Περισσότεροι από 9,5 εκατομμύρια άνθρωποι, ιδιαίτερα οι μονογονεϊκές οικογένειες, ζουν σε ελάχιστα τετραγωνικά, σύμφωνα με την Ομοσπονδιακή Στατιστική Υπηρεσία της Γερμανίας. Ο φιλόδοξος στόχος και η προεκλογική δέσμευση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης ήταν να κατασκευάζονται 400.000 νέα διαμερίσματα κάθε χρόνο, συμπεριλαμβανομένων 100.000 κοινωνικών κατοικιών, αλλά ο στόχος φαντάζει απρόσιτος λόγω των υψηλών επιτοκίων και του κόστους κατασκευής.
Σύμφωνα με το Οικονομικό Ινστιτούτο Ifo του Μονάχου, το 2023 κατασκευάστηκαν περίπου 245.000 διαμερίσματα και φέτος θα είναι μόνο 210.000. Επειδή η προσφορά διαμερισμάτων είναι μικρή, αλλά η ζήτηση τεράστια, οι τιμές ενοικίασης εκτοξεύονται.
«Στους μεγάλους δήμους του Ντίσελντορφ, της Κολωνίας ή της Βόννης, σχεδόν το 50% των ανθρώπων δικαιούνται πλέον πιστοποιητικό στεγαστικού δικαιώματος με βάση το εισόδημά τους, δηλαδή ένα διαμέρισμα με πλαφόν ενοικίου. Σήμερα, αυτό δεν αφορά μόνο τους οικονομικά ασθενείς αλλά ακόμη και τα μεσαία στρώματα της κοινωνίας», εξηγεί ο Πέτερ Κοχ, διευθύνων σύμβουλος της Ένωσης Γερμανών Ενοικιαστών της Βόννης και της περιοχής του Αρ στην DW.
Υπάρχουν αυτοί που δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν τον ανταγωνισμό για μια κατοικία. Κάποιοι κατασκηνώνουν σε υπαίθριο χώρο ή, όπως αναφέρει ο Κοχ, μετακινούνται από φίλο σε φίλο ως άστεγοι ή διανυκτερεύουν σε καταλύματα της δημοτικής Αρχής. Ο διευθύνων σύμβουλος της Ένωσης Γερμανών Ενοικιαστών εκτιμά ότι υπάρχουν 3.500 τέτοια άτομα στην περιοχή του, δηλαδή δέκα φορές περισσότεροι από ό,τι πριν από μερικά χρόνια. Η επείγουσα έκκλησή του: «Στα επόμενα 20 χρόνια, περίπου 30.000 άνθρωποι θα μετακομίσουν στη Βόννη και γι’ αυτούς θα χρειαστούμε 15.000 νέες κατοικίες».
Η Γερμανία είναι η νούμερο ένα χώρα ενοικιαστών στην Ευρώπη. Πάνω από το μισό του πληθυσμού δεν ζει σε δική του κατοικία. Είναι η μόνη χώρα στην ΕΕ με περισσότερους ενοικιαστές, παρά ιδιοκτήτες. Η Γερμανία πληρώνει όμως και τα πολιτικά λάθη του παρελθόντος: Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση πούλησε χιλιάδες διαμερίσματα σε επενδυτές και την ίδια στιγμή τα ομοσπονδιακά κρατίδια αποσύρθηκαν μαζικά από την κατασκευή κοινωνικών κατοικιών.
Ο Ματίας Μπέρντ, ειδικός σε θέματα στεγαστικής πολιτικής, δήλωσε στη DW: «Παλαιότερα είχαμε τέσσερα εκατομμύρια κοινωνικές κατοικίες και 15 εκατομμύρια νοικοκυριά ενοικιαστών, σε αναλογία 1 προς 4. Σήμερα έχουμε ένα εκατομμύριο μονάδες κοινωνικής στέγασης και 21 εκατομμύρια νοικοκυριά ενοικιαστών, δηλαδή μία αναλογία 1: 21. Όποιος μπορεί να πάρει με κάποιον τρόπο κοινωνική στέγαση τώρα, έχει κερδίσει το λαχείο.»
Ο Μπερντ είναι επικεφαλής του ερευνητικού κέντρου «Πολιτική και Σχεδιασμός» στο Ινστιτούτο Κοινωνικής Έρευνας του Leibniz. Παρατηρεί ότι η στεγαστική κρίση είναι ιδιαίτερα έντονη στις μεγάλες πόλεις και τις πανεπιστημιουπόλεις. Στο Βερολίνο, για παράδειγμα, υπάρχουν όλο και περισσότερα διαμερίσματα που ενοικιάζονται μέσω Airbnb, ενώ ταυτόχρονα το μίσθωμα για νέες ενοικιάσεις είναι κατά μέσο όρο περίπου διπλάσιο από το ενοίκιο για τα ήδη υπάρχοντα συμβόλαια.
Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση προσπαθεί απεγνωσμένα να αντιμετωπίσει το πρόβλημα και έχει παρατείνει το πλαφόν στο ενοίκιο μέχρι το 2029. Κατά τη σύναψη νέας σύμβασης, το μίσθωμα δεν πρέπει να υπερβαίνει ένα ποσό κατά 10% ανώτερο του τοπικού μέσου όρου. Ωστόσο, υπάρχουν εξαιρέσεις για κατοικίες νεόδμητες, εκτενώς αναπαλαιωμένες ή μερικώς επιπλωμένες. Πρόκειται για νομικά παραθυράκια που, σύμφωνα με τον Μπερντ, πρέπει επειγόντως να κλείσουν.
«Νομίζω ότι βραχυπρόθεσμα χρειαζόμαστε μία πραγματικά ισχυρότερη ρύθμιση της αγοράς ενοικίασης κατοικιών» λέει ο Ματίας Μπερντ. «Δεν είναι δυνατόν τα μισά διαμερίσματα στο Βερολίνο, για παράδειγμα, να προσφέρονται ως μερικώς επιπλωμένα χρησιμοποιώντας αυτό το κόλπο. Δεν μπορεί οι ιδιοκτήτες να παρακάμπτουν το πλαφόν, βάζοντας ένα τραπέζι κι ένα ντουλάπι στο διαμέρισμα και απαιτώντας εξωφρενικά ποσά για όλα αυτά…»