Η αλυσίδα καταστημάτων Κουλουράδες αποτελεί σήμερα μία από τις πιο αναγνωρίσιμες και επιτυχημένες αλυσίδες εστίασης στην Ελλάδα, επικεντρωμένη στο κουλούρι Θεσσαλονίκης, ένα παραδοσιακό προϊόν που έχει αγαπηθεί από γενιές Ελλήνων.
Πίσω από αυτήν την επιτυχία βρίσκεται η προσωπική ιστορία του Δημήτρη Γρίβα, ενός ανθρώπου που από μικρή ηλικία ήρθε σε επαφή με τον κόσμο της αρτοποιίας και κατάφερε να καινοτομήσει στην ελληνική αγορά.
Σήμερα, η αλυσίδα Κουλουράδες έχει καταφέρει να επεκταθεί σε όλη την Ελλάδα και πρόσφατα να ανοίξει τα φτερά της και στο εξωτερικό, διατηρώντας σταθερά την ποιότητα και την αυθεντικότητα που χαρακτήρισαν το πρώτο της κατάστημα.
Ο Δημήτρης Γρίβας γεννήθηκε το 1981 στην Αθήνα, ενώ η καταγωγή του είναι από την Καταβόθρα Ευρυτανίας. Οι γονείς του διατηρούσαν ένα παραδοσιακό αρτοποιείο στο Παλαιό Φάληρο, οπότε, από πολύ μικρή ηλικία, μπήκε στον κόσμο του άρτου, μαθαίνοντας τα μυστικά της αρτοποιίας δίπλα στους γονείς του. Από μόλις 11 ετών, εργαζόταν καθημερινά στον φούρνο, αποκτώντας πολύτιμη εμπειρία και διαμορφώνοντας την αγάπη του για το επάγγελμα.
Αφού τελείωσε το σχολείο, ο Δημήτρης Γρίβας αποφάσισε να εμβαθύνει τις γνώσεις του στην αρτοποιία, σπουδάζοντας στην Σχολή Αρτοποιών Ζαχαροπλαστών του ΟΑΕΔ στο Γαλάτσι, από το 1998 έως το 2001. Εκεί απέκτησε τη γνώση και τη θεωρητική κατάρτιση που χρειαζόταν ώστε να ξεκινήσει τα πρώτα του επαγγελματικά βήματα στον κλάδο της αρτοποιίας.
Η εξέλιξη του Δημήτρη Γρίβα δεν σταμάτησε εκεί. Επόμενος σταθμός ήταν η Γαλλία, όπου συνεργάστηκε με μερικές από τις μεγαλύτερες εταιρείες του κλάδου στην ανάπτυξη νέων προϊόντων σε βιοτεχνικό και βιομηχανικό επίπεδο. Αυτή η εμπειρία αποτέλεσε σημαντικό κεφάλαιο για τη μετέπειτα πορεία του, καθώς ήρθε σε επαφή με την καινοτομία και τις διεθνείς τάσεις στην αρτοποιία.
Το 2008, ο Δημήτρης Γρίβας, έχοντας πια επιστρέψει στην Ελλάδα, λάνσαρε στην ελληνική αγορά τον όρο boulangerie, φέρνοντας μια νέα φιλοσοφία στον χώρο των παραδοσιακών αρτοποιείων. Δημιούργησε την αλυσίδα Frank Ze Paul, ένα concept που ωστόσο αργότερα πουλήθηκε στον όμιλο Έλληνα.
Πάντα αναζητώντας το διαφορετικό και ερευνώντας τις τάσεις της αγοράς, ο Δημήτρης Γρίβας είχε μια ιδέα που θα έφερνε ξανά στο προσκήνιο το αγαπημένο κουλούρι Θεσσαλονίκης. Έτσι γεννήθηκε η σκέψη για ένα μονοθεματικό concept που θα είχε ως επίκεντρο το παραδοσιακό αυτό προϊόν.
Μετά από δύο χρόνια άπειρων δοκιμών και προσπάθειας, το 2016 άνοιξε το πρώτο κατάστημα Κουλουράδες στον Πειραιά. Στην οδό Ναυαρίνου, ένα μικρό κατάστημα με το όνομα “Κουλουράδες” άρχισε να κάνει αισθητή την παρουσία του στη γειτονιά. Από τις πρώτες πρωινές ώρες, ο αέρας γέμιζε με το άρωμα του φρεσκοψημένου σουσαμιού, προσελκύοντας περαστικούς και κατοίκους της περιοχής. Η ζεστή και φιλόξενη ατμόσφαιρα του καταστήματος, σε συνδυασμό με την αυθεντική γεύση του κουλουριού Θεσσαλονίκης, κέρδισαν αμέσως τις εντυπώσεις. Η υψηλή επισκεψιμότητα από τις πρώτες κιόλας ημέρες λειτουργίας επιβεβαίωσε την ποιότητα και την επιτυχία του εγχειρήματος.
