Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την ασφάλεια της Γερμανίας παραμένει η ακροδεξιά. Σε αυτή τη διαπίστωση καταλήγει η έκθεση για το 2020 της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας για την Προστασία του Συντάγματος (BfV) που παρουσίασε εχθές στο Βερολίνο ο υπουργός Εσωτερικών Χορστ Ζεέχοφερ.
Ο αριθμός των ακροδεξιών αυξήθηκε στους 33.300, το 40% από αυτούς θεωρείται ικανό να προβεί σε βίαιες πράξεις. Η έκθεση της μυστικής υπηρεσίας που δραστηριοποιείται στο εσωτερικό της Γερμανίας εστιάζει την προσοχή της στη συμμετοχή ακροδεξιών στις διαδηλώσεις πολιτών που στρέφονταν κατά των μέτρων προστασίας που επιβλήθηκαν λόγω της πανδημίας.
Στο στόχαστρο των αρχών βρίσκονται και τα περίπου 20.000 άτομα που ανήκουν στα κινήματα «Πολίτες του Ράιχ» και «Αυτοδιοικούμενοι». Πρόκειται για ανθρώπους που δεν αναγνωρίζουν τους κρατικούς θεσμούς. 2.000 από αυτούς θεωρούνται ικανοί για βίαιες πράξεις. Για πρώτη φορά σε ετήσια έκθεση της BfV γίνεται εκτενής αναφορά στη «Νέα Δεξιά», ένα ρεύμα συντηρητικών και ακροδεξιών ιδεολόγων που επιδιώκουν να διαδώσουν ακροδεξιές θέσεις. Στην πραγματικότητα πρόκειται για «πνευματικούς εμπρηστές» της ακροδεξιάς βίας, υποστήριξε ο πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας για την Προστασία του Συντάγματος, Τόμας Χάλντεβανγκ στη συνέντευξη τύπου με τον Χορστ Ζεεχόφερ.
Στην έκθεση επισημαίνεται επίσης ότι ο αντισημιτισμός στη Γερμανία είναι εξίσου επικίνδυνος όπως η ακροδεξιά. Σύμφωνα με τον κ. Χάλτεβανγκ, οι διαδηλώσεις που πραγματοποιήθηκαν πρόσφατα σε όλη τη χώρα με αφορμή τους βομβαρδισμούς στο Ισραήλ και στη Γάζα όπως και οι επιθέσεις ενάντια σε συναγωγές έδειξαν ότι ο αντισημιτισμός ενώνει εξτρεμιστές διαφορετικών τάσεων. Πάντως, το 90% των αξιόποινων πράξεων με αντισημιτικά κίνητρα τις διέπραξαν ακροδεξιοί.