20.4 C
Athens
Friday, November 22, 2024
More

    H οικογένεια Στρατάκη της Unismack εγκαινίασε εργοστάσιο στο Μίσιγκαν των ΗΠΑ

    Για να ταξιδέψεις αυτή την εποχή από την Ελλάδα στο Μίσιγκαν των ΗΠΑ χρειάζεται αρκετή υπομονή αφού το λιγότερο απαιτούνται 22 με 23 ώρες. Παρ’ όλα αυτά για την οικογένεια Στρατάκη αυτό είναι μία μικρή λεπτομέρεια μπροστά στον στόχο που έχουν βάλει ώστε η Unismack, η εταιρεία σνακ που έφτιαξαν το 2008, να επιτύχει τον στόχο να γίνει μία πραγματικά διεθνής εταιρεία.

    Με εξαγωγές ήδη σε 16 χώρες με σνακ εναλλακτικά, τα οποία θεωρούνται premium, και συνεργασίες με μεγάλες πολυεθνικές του κλάδου των τροφίμων είτε μεγάλες αλυσίδες λιανικής, όπως τα Marks & Spencer ή τα Sainsbury’s στο Ηνωμένο Βασίλειο, η οικογένεια Στρατάκη μαζί με τους στρατηγικούς επενδυτές της Lime Capital Partners Ltd, που προ τετραετίας είχαν εξαγοράσει το 44,73% από την οικογένεια, επιχειρούν το αμερικάνικο όνειρο! Σημειωτέον, όπου Lime Capital Partners Ltd, οι πρώην βασικοί μέτοχοι της γαλακτοβιομηχανίας Δωδώνη…

    Τον περασμένο μήνα λοιπόν, αθόρυβα όπως οι ίδιοι έχουν επιλέξει να επιχειρούν όλα αυτά τα χρόνια, η οικογένεια Στρατάκη εγκαινίασε το δεύτερο εργοστάσιο της εταιρείας, αυτή τη φορά στο Μίσιγκαν των ΗΠΑ. Μία κίνηση, που όπως λέει ο Δημήτρης Στρατάκης, ο οποίος ασκεί καθήκοντα προέδρου και διευθύνοντος συμβούλου, είναι το κλειδί για την περαιτέρω διεθνή επέκταση της Unismack, της οποίας η καρδιά χτυπά στο Κιλκίς.

    «Είναι μία επένδυση 20 εκατ. δολ. με την πρόβλεψη για άλλα 20 εκατ. δολ. σε βάθος πενταετίας», λέει ο κ. Στρατάκης. «Το εργοστάσιο είναι σήμερα 12.000 τ.μ. και έχουμε επενδύσει σε τέσσερις γραμμές παραγωγής με διαφορετικού τύπου προϊόντα η κάθε μία. Η μία για τορτίγια τσιπς, η δεύτερη γι’ αυτά που ξέρουμε στην Ελλάδα ως γαριδάκια, η τρίτη για κράκερ και η τέταρτη για “pellet snacks”, όπως ονομάζονται, ουσιαστικά προδιαμορφωμένα σνακ έτοιμα για μεταποίηση. Συνολικά η παραγωγική ικανότητα του εργοστασίου φθάνει τους 20.000 τόνους», εξηγεί ο κ. Στρατάκης.

    Το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής, όπως μας λέει, είναι ήδη «δεσμευμένο» για υφιστάμενες συνεργασίες στις ΗΠΑ δημιουργώντας τις βάσεις για ένα πεδίον δόξης λαμπρό για την Unismack μέσω νέων που θα συναφθούν.

