Μετά την απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Παύλου Μελά να παραχωρήσει κατά χρήση στο Υπουργείο Πολιτισμού τα Κτήρια Δ και Β4 που βρίσκονται εντός του πρώην Στρατοπέδου Παύλου Μελά στη Δυτική Θεσσαλονίκη, με σκοπό την ίδρυση του Μουσείου Προσφυγικού Ελληνισμού, και μετά την έγκριση της μουσειολογικής και μουσειογραφικής μελέτης για τη μόνιμη έκθεσή του, το Υπουργείο Πολιτισμού προχωρά στις απαραίτητες διαδικασίες ώστε να εντάξει το έργο στο Περιφερειακό Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Κεντρική Μακεδονία» του ΕΣΠΑ 2021-2027.
Οι μελέτες χρηματοδοτήθηκαν από το Υπουργείο Πολιτισμού μέσω μιας Προγραμματικής Σύμβασης Πολιτιστικής Ανάπτυξης, που υπογράφηκε μεταξύ του ΥΠΠΟ, της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, του Δήμου Παύλου Μελά και της Αναπτυξιακής ΜΑΘ ΑΑΕ/ΟΤΑ, για την επαναχρησιμοποίηση των κτηρίων του στρατοπέδου και την περιβαλλοντική αναβάθμιση του μητροπολιτικού πάρκου Παύλου Μελά.
Από την πλευρά της, η Υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, δήλωσε: «Με την αποκατάσταση και λειτουργία του Μουσείου Προσφυγικού Ελληνισμού στα δύο κτήρια του π. Στρατοπέδου Παύλου Μελά στη Δυτική Θεσσαλονίκη, διατηρούμε ζωντανή τη μνήμη, αλλά και τιμούμε την τεράστια προσφορά των Ελλήνων προσφύγων στην κοινωνική, οικονομική και πολιτιστική φυσιογνωμία της Θεσσαλονίκης και της Ελλάδας, ευρύτερα».
Η κεντρική μουσειολογική ιδέα της έκθεσης εξετάζει το προσφυγικό ζήτημα από την περίοδο πριν από τη Μικρασιατική Καταστροφή μέχρι σήμερα, εστιάζοντας στην έννοια του «ανήκειν» σε έναν τόπο, καθώς και στην έννοια της πατρίδας και στο πώς αυτές επηρεάζονται και διαμορφώνονται από τις ιστορικές και κοινωνικοπολιτικές συνθήκες της εκάστοτε εποχής.
Στο πλαίσιο αυτό, δημιουργούνται δύο «τόποι» που συμβολίζουν το «εδώ» και το «εκεί» των προσφύγων: από τη μία, οι γειτονιές τους στην Ανατολή, και από την άλλη, οι συνοικίες της Θεσσαλονίκης. Η υλοποίηση αυτής της κεντρικής ιδέας επιτυγχάνεται μέσω της κατάλληλης αξιοποίησης και συνδυασμού των αντικειμένων και του εποπτικού υλικού.
Η επιλογή του εκθεσιακού υλικού έγινε με κύριο στόχο την ανάκληση μνημών μέσα από ένα ταξίδι από το «εκεί» στο «εδώ». Οι αναμνήσεις ξυπνούν μέσα από κείμενα, σκίτσα, σχέδια, φωτογραφίες, καρτ ποστάλ, χάρτες, προβολές, ψηφιακές εφαρμογές, ηχητικά στοιχεία και αντικείμενα.
Η μόνιμη έκθεση του Μουσείου, χωρισμένη σε δύο διακριτά τμήματα, διερευνά και παρουσιάζει την ιστορία των ελληνικών προσφυγικών πληθυσμών που εγκαταστάθηκαν στη Θεσσαλονίκη. Το πρώτο τμήμα της έκθεσης στο κτήριο Β4, έχει τίτλο «Από τις γειτονιές της Μικρασίας, στις συνοικίες της Θεσσαλονίκης».
Το δεύτερο τμήμα της έκθεσης με τίτλο «Μυρωδιά, Μελωδία, Μνήμη» αναπτύσσεται χωρικά στο μικρό γειτονικό κτήριο Δ.
Τα δύο τμήματα της έκθεσης αποτελούν μία ολότητα του ίδιου Μουσείου, ωστόσο, λόγω του γεγονότος ότι στεγάζονται σε διαφορετικά κτήρια, παρουσιάζουν μια αυτονομία και αυτοτέλεια ως προς τη νοηματική αφήγηση. Πυρήνας της έκθεσης αποτελεί η συλλογή αντικειμένων και κειμηλίων της Ιεράς Μητροπόλεως Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως.
Συνολικά, καταγράφηκαν, τεκμηριώθηκαν και ψηφιοποιήθηκαν 2.718 αντικείμενα, εκ των οποίων τα 1.955 καταχωρήθηκαν στο Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα (ΟΠΣ) του Υπουργείου Πολιτισμού, με σκοπό να εμπλουτιστούν οι ψηφιακές συλλογές και τα κινητά μνημεία. Από αυτά, επιλέχθηκαν 413 αντικείμενα για την έκθεση στο κτήριο Β4 και 30 για την έκθεση στο κτήριο Δ.
Τα αντικείμενα της συλλογής παρουσιάζουν μεγάλη ποικιλία, τόσο σε είδος όσο και ως προς τον τόπο προέλευσής τους. Περιλαμβάνουν αντικείμενα που ανήκουν σε Έλληνες πρόσφυγες, όπως βιβλία, εικόνες, ενδύματα, εργαλεία, εργόχειρα, μαγειρικά σκεύη, εκκλησιαστικά είδη, οικοσκευές, κειμήλια και αναθήματα, μουσικά όργανα, προσωπικές σημειώσεις και χειρόγραφα, καθώς και νομίσματα και σφραγίδες.