19.8 C
Athens
Friday, November 22, 2024
More

    Επίτιμη Διδάκτωρ της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ η ΠτΔ – Η αντιφώνησή της

    Η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου αναγορεύθηκε σε ειδική τελετή σε Επίτιμη Διδάκτορα της Νομικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου. Μετά την υποδοχή της από την Κοσμήτορα της Νομικής Σχολής Ελισάβετ Συμεωνίδου -Καστανίδου ακολούθησε η προσφώνηση του Πρύτανη του ΑΠΘ Νικόλαου Παπαϊωάννου και η εκφώνηση του επαίνου για την τιμώμενη, από τον καθηγητή Διοικητικού Δικαίου Ιωάννη Συμεωνίδη.

    Στην αντιφώνησή της η κυρία Σακελλαροπούλου τόνισε τα εξής:

    Είναι ιδιαίτερη η συγκίνησή μου για τη σημερινή μέρα. Η Θεσσαλονίκη, γενέθλια και αγαπημένη πόλη, μου ξυπνά τα πιο δυνατά συναισθήματα οικειότητας. Κάθε φορά που την επισκέπτομαι, επιστρέφω στις μνήμες και στους τόπους της παιδικής μου ηλικίας. Πλουτίζω από τις παραστάσεις της και συναντώ ξανά αγαπητά μου πρόσωπα. Πολλά από αυτά, παρά τους περιορισμούς που μας επιβάλλει η πανδημία, είναι παρόντα εδώ, ανάμεσά μας.

    Χαίρομαι, επίσης, γιατί με το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο και τους ανθρώπους της Νομικής Σχολής, ειδικά του Τομέα Δημοσίου Δικαίου, διατηρώ εδώ και χρόνια σχέσεις στενές. Η Νομική Σχολή της Θεσσαλονίκης ήταν πάντα για όλους τους νομομαθείς της γενιάς μου μια κυψέλη προοδευτικών και δημοκρατικών ιδεών μέσα στο ζωντανό ακαδημαϊκό περιβάλλον της ζηλευτής, για όσους σπουδάζαμε στην Αθήνα και στο ιστορικό κτίριο της οδού Σόλωνος, πανεπιστημιούπολης.

    Σήμερα, η Νομική Σχολή μου αποδίδει την πιο υψηλή τιμή, με την αναγόρευσή μου σε επίτιμη διδάκτορά της, και την ευχαριστώ θερμά για αυτό. Είναι μια στιγμή ξεχωριστή, που συμπυκνώνει πολλές δεκαετίες παρουσίας, εργασίας και μελέτης στον χώρο του δικαίου.

    Καθοριστική υπήρξε βέβαια η μακρά θητεία μου στο Συμβούλιο της Επικρατείας σε όλη τη διάρκεια της μεταπολίτευσης, της πιο ειρηνικής και προοδευτικής περιόδου της σύγχρονης ιστορίας μας. Είχα την τύχη, σε αυτή την πορεία, να συνεργαστώ με άξιους συναδέλφους και να συναναστραφώ καταρτισμένους νομικούς και πανεπιστημιακούς – ακόμη μαθαίνω και επηρεάζομαι από αυτούς.

    Το δίκαιο διδάσκει μέθοδο και τρόπο σκέψης. Για πολλούς από μας μετατρέπεται σε συμπεριφορά και αντίληψη, σε μια συγκεκριμένη θέαση του κόσμου. Στα σαράντα σχεδόν χρόνια που υπηρέτησα στο Συμβούλιο της Επικρατείας, η νομική θεωρία και η πράξη ήταν πάντα άρρηκτα συνδεδεμένες. Στον δικανικό μας συλλογισμό, στη μείζονα και στην ελάσσονα πρόταση, το δίκαιο γεννιόταν και προέκυπτε εν συνόλω. Η αιτιολογία και το διατακτικό αποτύπωναν τη σχέση της πραγματικότητας με τον κανόνα. Με λέξεις και έννοιες που είχαν όλες, σας διαβεβαιώνω, σημασία: καμία δεν έπρεπε να είναι περιττή. Ο δικαστής δεν έχει την πολυτέλεια του ερευνητή του δικαίου να χαθεί στους μαιάνδρους της θεωρίας, ούτε μπορεί να επιδοθεί σε έναν άκρατο εμπειρισμό, δίχως συνοχή, αρχές και κανόνες.

    Όπως συμβαίνει σε κάθε συλλογικό όργανο. Αυτή η συνεχής διαδικασία διαπαιδαγώγησης για τον δικαστή επηρεάζει και τη νομική του μέθοδο. Είναι μια επίπονη εκμάθηση της ακρόασης του άλλου, που επαληθεύεται στη δικαστική αίθουσα. Η δημοκρατική διάσταση στην ίδια την προετοιμασία και τη λήψη της δικαστικής απόφασης αποτελεί, ίσως, την πιο ισχυρή εγγύηση σε ένα ανώτατο δικαστήριο απέναντι στον δογματισμό και τον αποκλεισμό της διαφορετικής άποψης.

    Για τον ανώτατο δικαστή, η μετάβαση από την κλειστή αίθουσα του δικαστηρίου στη ανοικτή σφαίρα της πολιτικής δεν είναι καθόλου αυτονόητη. Ο δικαστικός αυτοπεριορισμός και η εσωστρέφεια δίνουν τη θέση τους στη συνεχή έκθεση, στη συρρίκνωση της ιδιωτικότητας, στην εξωστρέφεια του πολιτικού αξιώματος. Η καθημερινότητα μεταβάλλεται ριζικά, ο ρυθμός της ζωής αλλάζει.

