Σε ένα μπαράζ αγορών χρυσού επιδίδεται το τελευταίο διάστημα η κεντρική τράπεζα της Κίνας, σε μια προσπάθεια να περιορίσει την εξάρτηση από το αμερικανικό δολάριο.
Οι αθρόες εισαγωγές από τη Λαϊκή Τράπεζα του Πεκίνου (PBOC) ξεκίνησαν μόλις τον περασμένο Νοέμβριο, όταν αγοράστηκαν 32 τόνοι χρυσού -επιπλέον των συνηθισμένων μηνιαίων αγορών. Ακόμη 30 τόνοι «έξτρα» χρυσού ακολούθησαν τον Δεκέμβριο, ενώ μόνο τις πρώτες ημέρες του 2023 αποκτήθηκαν 100 τόνοι.
Αποτέλεσμα αυτών των έκτακτων προμηθειών ήταν τα συνολικά αποθέματα της Κίνας να φθάσουν τους 2.010 τόνους, ένα ποσό αυξημένο κατά 3,2% σε σχέση με τον Οκτώβριο του 2022, όταν τα αποθέματα δεν ξεπερνούσαν τους 1.950 τόνους.
Μάλιστα, όπως δείχνουν τα στοιχεία, η αύξηση στο τελευταίο δίμηνο οδήγησε τις εισαγωγές για το σύνολο του 2022 στο υψηλότερο επίπεδο όλων των εποχών. Κι αυτό, φυσικά, έχει συμβάλλει στη σταθερά ανοδική πορεία της τιμής του πολύτιμου μετάλλου τους τελευταίους μήνες, η οποία έχει αισίως φθάσει στα 1.900 δολάρια ανά ουγγιά (υψηλό 11 μηνών).
Όπως είναι εύλογο, αυτές οι εξελίξεις έχουν πυροδοτήσει μια σειρά σεναρίων για τις προθέσεις της Κίνας. Οι ειδικοί εξηγούν ότι οι αγορές επιπλέον χρυσού συνδέονται άρρηκτα με την πρόθεση του Πεκίνου να περιορίσει την εξάρτηση από το αμερικανικό δολάριο, ενόσω οι σχέσεις με τις ΗΠΑ επιδεινώνονται διαρκώς, εξαιτίας του τεχνολογικού «πολέμου».
Επιπλέον, λόγω του γεγονότος ότι τα αποθέματα της κεντρικής τράπεζας απαρτίζονται κυρίως από δολάρια, τα οποία ανά πάσα στιγμή μπορούν να τεθούν στο επίκεντρο κυρώσεων της Δύσης (όπως συνέβη και στη Ρωσία), η κινεζική κυβέρνηση θέλει να περιορίσει τον αντίκτυπο μιας τέτοιας δυσμενούς εξέλιξης.
Ως εκ τούτου, η Λαϊκή Τράπεζα επιχειρεί να διαφοροποιήσει τα αποθέματά της, μειώνοντας το δολάριο και αυξάνοντας τον χρυσό. Σ’ αυτό συνδράμει και η ευρύτερη συγκυρία στις αγορές, καθώς το δολάριο βαίνει ολοένα και φθηνότερο, κάτι που βοηθάει την Κίνα να αγοράζει το πολύτιμο μέταλλο σε χαμηλότερες τιμές.