Η Johnson & Johnson ανακοίνωσε ότι κατέληξε σε προσωρινή συμφωνία 700 εκατ. δολαρίων, με περισσότερες από 40 πολιτείες των ΗΠΑ σχετικά με τη διερεύνηση της εμπορίας της παιδικής πούδρας με βάση το ταλκ και άλλων προϊόντων της, που κατηγορούνται ως ύποπτα για καρκινογενέσεις.
Η συμφωνία θα αποτελέσει μέρος ενός πολύ μεγαλύτερου διακανονισμού που προσπαθεί να επιτύχει η εταιρεία για να «επιλύσει» τους ισχυρισμούς σχετικά με την ασφάλεια των προϊόντων της, καθώς αντιμετωπίζει περισσότερες από 50.000 υποθέσεις καταγγελιών ότι η χρήση της παιδικής πούδρας με βάση το ταλκ, προκάλεσε καρκίνο λόγω περιεκτικότητας σε αμίαντο.
Η εταιρεία δημιούργησε ακόμη και μια θυγατρική εταιρεία, υπεύθυνη για τις αξιώσεις, που προσπαθεί να αντιμετωπίσει τις αγωγές στο πτωχευτικό δικαστήριο. Πέρυσι, πρότεινε διακανονισμό ύψους σχεδόν 9 δισ. δολαρίων, λέγοντας ότι οι ισχυρισμοί ήταν “αβάσιμοι”, αλλά ήθελε να ξεπεράσει το θέμα. Όμως οι δικαστές μπλόκαραν αυτά τα σχέδια, κρίνοντας ότι η θυγατρική δεν βρισκόταν σε οικονομική δυσχέρεια και δεν μπορούσε να χρησιμοποιήσει το σύστημα πτώχευσης για την επίλυση των αγωγών.
Ο Erik Haas, παγκόσμιος αντιπρόεδρος της Johnson & Johnson για τις δικαστικές υποθέσεις, δήλωσε ότι η εταιρεία συνεχίζει να εργάζεται για την επίλυση του θέματος που έχει προκύψει. “Η εταιρεία συνεχίζει να επιδιώκει διάφορους τρόπους για την επίτευξη μιας συνολικής και οριστικής επίλυσης της δικαστικής διαμάχης για το ταλκ. Η πρόοδος αυτή περιλαμβάνει μια καταρχήν συμφωνία στην οποία κατέληξε η εταιρεία με μια κοινοπραξία 43 γενικών εισαγγελέων των πολιτειών για την επίλυση των αξιώσεών τους”, ανέφερε σε δήλωσή του.
Η Johnson & Johnson έχει κερδίσει την πλειονότητα των αγωγών εναντίον της, ωστόσο είχε και σημαντικές απώλειες, όπως με μία απόφαση κατά την οποία 22 γυναίκες κέρδισαν αποζημίωση άνω των 2 δισ. δολαρίων. Οι αναλυτές εκτιμούν ότι η εταιρεία θα δαπανήσει τελικά περισσότερα από 10 δισ. δολάρια για να επιλύσει τις δικαστικές διαμάχες.
Η Johnson & Johnson σταμάτησε στις ΗΠΑ τις πωλήσεις της παιδικής πούδρας με βάση το ταλκ το 2020, επικαλούμενη την “παραπληροφόρηση” που είχε μειώσει τη ζήτηση για το προϊόν πρόληψης του εξανθήματος από την πάνα και άλλων καλλυντικών χρήσεων. Αργότερα ανακοίνωσε σχέδια για τον τερματισμό των πωλήσεων σε παγκόσμιο επίπεδο.