Κάθε παιδί χάνει τουλάχιστον 1.000 λέξεις απ’ όσες χρησιμοποιεί ένας ενήλικας την ημέρα, εξαιτίας του χρόνου που περνά μπροστά από μία οθόνη, με αποτέλεσμα τη μείωση των γλωσσικών του δεξιοτήτων. Αυτό είναι το αποτέλεσμα της έρευνας που έγινε μέσω παρακολούθησης 220 οικογενειών στην Αυστραλία για δύο χρόνια, προκειμένου να μετρηθούν οι ώρες που περνούν τα μέλη της οικογένειας σε μία οθόνη αλλά και το γλωσσικό περιβάλλον των παιδιών.
Από τα στοιχεία που προέκυψαν, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η έκθεση των μικρών παιδιών σε οθόνες, συμπεριλαμβανομένων των τηλεοράσεων και των τηλεφώνων, παρεμπόδιζε τις γλωσσικές τους ικανότητες, με το φαινόμενο να γίνεται πιο έντονο στην ηλικία των τριών ετών. Σε ό,τι αφορά τα παιδιά εκείνης της ηλικίας, για κάθε επιπλέον λεπτό στην οθόνη άκουγαν επτά λιγότερες λέξεις, έλεγαν πέντε λιγότερες λέξεις και συμμετείχαν σε μια συνομιλία λιγότερη.
Αυτή η μελέτη δεν έκανε διαφοροποίηση μεταξύ του αν τα παιδιά παρακολουθούσαν περιεχόμενο οθόνης υψηλής ή χαμηλής ποιότητας. Προηγούμενη έρευνα στην περιοχή βασιζόταν στο ότι οι γονείς αναφέρονταν από μόνοι τους στον χρόνο που περνούσαν τα παιδιά τους μπροστά στην οθόνη και μελέτησαν μόνο μικρές χρονικές περιόδους. «Από όσο γνωρίζουμε, καμία μελέτη που διεξήχθη μετά τη χρήση των κινητών τηλεφώνων και των τάμπλετ δεν έχει παρακολουθήσει πραγματικά τον χρόνο που περνούν τα παιδιά μπροστά στην οθόνη τους και τις πρώιμες γλωσσικές εμπειρίες τους για μεγάλο χρονικό διάστημα», σημείωσε επίσης η ερευνήτρια.
Η έρευνα διεξήχθη μεταξύ 2018 και 2021. Στο πλαίσιο της μελέτης που ξεκίνησε πριν την πανδημία, σε ορισμένες οικογένειες καταγράφονταν οι συνήθειες των παιδιών σε σχέση με τη χρήση οθόνης κινητού τηλεφώνου, τάμπλετ ή υπολογιστή για διάστημα μέχρι 36 μηνών. Ωστόσο, οι ερευνητές είπαν ότι ο μέσος χρόνος που περνούσαν μπροστά στην οθόνη οι συμμετέχοντες δεν φαίνεται να έχει αυξηθεί σημαντικά σε σύγκριση με εκείνους που ολοκλήρωσαν τις ηχογραφήσεις τους πριν από την πανδημία. Λόγω της προηγμένης τεχνολογίας αναγνώρισης ομιλίας που μπορεί να κωδικοποιήσει μόνο τα αγγλικά, μόνο αγγλόφωνα νοικοκυριά συμμετείχαν στη μελέτη.