Η φήμη των Κουλουράδων διαδόθηκε γρήγορα, χάρη όχι μόνο στη μοναδική γεύση των προϊόντων αλλά και στο πρωτοποριακό… κωδικολόγιο που εισήγαγαν. Η ομάδα των Κουλουράδων δημιούργησε μοναδικούς κωδικούς που ποτέ δεν είχαν παρουσιαστεί στην ελληνική αγορά. Με αυτόν τον τρόπο, η εταιρεία κατάφερε να επαναφέρει το παραδοσιακό κουλούρι Θεσσαλονίκης και να το αναδείξει με έναν σύγχρονο τρόπο, προσελκύοντας τη νέα γενιά και δημιουργώντας νέες τάσεις στον χώρο της αρτοποιίας.
Συνδυάζοντας γεύσεις όπως το κρεμά τυρί, το μπισκότο, το κάστανο κ.ά., οι Κουλουράδες έδωσαν μια νέα ταυτότητα στο προϊόν. Αυτές οι γευστικές προτάσεις αγκαλιάστηκαν θερμά από το καταναλωτικό κοινό, με αποτέλεσμα οι Κουλουράδες να κερδίσουν την εμπιστοσύνη και την προτίμηση περισσότερων από 200.000 πελατών καθημερινά.
Η επιτυχία αυτή οδήγησε σε ραγδαία ανάπτυξη. Μέχρι το 2018-2019, η αλυσίδα είχε ήδη τέσσερα καταστήματα και η στιγμή για επέκταση είχε φτάσει. Με εκατοντάδες αιτήσεις franchise σε αναμονή, η διοίκηση αποφάσισε να επεκταθεί αρχικά στην Αττική, δημιουργώντας ένα δίκτυο 90 καταστημάτων μέσα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Η επέκταση αυτή βασίστηκε σε σταθερές αρχές, με την κύρια προτεραιότητα να είναι η διαφύλαξη της ποιότητας των προϊόντων.
Για να εξασφαλιστεί αυτή η ποιότητα, η αλυσίδα δημιούργησε τη Σχολή Κουλουράδες, όπου αρτοποιοί και πωλητές εκπαιδεύονται καθημερινά. Αυτή η συστηματική εκπαίδευση συνέβαλε στη διατήρηση της συνέπειας και της ποιότητας, καθώς η αλυσίδα αναπτυσσόταν περαιτέρω. Σήμερα, οι Κουλουράδες έχουν επεκταθεί σε πάνω από 160 σημεία σε όλη την Ελλάδα.
Ένας από τους σημαντικότερους σταθμούς στην πορεία της εταιρείας Κουλουράδες είναι η στρατηγική συνεργασία με το SwitzGroup, που ξεκίνησε το 2021.
Το SwitzGroup του Ινδού επιχειρηματία Taizzon Khorakiwala απέκτησε το 2021 ποσοστό 70% των Κουλουράδων. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο όμιλος ξεκίνησε από το 2017 να επενδύει σε ελληνικές εταιρείες, κυρίως μικρές έως μικρομεσαίες εταιρείες, με επίκεντρο την αρτοποιία και τη ζαχαροπλαστική. Εκτός από τους Κουλουράδες, έχει αποκτήσει ποσοστά στην Olympic Foods, την Artizan Hellas, πρώην SCM Hellas και άλλοτε μέλος της πολυεθνικής CSM Bakery Solutions, την Κρητών Άρτος, την εταιρεία συσκευασμένων ειδών ζαχαροπλαστικής Σαμούρη και την Τroufa, ενώ διατηρεί συμμετοχή και στην Optima Bank.
Το SwitzGroup απασχολεί σήμερα πάνω από 5.000 άτομα σε 10 χώρες, με ετήσια έσοδα άνω των 500 εκατ. δολ.