    «Οι ΗΠΑ είναι μία τεράστια ευκαιρία για μία εταιρεία σαν κι εμάς. Γενικά υπάρχει έλλειψη παραγωγικής ικανότητας και ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τα σνακ που είναι πλήρως απαλλαγμένα από αλλεργιογόνες ουσίες», εξηγεί. «Με δεδομένο επίσης ότι πλέον ολοένα περισσότερες μεγάλες εταιρείες στον απόηχο του σοκ που υπέστη η εφοδιαστική αλυσίδα τα προηγούμενα χρόνια αναζητούν να βρουν συνεργάτες με τοπική παραγωγή, αυτό μας βάζει σε μια θέση πλεονεκτική για το μέλλον», σπεύδει να προσθέσει. «Ειδικά καθώς η μονάδα μας είναι και από τις λίγες που αυτή τη στιγμή δίνουν μία εναλλακτική στην αγορά, αφού πολυεθνικοί κολοσσοί εξαγοράζοντας τοπικές μονάδες έχουν περιορίσει τη δυναμικότητα άλλων εταιρειών. Γι’ αυτούς λοιπόν αποτελούμε μία εναλλακτική, γεγονός που βλέπουμε ήδη με τις επαφές που κάνουμε στις ΗΠΑ», σημειώνει.

    Η αμερικανική αγορά ήταν εξάλλου μία από τις βασικές όπου η Unismack εξάγει προϊόντα. Οι υπόλοιπες, σύμφωνα με τον κ. Στρατάκη, είναι η βρετανική, η γαλλική, η γερμανική. «Εξάγουμε έως τη Ν. Αφρική, την Ιαπωνία και την Αυστραλία», λέει.

    Ξεκαθαρίζει πάντως ότι το νέο εργοστάσιο στις ΗΠΑ δεν πρόκειται να αντικαταστήσει την παραγωγή και τις εξαγωγές από το εργοστάσιο του Κιλκίς. «Οχι, ο στόχος είναι η μονάδα στην Αμερική να λειτουργήσει συμπληρωματικά. Αυτό που θέλουμε, είναι να εξελίξουμε τη Unismack σε μία παγκόσμια εταιρεία, που θα μπορεί να προσφέρει καινοτομία διεθνώς, αλλά θα διατηρεί παραγωγή σε τοπικό επίπεδο. Ως εκ τούτου, ναι μεν θέλουμε το εργοστάσιο στις ΗΠΑ να καλύψει όσο το δυνατόν περισσότερο τις ανάγκες που δημιουργούνται τοπικά, όμως την ίδια ώρα θα επενδύσουμε στην επέκταση του εργοστασίου στο Κιλκίς ώστε να μπορεί να καλύψει περισσότερο την Ευρώπη αλλά και τον υπόλοιπο κόσμο. Φτάσαμε κάθε μήνα να στέλνουμε περίπου 40 κοντέινερ με προϊόντα στις ΗΠΑ. Οπότε άρχισαν να ζορίζουν τα πράγματα. Η παραγωγική δυνατότητα στο Κιλκίς έφτανε στο όριο χωρίς μάλιστα να έχει το περιθώριο για περισσότερα πράγματα που θέλαμε να κυνηγήσουμε στην Ευρώπη και αλλού. Ούτε φυσικά μπορούσε να μας δώσει ευελιξία σε αυτά που μπορεί να ήθελαν οι συνεργάτες μας στην Αμερική, αφού για να φτάσουν εκεί τα προϊόντα πρέπει να περάσουν περί τους δύο μήνες. Κι εμείς τώρα κυνηγάμε κάθε ευκαιρία», εξηγεί.

    «Γενικά το εργοστάσιο στις ΗΠΑ είναι απλώς το επόμενο βήμα για εμάς. Το σχέδιό μας συνολικά είναι να παράγουμε καινοτομία και υπεραξία σε παγκόσμιο επίπεδο, και αυτό θα ξεδιπλωθεί βήμα βήμα. Στην Ελλάδα θέλουμε να δημιουργήσουμε ένα κέντρο καινοτομίας για την περαιτέρω ανάπτυξη νέων προϊόντων, φουρνιστών. Και αυτό να το μεταφέρουμε μετά και στην αμερικανική αγορά. Γενικά θέλουμε να είμαστε σε μία μοναδική θέση να προσφέρουμε παραγωγικές δυνατότητες είτε σε τοπικές εταιρείες είτε σε πολυεθνικές που θα απευθύνονται στη διεθνή αγορά», υπογραμμίζει.

