Όπως φαίνεται από έκθεση της Eurostat για την φτώχεια που πλήττει τις χώρες της ΕΕ, σχεδόν 4 στους 10 Έλληνες και συγκεκριμένα ποσοστό 38,2%, το 2023, δεν μπορούσε να εξασφαλίσει ένα πλήρες γεύμα με ψάρι ή κρέας, ή κάποιο αντίστοιχο χορτοφαγικό γεύμα.
Όπως φαίνεται, ο υψηλός πληθωρισμός και η συρρίκνωση της αγοραστικής αξίας των Ελλήνων αλλά και συνολικά των Ευρωπαίων οδηγεί τους πολίτες στο να «κόβουν» από την ποιοτική διατροφή. Υπενθυμίζεται, ότι τον Ιούνιο, ο πληθωρισμός στη χώρα μας ανήλθε στο 2,5%.
Σύμφωνα με την Eurostat, την περσινή χρονιά το 2023, το 9,5% του πληθυσμού της ΕΕ δεν θα μπορούσε να αντέξει οικονομικά ένα γεύμα με κρέας, ψάρι ή ένα ισοδύναμο χορτοφαγικό γεύμα κάθε δεύτερη ημέρα, 1,2% υψηλότερα σε σύγκριση με το 2022 (8,3%).
Επιπλέον, εστιάζοντας στα άτομα που βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας, το 2023 το ποσοστό σε επίπεδο ΕΕ ήταν 22,3%, υποδηλώνοντας αύξηση κατά 2,6% σε σύγκριση με το 2022 (19,7%). Σε εθνικό επίπεδο, το υψηλότερο ποσοστό των ατόμων που διατρέχουν κίνδυνο φτώχειας και δεν μπορούν να αγοράσουν ένα κανονικό γεύμα καταγράφηκε στη Σλοβακία (45,7%), ακολουθούμενο από την Ουγγαρία (44,9%) και τη Βουλγαρία (40,2%). Από την άλλη πλευρά, το χαμηλότερο ποσοστό καταγράφηκε στην Ιρλανδία (4,2%), ακολουθούμενη από την Κύπρο (5,0%) και την Πορτογαλία (5,9%).
Στην ΕΕ, η διαφορά μεταξύ του συνολικού πληθυσμού και του πληθυσμού που βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας όσον αφορά τη δυνατότητα να εξασφαλίσει ένα σωστό γεύμα ήταν 12,8%. Σε επίπεδο χωρών, η Ουγγαρία ανέφερε τη μεγαλύτερη διαφορά με 30,25, ακολουθούμενη από τη Σλοβακία (27,9%) και την Ελλάδα (27,3%). Αντίθετα, η Σουηδία, η Κύπρος, το Λουξεμβούργο, η Πορτογαλία και η Ιρλανδία ανέφεραν τις μικρότερες διαφορές, όλες κάτω από 4,0%.
Η δυνατότητα να αντέξει κανείς οικονομικά ένα γεύμα με κρέας, ψάρι ή ισοδύναμο χορτοφαγικό κάθε δεύτερη ημέρα είναι μεταξύ των στοιχείων που παρατηρούνται από την Eurostat σε επίπεδο νοικοκυριού για τον υπολογισμό του ποσοστού σοβαρής υλικής και κοινωνικής αποστέρησης.