13.7 C
Athens
Friday, November 22, 2024
More

    Η Ελλάδα απώλεσε κονδύλια ύψους 50 εκατ. ευρώ για την ιχθυοκαλλιέργεια

    Το 40% των κοινοτικών πόρων που είχε στη διάθεσή του απώλεσε ο κλάδος των ιχθυοκαλλιεργειών στο τελευταίο διαθέσιμο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Αλιείας και Θάλασσας 2014-2020 (ΕΠΑΛ). Το 2021 δε ξεκίνησε η σύνταξη του νέου Επιχειρησιακού Προγράμματος Αλιείας Θάλασσας και Υδατοκαλλιέργειας 2021-2027 και αναμένεται να φανεί κατά πόσο ο κλάδος μπορεί να πετύχει μεγαλύτερη απορρόφηση με το υφιστάμενο πρόγραμμα.

    Πρόκειται για κονδύλια που προέρχονται από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας και προορίζονται για την ανάπτυξη της αλιείας και της υδατοκαλλιέργειας. Όπως ανέφερε ο Απόστολος Τουραλιάς, πρόεδρος της Ελληνικής Οργάνωσης Υδατοκαλλιεργειών (ΕΛΟΠΥ), ο κλάδος των υδατοκαλλιεργειών δεν είναι ικανοποιημένος από την απορρόφηση των πόρων. Ο ίδιος απέδωσε την μειωμένη απορρόφηση κονδυλίων κυρίως στη δημόσια διοίκηση και στις γραφειοκρατικές διαδικασίες που εφαρμόζονται. Εκτίμησε ότι χάθηκαν περίπου 50 εκατομμύρια ευρώ από το προηγούμενο αναπτυξιακό πρόγραμμα. “Ωστόσο το ότι χάθηκαν πόροι, είναι κάτι που δεν θα το ακούσετε ποτέ από τα χείλη των αρμοδίων, διότι υπάρχει ένα ωραίο τρικ, όπου μειώνεται ο διαιρέτης, εμφανίζεται μεγαλύτερο το ποσό της απορρόφησης και στη συνέχεια μεταφέρονται τα 50 εκατομμύρια στο επόμενο πρόγραμμα όπου το ποσό αυτό αφαιρείται από τα συνολικά διαθέσιμα κονδύλια. Επομένως, ως χώρα έχουμε απωλέσει 50 εκατομμύρια ευρώ. Σε ό,τι αφορά νέο πρόγραμμα προβλέπει διαθέσιμους πόρους περίπου 90 εκατομμυρίων ευρώ για την ελληνική ιχθυοκαλλιέργεια”.

    Στόχος η αγορά της Αμερικής με ενέργειες προώθησης των ελληνικών ψαριών

    Σε επίπεδο εξαγωγών, αγορά στόχο για την ενίσχυση της ελληνικής παρουσίας στον τομέα των ιχθύων υδατοκαλλιέργειας αποτελεί η Αμερική, όπου έχει εγκριθεί κονδύλι άνω του 1 εκατομμυρίου ευρώ για την προώθηση σε αυτήν. Πρόκειται για μία αγορά που σύμφωνα με τον Απόστολο Τουραλιά, παρουσιάζει σημαντικές προοπτικές ανάπτυξης το επόμενο διάστημα. Οι ελληνικές επιχειρήσεις υδατοκαλλιέργειας που ήδη διατηρούν δυναμική στην Ελλάδα και στην Ιταλία, πλέον κοιτάζουν και στην Αμερική. Μάλιστα, δεν αποκλείεται η χώρα μας να υπερβεί τις τουρκικές εξαγωγές – η γείτονας αποτελεί τον μεγαλύτερο παραγωγό υδατοκαλλιέργειας παγκοσμίως – καθώς ήδη έχει ξεπεράσει τους 6.000 τόνους.

    Εντός της προσεχούς τριετίας η Ελλάδα θα μπορούσε σύμφωνα με τον κύριο Τουραλιά να εξάγει 20.000 τόνους στην απέναντι όχθη του Ατλαντικού. “Οι Τούρκοι από την πλευρά τους έχουν βάλει στόχο να φτάσουν σε συνολική παραγωγή 350.000 τόνων. Στη συνέχεια όμως θα έχουν πρόβλημα παραγωγής, δεδομένου ότι δεν διαθέτουν άλλες άδειες για να αυξήσουν την παραγωγή τους. Στην Ελλάδα όσο εξελίσσεται ο σχεδιασμός του χωροταξικού σχεδιασμού για τις υδατοκαλλιέργειες, ανοίγει ο δρόμος για νέες επενδύσεις προκειμένου να φτάσουμε ακόμα και τους 200.000 τόνους το επόμενο διάστημα. Αντίστοιχα, η Κροατία παράγει 25.000 τόνους, η Ισπανία 50.000 τόνους, ενώ αναπτύσσονται με ταχείς ρυθμούς χώρες της Β. Αφρικής όπως η Αίγυπτος, η Τυνησία και το Μαρόκο που διατηρούν συγκριτικό πλεονέκτημα λόγω του χαμηλού εργατικού τους κόστους. Το στοίχημα λοιπόν για την ελληνική παραγωγή, είναι να αυξήσει την κατά κεφαλήν κατανάλωση και να μεγαλώσει την πίτα με επέκταση και σε αγορές όπως η Κίνα, η Ινδία ή και άλλες”.