    Σημειωτέον πως η Unismack κυρίως αναπτύσσει και δημιουργεί προϊόντα για τρίτες εταιρείες υπό το σήμα τους. Είτε μεγαλύτερες στον χώρο των σνακ είτε ειδικά προϊόντα για μεγάλες αλυσίδες λιανικής.

    «Εχουμε μια ευρεία γκάμα προϊόντων», εξηγεί ο κ. Στρατάκης. «Ο,τι φτιάχνουμε είναι χωρίς γλουτένη και αλλεργιογόνα. Είμαστε η μοναδική στην Ελλάδα και μία από τις λίγες σε ολόκληρη την Ευρώπη που παράγουμε διασφαλίζοντας στο 100% ότι δεν θα περάσει κάποια από αυτές τις ουσίες στα προϊόντα μας. Κι αυτό διότι δεν μπαίνουν καν στο εργοστάσιό μας. Εχοντας ως βάση αυτό, αναπτύξαμε με τα χρόνια πολλά προϊόντα. Μία βασική κατηγορία είναι τα σνακ vegan, τα οποία εξάγουμε. Κι σε αυτά έχουμε καινοτομήσει, διότι βασίζονται σε άλευρα λαχανικών. Από άλευρο κουνουπιδιού, το οποίο φτιάξαμε, ως από κολοκύθι, παντζάρι… Αντίστοιχα έχουμε σειρά από όσπρια. Και γενικά το ψάχνουμε διαρκώς. Είτε μόνοι μας είτε έπειτα από αίτημα των πελατών μας. Για παράδειγμα, μόλις τον περασμένο μήνα λανσάραμε για τη βρετανική αλυσίδα Sainsbury’s τέσσερα προϊόντα με λιγότερο αλάτι και λιπαρά», σημειώνει ο κ. Στρατάκης.

    Στην Ελλάδα η Unismack ανέπτυξε και παράγει τους τελευταίους μήνες για τη γαλακτοβιομηχανία Δωδώνη τα σνακ από φέτα. «Πραγματικά είναι ένα μοναδικό προϊόν. Το δοκιμάζαμε πάρα πολύ καιρό μέχρι να φτάσουμε σε αυτό το αποτέλεσμα και είναι ποιοτικά άριστο. Νομίζω ότι θα αρέσει και στους μη λάτρεις της φέτας», τονίζει. Με δεδομένο ότι οι δύο εταιρείες έχουν ως βασικό σύνδεσμο τους μετόχους της Lime Capital, αυτή θεωρείται και η πρώτη συνέργεια Unismack και Δωδώνη. «Και έπεται συνέχεια. Ηδη έχουμε αναπτύξει για την αγγλική αγορά και μία δεύτερη σειρά προϊόντων, με χαλούμι. Σε αυτά λοιπόν θα αρχίσουμε να χτίζουμε για την επέκταση της συνεργασίας μας στο μέλλον. Σε προϊόντα ιδιαίτερα και ποιοτικά», σημειώνει.

    «Γενικά πρέπει να σας πω ότι και εγώ δεν συνηθίζω να τρώω σνακ. Μόνο τα δικά μας καταναλώνω και μάλιστα μου αρέσουν πολύ, γιατί ξέρω το επίπεδο της ποιότητας αλλά και των συστατικών που χρησιμοποιούμε. Με βάση την πρωτεΐνη και με απλές συνταγές. Εκεί κρίνεται η επιτυχία ενός προϊόντος», προσθέτει ο κ. Στρατάκης.

    Προς το παρόν πάντως προϊόντα με μπράντα της Unismack δεν θα δούμε στην αγορά. «Για τον επόμενο χρόνο τουλάχιστον θα εστιάσουμε στις συνεργασίες που έχουμε. Η αλήθεια είναι πως έχουμε κάποια σχέδια για προϊόντα με δική μας μπράντα, αλλά δεν είναι η προτεραιότητα. Ηδη έχουμε κάνει μία ετικέτα, την “Mediterranean snack collection” με κάποια προϊόντα για το εξωτερικό και είμαστε στη φάση που επεξεργαζόμαστε ποιοι κωδικοί προϊόντων θα ταίριαζαν στον Ελληνα καταναλωτή. Μην ξεχνάτε ότι κάθε χώρα έχει τις γευστικές της ιδιαιτερότητες κι αυτό είναι μεγάλη πρόκληση για μια εταιρεία σαν τη δική μας. Αυτή την εποχή το trend αφορά τα σνακ υψηλά σε πρωτεΐνη».

