάνο επέκτασης είναι η Αττική με τα νότια προάστια να θέτουν την πρώτη δυνατή υποψηφιότητα ενώ έπεται η Βόρεια Ελλάδα.