Ο μέχρι τώρα περιφερειάρχης Λομβαρδίας, Ατίλιο Φοντάνα (προερχόμενος από τη Λέγκα) επανεκλέγεται, με ποσοστό 54,4%, έναντι 33,3% του κεντροαριστερού υποψήφιου Πιερφραντσέσκο Μαγιορίνο, ενώ στο Λάτιο η δεξιά επανέρχεται στα πράγματα μετά από μία ολόκληρη δεκαετία, με τον Φραντσέσκο Ρόκα των Αδελφών της Ιταλίας να συγκεντρώνει το 51,4%, έναντι 35,3% του κεντροαριστερού Αλέσιο Ντ’ Αμάτο.
Στη Λομβαρδία, κατεξοχήν “κάστρο” της Λέγκας, οι υποψήφιοι περιφερειακοί σύμβουλοι του κόμματος του Ματέο Σαλβίνι περιορίσθηκαν το 15% της ψήφου, ενώ εκείνοι από τους Αδελφούς της Ιταλίας απέσπασαν περί το 26%, επαναλαμβάνοντας το μοτίβο των τελευταίων βουλευτικών εκλογών, μολονότι το 2018 στη συγκεκριμένη περιφέρεια ο συσχετισμός μεταξύ των δύο αυτών δυνάμεων διαμορφωνόταν στο 30% έναντι μόλις 1,6%. Είναι προφανές ότι ο Ματέο Σαλβίνι, ο οποίος αμφισβητείται εσωκομματικά, θα αισθάνεται όλο και πιο άβολα από την παραμονή του σε μία συμμαχία που αποδεικνύεται αυτοκτονική.
Αλλά και ο πρώην πρωθυπουργός και ηγέτης της Forza Italia, Σίλβιο Μπερλουσκόνι, έχει λόγους να ανησυχεί – και για τον περιορισμό των ποσοστών του και για την πολιτική πίεση που επιχειρεί να του ασκήσει το κεντρώο μόρφωμα των Ματέο Ρέντσι και Κάρλο Καλέντα, το οποίο, πολύ χαρακτηριστικά έδωσε το χρίσμα της υποψήφιας περιφερειάρχου Λομβαρδίας στην πρώην υπουργό του “Καβαλιέρε”, Λετίτσια Μοράτι.
Οι δηλώσεις Μπερλουσκόνι κατά του Ουκρανού προέδρου Ζελένσκι, αποτελούν δικαιολογημένη πηγή δυσαρέσκειας για την Μελόνι, όχι μόνο διότι δημιουργούν αμφιβολίες για τη δέσμευση του συνόλου του κυβερνητικού συνασπισμού στην άκρως ατλαντιστική πολιτική που η ίδια ακολουθεί, αλλά και γιατί “αδειάζουν” την επιλογή της ιδίας να επιτεθεί στο γαλλογερμανικό δίδυμο για το δείπνο των Εμανουέλ Μακρόν και Όλαφ Σολτς με τον Ζελένσκι την περασμένη εβδομάδα, στο οποίο δεν είχαν προσκληθεί άλλοι Ευρωπαίοι ηγέτες.
Ο Μακρόν έχει βέβαια ιδιοτελή κίνητρα να παραγκωνίζει τη Μελόνι, προκειμένου να μην ενισχύει δια του παραδείγματός της το προφίλ της Μαρίν Λεπέν στο εσωτερικό της Γαλλίας.
Το μεγαλύτερο παράδοξο, από αυτή την έννοια, είναι το πώς εξαερώθηκε στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες η εντύπωση ότι η Μελόνι αποτελεί “ακροδεξιά απειλή” και πώς η ενσωμάτωσή της ως αποδεκτής ηγέτιδας στους κόλπους των “27” προχωρά, χάρη στην εξωτερική και οικονομική πολιτική της, μολονότι στο επίπεδο των “πολέμων αξιών” (ΛΟΑΤΚΙ δικαιώματα, μεταναστευτικό) ο ιταλικός κυβερνητικός συνασπισμός εξακολουθεί να επενδύει στην εμπρηστική ρητορική.
Αν κάτι δημιουργεί πραγματικά ερωτήματα στις Βρυξέλλες, αυτό είναι η διάθεση της Μελόνι να προβάλλει ως η “φωνή των μικρομεσαίων” που αμφισβητεί το γαλλογερμανικό δίδυμο, πράγμα που θα μπορούσε να την οδηγήσει και στη σύναψη συμμαχιών με εξίσου θορυβώδεις εταίρους στη Βαρσοβία και την Βουδαπέστη.