    Πάντως, όπως ξεκαθαρίζει ο κ. Στρατάκης, η Unismack δεν πρόκειται ποτέ να γίνει μία εταιρεία που θα ανταγωνίζεται στη λιανική και ειδικά σε κατηγορίες προϊόντων μαζικής κατανάλωσης. «Γενικά τοποθετούμαστε στην αγορά σαν μία εταιρεία παραγωγής που δίνει υπεραξία και καινοτομία. Οχι σαν μία εταιρεία που προσανατολίζεται στη μαζική παραγωγή που θα αντικαταστήσει ένα ανταγωνιστικό προϊόν, π.χ. πατατάκια, βάζοντας την τιμή ένα σεντ χαμηλότερα! Είμαστε και θα παραμείνουμε μία εταιρεία που θα αναπτύσσει και θα παράγει premium προϊόντα που δημιουργούν υπεραξίες», τονίζει.

    Είναι ίσως χαρακτηριστικό πως προϊόντα με την μπράντα της Unismack σήμερα μπορεί να βρει κάποιος σε high end ξενοδοχεία, όπως η «Μεγάλη Βρεταννία» και το «Hyatt» στη Θεσσαλονίκη.

    Οι προκλήσεις

    Πάντως, οι σημερινές προκλήσεις που δημιουργεί το πληθωριστικό περιβάλλον δεν αφήνουν ανεπηρέαστη τη Unismack. «Δυστυχώς ενώ έως τώρα ήταν πλεονέκτημα να είσαι 100% εξαγωγική εταιρεία, μας ήρθε διπλό πλήγμα. Αφενός ακρίβυνε η παραγωγική βάση αφετέρου το μεταφορικό κόστος», σημειώνει, εξηγώντας ότι στις κινήσεις που έγιναν για να αντεπεξέλθει η εταιρεία ήταν η μείωση του λειτουργικού κόστους «όπου ήταν αυτό εφικτό, ακόμα και με μικρές τροποποιήσεις στις συνταγές των προϊόντων ή στη βελτίωση του ενεργειακού κόστους. Οχι όμως και στους ανθρώπους και στην τεχνογνωσία μας, γιατί εκεί στηρίζεται η βάση της επιτυχίας μας», λέει. Φυσικά προχώρησαν και σε ανατιμήσεις. «Οι τελευταίες αφορούσαν το μισό ποσοστό των αυξήσεων που είχαμε, κάπου 12,5%. Ημασταν τυχεροί και από την ισοτιμία ευρώ – δολαρίου και στο τέλος καταφέραμε κάπως να ισορροπήσουμε», εξηγεί.

    Συνολικά πάντως το λειτουργικό κόστος το 2022 ήταν αυξημένο κατά 25%. Ο ίδιος πάντως εκτιμά ότι οι τιμές των πρώτων υλών κάπου εδώ έχουν φτάσει στην κορυφή. «Ισως σε λίγους μήνες να αρχίσουμε να βλέπουμε κάποια αποκλιμάκωση των τιμών, οπότε να δημιουργηθεί χώρος για ευελιξία», σημειώνει ο κ. Στρατάκης.
    Ο ίδιος εκτιμά ότι η φετινή χρήση, που για τη Unismack λήγει στο τέλος Ιουνίου, θα επιφυλάξει αύξηση του κύκλου εργασιών από τα επίπεδα των 12,5 εκατ. ευρώ που ήταν πέρυσι. Το ερώτημα είναι εάν με την πίεση στο περιθώριο κέρδους λόγω του πληθωρισμού θα διατηρηθεί η κερδοφορία, που ήταν στο 1 εκατ. ευρώ.

