Τα εγκαίνια του υποθαλάσσιου Μουσείου στη νησίδα Περιστέρα της Αλοννήσου το καλοκαίρι του 2020 ήταν ένα από τα ιστορικά για τον κλάδο γεγονότα. Την ίδια ώρα το «να κάνει κανείς “ μοναχικές” διακοπές μέσα από τις καταδύσεις είναι από τα ασφαλέστερα είδη διακοπών στην εποχή της πανδημίας», όπως εξηγεί στον ραδιοφωνικό σταθμό «Πρακτορείο 104,9 FM» ο πλέον έμπειρος δύτης της Ελλάδας, Κώστας Θωκταρίδης.
Αυτό το είδος των διακοπών, ειδικά σε συνδυασμό με τον θεματικό ιστορικό τουρισμό του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, αποτελούν ένα πιθανό τουριστικό «Ελντοράντο» για την Ελλάδα, λέει ο πολύπειρος δύτης, εκφράζοντας την ικανοποίησή του για την πρόσφατη απόφαση απόδοσης 91 ναυαγίων πλοίων και αεροπλάνων στην καταδυτική κοινότητα για καταδύσεις αναψυχής. «Μέχρι σήμερα, η κατάδυση σε ναυάγια, η ημερομηνία βύθισης των οποίων ήταν ανώτερη των 50 ετών απαιτούσε μια πολύπλοκη, χρονοβόρα διαδικασία, που περνούσε μέσα από το Υπουργείο Πολιτισμού για την έκδοση άδειας. Την ίδια ώρα υπήρχε και παράβολο που ξεπερνούσε τα 1000 ευρώ την ημέρα για τον ενδιαφερόμενο», επισημαίνει ο Έλληνας δύτης, τονίζοντας πως συχνά το παράβολο δεν ήταν το μεγαλύτερο πρόβλημα για τον ενδιαφερόμενο. Εμπόδιο αποτελούσε η διαδικασία αδειοδότησης, αφού αυτή μπορούσε «να διαρκέσει ακόμη και εννέα μήνες!».
Μάλιστα, όπως λέει, ακριβώς αυτή η πολυπλοκότητα των διαδικασιών γινόταν συχνά και αιτία για αρνητική διαφήμιση. «Τώρα, η άρση των προβλημάτων σε τουριστικό επίπεδο είναι και μια αφορμή για νέα “ συζήτηση” σε τουριστικό επίπεδο στο εξωτερικό για τα ναυάγιά μας. Μπορεί να ξεκινήσει μια σχετική καμπάνια, αφού με την προβολή π.χ ενός ναυαγίου- θρύλου διαφημίζει η χώρα και τα άλλα ναυάγια, που βρίσκονται στα ρηχά», σημειώνει ο κ. Θωκταρίδης, ο οποίος έχει καταδυθεί στο σύνολο των σημαντικών ναυαγίων της χώρας.
Με τις αλλαγές που ανακοινώθηκαν, απελευθερώνονται για τα αδειοδοτημένα καταδυτικά κέντρα τα συγκεκριμένα ναυάγια, που θα γίνουν τουριστικά «όπλα», σημειώνει και εξηγεί: «Είναι κίνητρο για τους παροχείς των συγκεκριμένων υπηρεσιών. Οι επαγγελματίες θα συνοδεύσουν τον δύτη που ενδιαφέρεται μέχρι τα συγκεκριμένα ναυάγια».
Σύμφωνα με τον κ. Θωκταρίδη, πολλά από τα ναυάγια που βρίσκονται στην κατάλογο των 91 ναυαγίων πλοίων και αεροπλάνων που αποδίδονται στην καταδυτική κοινότητα για καταδύσεις αναψυχής, με σχετική γνωμοδότηση του Κεντρικού Συμβουλίου Νεωτέρων Μνημείων του ΥΠΠΟΑ, βρίσκονται σε μεγάλα βάθη, από 90 μέχρι και 130 ακόμη μέτρα, και εκτιμάται πως θα προσελκύσουν συγκεκριμένη μερίδα του καταδυτικού τουρισμού, εξειδικευμένους δύτες. Γι’ αυτό και ο ίδιος θεωρεί πως αν υπάρξει «άνοιγμα» και ναυαγίων που βρίσκονται σε ρηχά νερά -μέχρι 5 με 10 μέτρα- «θα μπορέσει να πάει ένα ευρύτερο κοινό».
Μάλιστα, όπως υπογραμμίζει, η χώρα μας διαθέτει ένα ακόμη καταδυτικό προτέρημα. «Στην Ελλάδα», εξηγεί, «έχουμε και το σημαντικό πλεονέκτημα της μεγάλης ορατότητας στα νερά μας. Είναι κάτι που δεν συμβαίνει στις περισσότερες θάλασσες, όπως για παράδειγμα αυτές της βόρειας Ευρώπης, όπου σε ναυάγια π.χ του Β’ ΠΠ, η υποβρύχια ορατότητα είναι πολύ χαμηλή. Μια φωτογραφία ενός ναυαγίου στις ελληνικές θάλασσες μπορεί πολύ εύκολα να κυκλοφορήσει σε ένα ξένο περιοδικό και να εντυπωσιάσει!».