    Το δίκαιο και η πολιτική τέμνονται. Παρότι όμως αφορούν συχνά τα ίδια ζητήματα, αναφέρονται σε διαφορετικές οπτικές και διατηρούν τη σχετική τους αυτονομία. Το δίκαιο είναι ο μανδύας της πολιτικής, αλλά δεν πρέπει να συγχέεται με αυτήν. Ούτε η πολιτική μπορεί να απορροφηθεί από το δίκαιο. Κατέχει το δικό της προνομιακό πεδίο, την ελεύθερη και πολλές φορές γκρίζα ζώνη της σκοπιμότητας, στα όρια πάντα του Συντάγματος και των νόμων. Αυτό επιτάσσει η δημοκρατική αρχή και η διάκριση των εξουσιών, οι θεμελιώδεις αρχές της Πολιτείας. Παρ’ όλα αυτά, στη χώρα μας πολιτικοποιούμε παραπάνω από το μέτρο, με λεξιλόγιο πολεμικό, τα νομικά ζητήματα ή εκνομικεύουμε τα πολιτικά, ανάλογα με τη συγκυρία ή το συμφέρον του καθενός. Όταν δεν διαφυλάσσουμε τα σύνορα ανάμεσα στο δίκαιο και την πολιτική, αδυνατίζουμε τη δημοκρατική συναίνεση.

    Υποτιμάμε το θεμέλιο του κοινωνικού μας συμβολαίου που είναι ο σεβασμός στη σύμβαση, στην ελευθερία μας να συμφωνούμε, αλλά και να διαφωνούμε συντεταγμένα. Ο θετικισμός είναι βασικό στοιχείο του πολιτισμού μας και ο νομικός τύπος δεν πρέπει να υποβιβάζεται ή να εργαλειοποιείται για χάρη των σκοπών.

    Από την άλλη, ο καλός νομικός και ο ενάρετος πολιτικός μοιράζονται τον ίδιο πυρήνα αξιών, μια κοινή και αδιαπραγμάτευτη θέση, την αφοσίωσή τους στη φιλελεύθερη δημοκρατία. Αυτή δεν προκύπτει μόνον ως το απόσταγμα της γνώσης του δικαίου και των θεσμών, αλλά, πρωτίστως και κυρίως, ως μια θέση της προσωπικής ταυτότητας, της πεποίθησης και ηθικής, που φέρει ο καθένας μας ως άτομο και μέλος του κοινωνικού συνόλου, όπως αναφέρει και το Σύνταγμά μας.

    Αυτός ο συντονισμός με το κοινωνικό είναι και η βασική προτεραιότητα της Προεδρίας μου: το ισχυρό μήνυμα αλλά και η αποτελεσματική πράξη της συμπερίληψης του άλλου, ιδίως του αδυνάτου, στην κοινωνική και πολιτική μας συνύπαρξη. Χαίρομαι ιδιαίτερα για την πρόοδο και την καταξίωση των γυναικών και τη συμβολή της εκλογής μου στην κατεύθυνση αυτή. Η ευημερία της δημοκρατίας μας συναρτάται με την ενσωμάτωση, όχι με τον αποκλεισμό, με την ανάπτυξη και τη δημιουργία κινήτρων για όλους, αλλά και τη στήριξη των ευάλωτων ομάδων, ειδικά στις δύσκολες μέρες του καιρού μας. Το στοίχημα είναι υψηλό και δύσκολο: η ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας δεν νοείται δίχως την αποτελεσματική προστασία μας. Ο σεβασμός των ταυτοτήτων πρέπει να συμπληρώνεται από τις πολιτικές της ισότητας, με εμβέλεια καθολική, ώστε να κλείνουν γρήγορα τα ρήγματα στην κοινωνία και να διατηρείται η συνοχή της. Οι δυνατότητες και οι ανοικτές επιλογές που μας παρέχει ο σύγχρονος κοσμοπολιτισμός πρέπει να συμβαδίσουν με την παροχή των ίσων ευκαιριών και τη διορθωτική και αναδιανεμητική δικαιοσύνη. Το σχέδιο της ζωής μας δεν είναι υπόθεση μόνον ατομικής ευθύνης, ούτε προϊόν κρατικού παρεμβατισμού. Είναι μια υπόσχεση που εγγυάται η Πολιτεία στον καθένα από μας για να εκπληρώσει τη δική του αυτονομία.

    Η χώρα μας δοκιμάστηκε στις κρίσεις των τελευταίων ετών και η αξιοπιστία του πολιτικού της συστήματος δέχθηκε ένα καίριο πλήγμα. Η οικονομική κρίση και σήμερα η υγειονομική δεν έχουν μόνο βιοτικές επιπτώσεις, υλικές και ψυχικές, αλλά και σπουδαίες θεσμικές προεκτάσεις. Αγγίζουν τον πυρήνα της σχέσης κυβερνώντων και κυβερνωμένων: την ίδια την εμπιστοσύνη που εμπεδώνει, παράλληλα με τους νόμους και το Σύνταγμα, την αυθεντία και τη νομιμοποίηση της εξουσίας. Έχω την πεποίθηση ότι στη διαφύλαξη και ενδυνάμωση αυτής της σχέσης εντοπίζεται και το βαθύτερο νόημα της πολιτικής. Παρότι προέρχομαι από χώρο μη πολιτικό, σε αυτόν τον ευγενή στόχο προσδοκώ να συμβάλλω.

    Σας ευχαριστώ

    Τελευταία Άρθρα

    Σχετικά Άρθρα