Με διευθύνοντα σύμβουλο τον Δημήτριο Γρίβα, η εταιρεία συνεχίζει την ανάπτυξή της εκτός Ελλάδος, με τα πρώτα πιλοτικά καταστήματα να δημιουργούνται την περίοδο 2019-2021, σε ΗΠΑ, Αυστραλία και Ισπανία. Αυτές οι αγορές αποτέλεσαν την αρχή μιας νέας εποχής για τους Κουλουράδες, δείχνοντας ότι το παραδοσιακό ελληνικό κουλούρι μπορεί να κατακτήσει και το εξωτερικό.
Πρόσφατα, οι Κουλουράδες εγκαινίασαν τα δύο πρώτα καταστήματα στην Κύπρο, με στόχο να επεκταθούν σε 15 σημεία μέσα στα επόμενα τρία χρόνια.
Το 2023 ήταν επίσης μια χρονιά επιτυχιών για την εταιρεία, με τη δημιουργία πέντε νέων σημείων στην Ελλάδα και με τα οικονομικά αποτελέσματα να κλείνουν με θετικό πρόσημο.
Οι χρονιές 2024 και 2025 θα επικεντρωθούν στην ανακαίνιση των καταστημάτων, καθώς και στην ανανέωση της γκάμας των προϊόντων, συμπεριλαμβανομένου και του καφέ. Τα καταστήματα της αλυσίδας ανανεώνονται στο σύνολό τους και δημιουργούνται πόστα καφέ και νέων ροφημάτων.
Η εταιρεία, μέσα από την ανάπτυξή της, δημιουργεί συνεχώς νέες θέσεις εργασίας. Σήμερα, το δυναμικό της σε όλα τα καταστήματα ξεπερνά τα 800 άτομα. Το εργασιακό μοντέλο των Κουλουράδων βασίζεται στην πρωινή απασχόληση, καθώς τα καταστήματα λειτουργούν έως τις 15:00 το μεσημέρι, κάτι που, όπως σημειώνει η εταιρεία, δίνει τη δυνατότητα κυρίως στις γυναίκες που έχουν οικογένεια, να οργανώσουν τις υποχρεώσεις του μετά το πέρας της εργασίας τους.
Επίσης, τα περισσότερα καταστήματα είναι οικογενειακές επιχειρήσεις, κάτι που διατηρεί τον παραδοσιακό χαρακτήρα της εταιρείας. Ένα από τα σημαντικότερα χαρακτηριστικά των Κουλουράδων είναι η αφοσίωση στην ποιότητα, με όλα τα προϊόντα να είναι φρέσκα και να παρασκευάζονται καθημερινά εντός των καταστημάτων.
Η πιο πρόσφατη πρωτοβουλία των Κουλουράδων είναι το “Κουλουράδες Spot”, ένα νέο project που ξεκίνησε πριν από τέσσερις μήνες. Η φιλοσοφία πίσω από αυτή την ιδέα είναι η δημιουργία σημείων παραγωγής και πώλησης των προϊόντων των Κουλουράδων σε κάθε γωνιά της Ελλάδας, ακόμη και στο πιο μικρό χωριό.
Ήδη, αρτοποιεία σε 30 επαρχιακές πόλεις έχουν ξεκινήσει τη συνεργασία τους με την αλυσίδα, παράγοντας και προσφέροντας τα κουλούρια των Κουλουράδων. Η συνεργασία απευθύνεται σε αρτοποιεία, ζαχαροπλαστεία και αναψυκτήρια με εργαστήρια σε επαρχιακές πόλεις, ενισχύοντας την τοπική επιχειρηματικότητα και προσφέροντας παράλληλα τη δυνατότητα στους καταναλωτές να απολαμβάνουν τα προϊόντα των Κουλουράδων παντού.
Ο όμιλος του κ. Γρίβα, εκτός από τους Κουλουράδες, έχει δημιουργήσει και άλλα σήματα, όπως τα Oliver’s, Τραγανάκια, BCK, Bakers College, Σωστοστ, Crunchies, Κυρ Αθηνά, Κουλουρίνια και πολλά άλλα.
Η πιο πρόσφατη επένδυση του κ. Γρίβα είναι η δημιουργία ενός εργοστασίου εμφιάλωσης νερού στην Ευρυτανία. Η Evritanian Water αναμένεται να τοποθετηθεί στην αγορά το 2025.
Η στρατηγική ανάπτυξης του ομίλου Γρίβα βασίζεται στη συνεχή αναζήτηση νέων επιχειρηματικών ευκαιριών και στην επένδυση σε ποιοτικά προϊόντα και υπηρεσίες.