Φθίνει σταδιακά η ιδιωτική κατανάλωση σύμφωνα με το εβδομαδιαίο οικονομικό δελτίο της Alpha Bank. Ωστόσο, το πρώτο εννεάμηνο του προηγούμενου έτους διατήρησε τη δυναμική της, στηρίζοντας σε σημαντικό βαθμό την άνοδο του ΑΕΠ.
Στο γεγονός αυτό, συνέβαλαν διάφοροι παράγοντες, όπως η υψηλή ροπή προς κατανάλωση στη μετα-πανδημική εποχή, η συσσώρευση αποταμιεύσεων κατά τη διάρκεια της πανδημίας και η αξιοσημείωτη αύξηση της απασχόλησης.
Η επίδραση της «μετα-πανδημικής ευφορίας» ωστόσο σταδιακά φθίνει, ενώ παράλληλα ο υψηλός πληθωρισμός συμπιέζει την αγοραστική δύναμη των πολιτών. Αξίζει να σημειωθεί ότι, το πρώτο εννεάμηνο του 2022, ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή αυξήθηκε κατά 10,1% σε ετήσια βάση, ενώ αντίστοιχα ο Δείκτης Μισθολογικού Κόστους κατέγραψε ετήσια άνοδο ύψους 3,6%. Ως εκ τούτου, ο ρυθμός αύξησης της ιδιωτικής καταναλωτικής δαπάνης εκτιμάται ότι θα επιβραδυνθεί σημαντικά κατά το τρέχον έτος. Η υψηλή συμβολή της ιδιωτικής κατανάλωσης στην άνοδο του ΑΕΠ το 2022 και η χαμηλότερη, όπως εκτιμάται για το 2023, αποτυπώνονται στην πορεία των βραχυχρόνιων δεικτών οικονομικής συγκυρίας και προσδοκιών, ως εξής:
Πρώτον, στην εξέλιξη του δείκτη όγκου λιανικών πωλήσεων, εξαιρουμένων των καυσίμων και των λιπαντικών, ο οποίος αυξήθηκε κατά 2,5% σε ετήσια βάση στο διάστημα Ιανουαρίου-Οκτωβρίου 2022, έναντι αντίστοιχης περυσινής αύξησης κατά 9,4%.
Τον Οκτώβριο, συγκεκριμένα, ο εν λόγω δείκτης κατέγραψε πτώση κατά 3% σε σύγκριση με τον ίδιο μήνα του 2021. Αξίζει να σημειωθεί ότι τον Οκτώβριο τόσο του 2021, όσο και του 2020 και παρά το γεγονός ότι η πανδημική κρίση ήταν σε εξέλιξη, ο δείκτης όγκου λιανικών πωλήσεων εξαιρουμένων των καυσίμων και των λιπαντικών είχε αυξηθεί κατά 6,8% και 8,6% σε ετήσια βάση, αντίστοιχα. Σε ό,τι αφορά στις επιμέρους κατηγορίες του δείκτη, το πρώτο δεκάμηνο του 2022 η πλειονότητα αυτών κατέγραψε άνοδο.
Τη μεγαλύτερη αύξηση σε όρους όγκου πωλήσεων σημείωσε η κατηγορία βιβλία-χαρτικά-λοιπά είδη (14,4%) και ακολούθησαν τα έπιπλα-ηλεκτρικά είδη-οικιακός εξοπλισμός (11,6%) και τα φαρμακευτικά-καλλυντικά (9,8%). Αντίθετα, ο όγκος πωλήσεων μειώθηκε σε ετήσια βάση, στο διάστημα Ιανουαρίου-Οκτωβρίου 2022, κατά 1,3% στην κατηγορία τρόφιμα-ποτά-καπνός και κατά 2% στα μεγάλα καταστημάτων τροφίμων (super markets). Τη διετία 2020-2021, ωστόσο, οι πωλήσεις τροφίμων είχαν σημειώσει σημαντική άνοδο, με τον σύνθετο δείκτη καταστημάτων ειδών διατροφής να έχει αυξηθεί σωρευτικά κατά 7,1%.
Επιπρόσθετα, οι πωλήσεις εκτός καταστημάτων , οι οποίες αυξήθηκαν κατακόρυφα τη διετία 2020-2021 (+54%), τους πρώτους δέκα μήνες του 2022 κατέγραψαν πτώση ύψους 7,2% σε ετήσια βάση.
Δεύτερον, στην αυξημένη τουριστική κίνηση, η οποία έχει συμβάλει σε σημαντικό βαθμό στην άνοδο της ιδιωτικής καταναλωτικής δαπάνης. Συγκεκριμένα, οι ταξιδιωτικές εισπράξεις αυξήθηκαν συνολικά τους πρώτους δέκα μήνες του 2022 κατά 70,4% σε ετήσια βάση, ενώ υπολείπονται των εισπράξεων του αντίστοιχου διαστήματος του 2019 κατά μόλις 2,6%. Τον Οκτώβριο του 2022, μάλιστα, οι ταξιδιωτικές εισπράξεις ξεπέρασαν το αντίστοιχο μέγεθος του Οκτωβρίου τόσο του 2021, όσο και του 2019. Επιπρόσθετα, οι ταξιδιωτικές αφίξεις τον Οκτώβριο του 2022 ήταν αυξημένες κατά 28,6% σε σύγκριση με τον ίδιο μήνα του 2021, ενώ προσέγγισαν τις αφίξεις του Οκτωβρίου του 2019.
Τρίτον, στα έσοδα της Γενικής Κυβέρνησης από τους άμεσους φόρους στην κατανάλωση και συγκεκριμένα από τον Φόρο Προστιθέμενης Αξίας (ΦΠΑ). Τα έσοδα ΦΠΑ ήταν αυξημένα, τον Νοέμβριο του 2022, κατά 2,4% σε ετήσια βάση, ενώ συνολικά τους πρώτους έντεκα μήνες του έτους, υπερέβησαν το αντίστοιχο μέγεθος του 2021 κατά 21,4%. Η αύξηση αυτή αποδίδεται στην άνοδο αφενός της οικονομικής δραστηριότητας και αφετέρου του επιπέδου τιμών, με τον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή να έχει αυξηθεί κατά 9,9%, κατά μέσο όρο, στο ίδιο χρονικό διάστημα και κατά 9,6% συνολικά το 2022.
Τέταρτον, στις επιχειρηματικές προσδοκίες στο Λιανικό Εμπόριο, οι οποίες, αν και επιδεινώθηκαν σημαντικά τον Δεκέμβριο του 2022 σε σύγκριση με τον προηγούμενο μήνα, παραμένουν σε θετικό έδαφος.
Ο εν λόγω δείκτης υποχώρησε κάτω από το μηδέν το δίμηνο Αυγούστου-Σεπτεμβρίου, όταν οι πληθωριστικές πιέσεις και η αβεβαιότητα σχετικά με την επάρκεια ενέργειας τον προσεχή χειμώνα κορυφώθηκαν, ενώ βελτιώθηκε τους επόμενους μήνες, πρωτίστως λόγω των εκτιμήσεων για αύξηση των τρεχουσών πωλήσεων.