    Σήμερα η εταιρεία απασχολεί 100 εργαζομένους στην Ελλάδα και άλλους 50 στις ΗΠΑ. «Στο επόμενο 12μηνο θα γίνουν 120 και 150 αντίστοιχα», λέει ο Δημήτρης Στρατάκης.

    «Γενικά έχουμε το όραμα μας, που συμπεριλαμβάνει τη δημιουργία νέων πραγμάτων και την ανάπτυξη. Εχουμε επίσης ένα σχέδιο που μέχρι σήμερα αποδίδει. Οπότε είμαστε αισιόδοξοι γι’ αυτό το ταξίδι επιχειρηματικότητας. Εχουν δημιουργηθεί οι υποδομές, οι βάσεις, οι σχέσεις και η τεχνογνωσία που μας κάνουν να πιστεύουμε πως αυτά είναι μόνο τα πρώτα βήματα για το πώς μπορεί όλο αυτό να εξελιχθεί», λέει ο ίδιος.

    Η διαδρομή

    Η διαδρομή της Unismack ξεκίνησε το 2008, αν και οι βάσεις είχαν μπει νωρίτερα. «Ολα ξεκίνησαν από τον πατέρα μας, τον Γιώργο Στρατάκη, ο οποίος και τελικά μπορούμε να πούμε ότι έβαλε το DNA των προϊόντων άρτου στην οικογένειά μας», λέει ο Δημήτρης Στρατάκης. «Τη δεκαετία του ’90 είχε ιδρύσει την εταιρεία Cibus Α.Ε., η οποία κάποια χρόνια μετά συγχωνεύτηκε με την Κατσέλης. Στην αρχή ουσιαστικά αποτελούσε το business unit της Κατσέλης στη Βόρεια Ελλάδα όπου στις υποδομές της παράγονταν και τα προϊόντα μακράς διαρκείας της Κατσέλης. Ολο αυτό το διάστημα και εγώ και ο αδελφός μου, ο Αλέξανδρος, ουσιαστικά είχαμε επαφή με την εταιρεία. Μεγαλώσαμε μέσα σε αυτή και φυσικά κάθε καλοκαίρι, από την εποχή που ήμασταν μαθητές, δουλεύαμε σε αυτήν. Αργότερα λοιπόν όταν ο πατέρας μου πούλησε το σύνολο της συμμετοχής του, θελήσαμε τρόπον τινά να εκμεταλλευτούμε την τεχνογνωσία που είχαμε από την ενασχόλησή μας τόσα χρόνια, αλλά σε ένα συγγενές πεδίο. Εξάλλου ήταν κάτι που άρεσε ως ενασχόληση και σ’ εμένα και στον αδελφό μου. Η μεγάλη διαφορά όμως ήταν ότι από την αρχή θέσαμε ως στόχο η νέα μονάδα να εστιάσει σε εξωστρέφεια και καινοτομία, διατηρώντας όμως την τεχνογνωσία του ψησίματος. Ετσι λοιπόν το 2006 αποφασίσαμε να φτιάξουμε αυτό που σήμερα είναι η Unismack. Δύο χρόνια μετά, η εταιρεία είχε ήδη γίνει. Σε αυτό το εγχείρημα εγώ και ο αδελφός μου θα μπαίναμε μπροστά. Στηριχτήκαμε ωστόσο στη χρηματοδότηση του πατέρα μας. Ξεκινήσαμε από την αρχή. Για το πρώτο προϊόν μας μάλιστα αγοράσαμε τεχνογνωσία. Ηταν ένα προϊόν με 40% τυρί. Μάλιστα είναι αυτό που αποτέλεσε και τη βάση ώστε να αναπτύξουμε αργότερα τα προϊόντα της Δωδώνη. Βήμα βήμα καταφέραμε να φτιάξουμε κάτι στέρεο και εξωστρεφές, το οποίο, όπως βλέπετε, αναπτύσσεται διεθνώς».

    Τελευταία Άρθρα

    Σχετικά Άρθρα