Η Unismack, η εταιρεία παραγωγής σνακ από το Κιλκίς, της οικογένειας Στρατάκη, βάζει δυνατά «πόδι» στην αγορά των ΗΠΑ με μια επένδυση που θα φτάσει σε βάθος πενταετίας τα 42 εκατ. δολάρια
Με μια παραγωγική μονάδα στο Μίσιγκαν μέσω της θυγατρικής της SnackCraft LLC η ελληνική εταιρεία παραγωγής σνακ βάζει πλώρη για μια δυναμικά αναπτυσσόμενη αγορά. Οι πρώτες σειρές από προϊόντα όπως σνακ από κράκερς με αλεύρι από φακές, από κουνουπίδι, από ρεβίθια, από κολοκύθα ή από ρυζάλευρο και σνακ χωρίς γλουτένη ή με vegan συστατικά έχουν αρχίσει να παράγονται στις εγκαταστάσεις 12.000 τ.μ. στο Κένγουντ του Μίσιγκαν ενώ αναμένεται να προστεθούν και νέες σειρές, καθώς και δυνατότητες επεξεργασίας τροφίμων τους επόμενους μήνες.
Σήμερα η αξία της παγκόσμιας αγοράς σνακ χωρίς γλουτένη ξεπερνά τα 850 εκατ. δολάρια και εκτιμάται ότι θα φτάσει τα 1,8 δις. δολάρια το 2031 «τρέχοντας» με ρυθμούς ανάπτυξης 8,3% σύμφωνα με έρευνα της Allied Market Research.
Σε αυτή την αγορά στοχεύει η Unismack με επικεφαλής τον Δημήτρη Στρατάκη, η οποία ιδρύθηκε το 2006 και αποτελεί τη συνέχεια της ενασχόλησης της οικογένειας Στρατάκη στο χώρο της αρτοβιομηχανίας.
Επικεντρώνεται στη δημιουργία “better-for-you” προϊόντων σνακ, αξιοποιώντας την τεχνογνωσία της βιομηχανικής αρτοποιίας. Το 2011 η Unismack λάνσαρε το brand Wellaby’s, το οποίο γνωρίζει τεράστια επιτυχία σε μεγάλες αγορές του εξωτερικού, όπως η Αυστραλία. Μέχρι το 2015 η εταιρεία αφοσιώθηκε στην ανάπτυξη νέων, καινοτόμων προϊόντων, όπως σνακ με άλευρα από όσπρια.
Η ετήσια παραγωγική ικανότητα της Unismack σήμερα είναι 5.000 τόνοι τελικού προϊόντος και ο ετήσιος τζίρος της ξεπερνάει τα 12 εκατ. ευρώ. Το σύνολο σχεδόν της παραγωγής της εξάγεται σε μεγάλες αγορές με σημαντικότερες τις Η.Π.Α., το Ηνωμένο Βασίλειο, την Αυστραλία, αλλά και τη Νέα Ζηλανδία, τη Σκανδιναβία, την Ιαπωνία, τη Γερμανία και τη Νότια Αφρική.
Η είσοδος στην εταιρεία πριν τρία χρόνια της Lime Capital Partners, κοινών συμφερόντων με την SI Foods, που πούλησε την πλειοψηφία των μετοχών της «Δωδώνη» στη CVC Capital έδωσε ώθηση στο αναπτυξιακό σχέδιο της Unismack εκτός συνόρων.
Για την επένδυση η εταιρεία ενισχύθηκε και από την πολιτεία του Μίσιγκαν με 1 εκατ. δολάρια ενώ για κάθε νέα θέση εργασίας θα λαμβάνει 2.700 δολάρια. Η πρώτη γραμμή παραγωγής έχει ξεκινήσει και στις αρχές Φεβρουαρίου αναμένεται να ξεκινήσει μια δεύτερη γραμμή.
Στο νέο εργοστάσιο θα παράγονται φουρνιστά κράκερ, τορτίγια τσιπς, σνακ τύπου extrusion και πέλετ και μια σειρά από άλλα καινοτόμα προϊόντα, όλα ελεύθερα από αλλεργιογόνα. Θα περιλαμβάνει επίσης ένα κέντρο καινοτομίας, το οποίο θα βοηθά τους πελάτες στην έρευνα για την ανάπτυξη νέων προϊόντων, ώστε να μπορούν να ανταποκριθούν στις μεταβαλλόμενες προτιμήσεις και τη ζήτηση των καταναλωτών. Η SnackCraft θα παρέχει επίσης υπηρεσίες αποθήκευσης και logistics τρίτων.
Η SnackCraft αποτελεί ουσιαστικά την πρώτη επένδυση της Unismack εκτός συνόρων και αναμένεται να ενισχύσει την ήδη μεγάλη παρουσία της και τις προοπτικές επέκτασης στην παγκόσμια αγορά.
«Είμαι ιδιαίτερα χαρούμενος που σε χρόνο ρεκόρ και με την υποστήριξη της τοπικής κοινωνίας καταφέραμε να εγκαινιάσουμε στις Η.Π.Α. αυτό το πολύ μεγάλο εγχείρημα. Σήμερα είναι πραγματικά μια ιδιαίτερη μέρα, καθώς υλοποιούνται τα όνειρα και τα πλάνα μιας ολόκληρης δεκαετίας. Τα επόμενα χρόνια προσβλέπουμε να πετύχουμε σημαντική ανάπτυξη, τόσο στην Αμερική, όσο και στην Ελλάδα προσφέροντας απαράμιλλη ποιότητα, καθώς και καινοτομία παγκόσμιας κλάσης στο χώρο της παραγωγής σνακ», δήλωσε ο Δημήτριος Στρατάκης, Group CEO της Unismack.