Ανακοίνωση με την οποία εξηγεί τα δεδομένα που προκύπτουν από τις τάσεις τιμολόγησης των επιτοκίων από την ΤτΕ αλλά και την ΕΚΤ εξέδωσε η Ελληνική Ένωση Τραπεζών.
Αναλυτικά αναφέρει:
1. Ποια είναι εκείνα τα στοιχεία που πρέπει κανείς να παρακολουθεί για να κατανοήσει τις τάσεις τιμολόγησης και να συγκρίνει με την υπόλοιπη Ευρωζώνη;
Τα νέα επιτόκια που προσφέρονται για δάνεια σε ιδιώτες και επιχειρήσεις έναντι των νέων επιτοκίων που προσφέρονται στις προθεσμιακές καταθέσεις.
2. Τι έγινε στην Ελλάδα και την Ευρωζώνη τον Απρίλιο με τα νέα επιτόκια προθεσμιακών καταθέσεων και δανείων;
Στις προθεσμιακές καταθέσεις έως 1 έτος, το επιτόκιο στην Ελλάδα αυξήθηκε κατά 6 μ.β. και ανήλθε στο 1,22% (Μάρτιος 2023: 1,16%) στους ιδιώτες και κατά 40 μ.β. στις επιχειρήσεις και ανήλθε στο 1,87% (Μάρτιος 2023: 1,47%). Για διάρκειες άνω του 1 έτους, που βάσει των εποπτικών οδηγιών για τους δείκτες ρευστότητας στην Ευρωζώνη είναι οι επιθυμητές διάρκειες, στην Ελλάδα το επιτόκιο ανήλθε στο 1,71%. Ο μέσος όρος της Ευρωζώνης για τις προθεσμιακές καταθέσεις σε ιδιώτες άνω του 1 έτους ανήλθαν στο 2,29%.
Σε ότι αφορά τα νέα δάνεια, και εστιάζοντας στα στεγαστικά δάνεια διάρκειας 5 έως 10 ετών, το επιτόκιο τον Απρίλιο αυξήθηκε κατά 16 μ.β. στο 3,66%. Στην Ευρωζώνη, το μέσο επιτόκιο για την ίδια κατηγορία στεγαστικών δανείων ήταν 3,51%, έναντι 1,77% πριν από ένα χρόνο (Απρίλιος 2022).
3. Ποιο είναι το κύριο συμπέρασμα για το περιθώριο (spread) μεταξύ των επιτοκίων για τα νέα δάνεια και τις νέες προθεσμιακές καταθέσεις;
– Τον Απρίλιο του 2023, για πρώτη φορά από τον Ιανουάριο του 2022, το περιθώριο των νέων στεγαστικών δανείων για αγορά κατοικίας σε σχέση με τις νέες προθεσμιακές καταθέσεις Ιδιωτών με συμφωνημένη διάρκεια άνω του 1 έτους, ήταν μικρότερο στην Ελλάδα (1,7%) σε σχέση με τον μέσο όρο της Ευρωζώνης (2,2%).
– Τον Απρίλιο του 2023, το περιθώριο του συνολικού κόστους νέου δανεισμού για ιδιώτες σε σχέση με τις νέες προθεσμιακές καταθέσεις ιδιωτών με συμφωνημένη διάρκεια άνω του 1 έτους, ήταν ίδιο με αυτό του Μαρτίου 2023 μεταξύ Ελλάδας και μέσου όρου της Ευρωζώνης (+0,75%).