    Σταδιακά οι ανατιμήσεις στα προϊόντα σε συνέχεια του κόστους ενέργειας και πρώτων υλών

    Ως προς την μετακύλιση του κόστους ενέργειας και πρώτων υλών στα σημεία πώλησης και τη διενέργεια ανατιμήσεων στα ψάρια ιχθυοκαλλιέργειας, πραγματοποιείται σταδιακά σύμφωνα με τον κύριο Τουραλιά, με τους παραγωγούς να μην δύνανται, όπως είπε, να συγκρατήσουν τις τιμές. “Ένα μέρος της αύξησης που αντιστοιχεί στο 10% της επιβάρυνσης κόστους που έχει δεχτεί ο κλάδος κυρίως από την ενέργεια θα πρέπει να περάσουν στο προϊόν”, σημείωσε ο κύριος Τουραλιάς. Πάντως, ήδη πραγματοποιήθηκαν αυξήσεις στα προϊόντα ιχθυοκαλλιέργειας στα κανάλια λιανικής, οι οποίες το 2022 υπερέβησαν το 10% σε σχέση με το 2021.

    Παρόλ’ αυτά τα ψάρια υδατοκαλλιέργειας παρά την αβεβαιότητα που έχει δημιουργήσει στην αγορά η οικονομική κρίση και η πανδημία διατηρούν την ισχύ τους στην ελληνική αγορά, χωρίς να μειώνεται η κατά κεφαλήν κατανάλωση, όπως ανέφερε μεταξύ άλλων ο πρόεδρος της ΕΛΟΠΥ. “Είχαμε έντονη ανησυχία για το κατά πόσο θα επηρεαζόταν από το ευρύτερο κύμα ανατιμήσεων, η ζήτηση για τα προϊόντα μας. Πολύ γρήγορα διαψευστήκαμε διότι ο τομέας της λιανικής δεν παρουσίασε συρρίκνωση όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά κυρίως στην Ευρώπη”. Όπως επισήμανε ο Απόστολος Τουραλιάς ο κλάδος δεν έχασε πωλήσεις ούτε σε όγκο, ούτε σε αξία.

    Σε ό,τι αφορά την αύξηση του κόστους που προέρχεται από την ενέργεια υπερέβη το 25%. “Είναι χαρακτηριστικό ότι ένας παραγωγός που στο τέλος του 2021 θα μπορούσε να προμηθευτεί μία αξιόπιστη ιχθυοτροφή με 1,1 ευρώ το κιλό, η ίδια ιχθυοτροφή σήμερα υπερβαίνει τα 1,4 ευρώ το κιλό. Εάν σκεφτείτε ότι στη δουλειά μας χρειαζόμαστε περίπου 2,5 κιλά τροφής για 1 κιλό ψαριού, αντιλαμβάνεστε ότι μιλάμε για αύξηση του κόστους κατά 0,80 ευρώ προερχόμενη αποκλειστικά από τις ιχθυοτροφές”.

    Ως προς τις δαπάνες για μάρκετινγκ η ΕΛΟΠΥ από το 2019 και ύστερα που ξεκίνησε τη δράση της έχει επενδύσει 6 εκατομμύρια ευρώ για την προώθηση των προϊόντων των μελών της. Το 2022 οι σχετικές δράσεις σε επίπεδο μάρκετινγκ ανήλθαν σε 2 εκατομμύρια ευρώ, ενώ ο προϋπολογισμός για το 2023 αγγίζει τα 3,5 εκατομμύρια ευρώ.

    Το 2024 η ελληνική παραγωγή θα υπολείπεται κατά 210.000 τόνους της τουρκικής παραγωγής

    Τέλος, η Ελλάδα συνεχίζει να αποτελεί “γέφυρα” για τη διέλευση των τουρκικών ψαριών σε άλλες αγορές. Πέρυσι διήλθαν από τη χώρα μας περίπου 12.000 τόνοι τουρκικών ψαριών, όπου με εξαίρεση περίπου 500 τόνους που καταναλώθηκαν στην Ελλάδα, οι υπόλοιποι διοχετεύθηκαν μέσω του δικτύου τροφοδοσίας των ελληνικών ιχθυοκαλλιεργειών, προκειμένου τα συγκεκριμένα εμπορεύματα να ταξιδέψουν και σε άλλες χώρες.

    Πρόκειται για φαινόμενο που σύμφωνα με τον κύριο Τουραλιά δεν μπορεί να εμφανίσει περαιτέρω διεύρυνση, σε αντίθεση με τις συνολικές παραγόμενες ποσότητες ψαριών υδατοκαλλιέργειας από πλευράς των Τούρκων, όπου το 2021 ξεπέρασαν τους 280.000 τόνους, όταν η ελληνική παραγωγή ήταν στους 130.000 τόνους. Μάλιστα πριν από μία δεκαετία η Ελλάδα είχε παραγωγή 120.000 τόνων και η Τουρκία 50.000 τόνους, ωστόσο τα δεδομένα ανατράπηκαν επί τα χείρω. Καίριο σημείο αποτελεί το ότι οι Τούρκοι υπολογίζεται ότι έως το 2024 θα φτάσουν σε παραγωγή 340.000 τόνων, αφήνοντας τη χώρα μας σε απόσταση 210.000 τόνων.

    Τελευταία Άρθρα

    Σχετικά Άρθρα