Από τον 9ο ή τον 8ο π.Χ. αιώνα οι Έλληνες εμφανίζονται να χρησιμοποιούν την αλφαβητική γραφή που δηλώνει, κατ’ αρχήν, όλους τους φθόγγους μιας γλώσσας, άσχετα αν πρόκειται για σύμφωνα, φωνήεντα ή ημίφωνα. Κατά κανόνα δηλαδή, κάθε σημείο, γράμμα ή γράφημα, δηλώνει έναν φθόγγο και όχι μία συλλαβή. Όπως γράφει ο αείμνηστος Μανόλης Ανδρόνικος, το αλφάβητο δίκαια χαρακτηρίστηκε ως «η πιο σημαντική και ιστορικά αναλλοίωτη προσφορά των Ελλήνων στον ευρωπαϊκό πολιτισμό», αφού τα πιο σημαντικά κείμενα στον δυτικό κόσμο έχουν γραφτεί με αλφάβητα παραγόμενα από το ελληνικό (λατινικό, γοτθικό, σλαβικό).
Σπουδαιότερο όμως όλων είναι η ίδια η βασική αρχή της αλφαβητικής γραφής, όπως την κατανόησαν οι αρχαίοι Έλληνες: κάθε γράμμα να δηλώνει έναν φθόγγο (για την ακρίβεια φώνημα) και κάθε φθόγγος-φώνημα να δηλώνεται με ένα γράμμα. Πρόκειται για ιδιαίτερα σημαντική επινόηση των Ελλήνων, με την οποία τα γραφικά συστήματα έγιναν πιο ακριβή, πιο απλά και πιο «οικονομικά ως προς την απόδοση της γλώσσας».
Προέλευση του αλφάβητου
Οι αρχαίοι Έλληνες και οι Ρωμαίοι θεωρούσαν διάφορους λαούς ως επινοητές του αλφαβήτου, ανάμεσά τους, τους Αιγύπτιους, τους Ασσύριους, τους Βαβυλώνιους, τους Φοίνικες και τους Κρήτες. Μάλιστα, κατά τον Διόδωρο τον Σικελιώτη οι Κρήτες υποστήριζαν ότι αυτοί είχαν επινοήσει το αλφάβητο, το οποίο απλά τροποποίησαν οι Φοίνικες. Ο Ηρόδοτος (Ε’,58) έκανε λόγο για «φοινικήια ή καδμήια γράμματα», το ίδιο και το μια επιγραφή του 5ου π.Χ. αιώνα από την Τέω της Λυκίας: «ος αν… φοινικήια εκκόψει» (περ. 475 π.Χ.).
Ο αείμνηστος Μανόλης Ανδρόνικος στην “Ιστορία του Ελληνικού Έθνους” γράφει: «Το αλφάβητο όμως που ονομάζουμε ελληνικό δεν είναι η παλαιότερη γραφή της ελληνικής γλώσσας. Με την ανάγνωση της Μυκηναϊκής (Γραμμικής Β’) γραφής πιστοποιήθηκε ότι αυτή υπήρξε η παλαιότερη γραφή κειμένων, που χρονολογούνται στους μυκηναϊκούς χρόνους. Ωστόσο τα δύο αυτά συστήματα γραφής, το μυκηναϊκό και το ελληνικό των ιστορικών χρόνων, δεν έχουν καμία σχέση μεταξύ τους, ούτε στη μορφή των συμβόλων, ούτε στη λειτουργία τους. Το μυκηναϊκό είναι συλλαβογραφικό, δηλαδή κάθε σύμβολό του εκφράζει μια συλλαβή, ενώ το ελληνικό είναι φωνητικό, δηλαδή κάθε σύμβολο-γράμμα εκφράζει έναν ιδιαίτερο φθόγγο-φωνή. Αυτή η ιδιότης του ελληνικού αλφαβήτου, τόσο απλή και αυτονόητη σήμερα, υπήρξε μια κοσμοϊστορική κατάκτηση του ανθρώπου».
«Η αρχαία ελληνική παράδοση, απέδιδε την εύρεση του αλφαβήτου ή τη δημιουργία ορισμένων γραμμάτων σε διάφορα μυθικά πρόσωπα: στον Παλαμήδη, στον Προμηθέα, στον Ορφέα, στον Λίνο, στον Μουσαίο κλπ, αλλά κυρίως στον Κάδμο, τον βασιλιά της Τύρου (σημ: ο οποίος στη συνέχεια ήρθε στην Ελλάδα)… Η σύγχρονη έρευνα επιβεβαίωσε την ακρίβεια του χαρακτηρισμού αυτού, ότι δηλαδή πρότυπο του ελληνικού αλφαβήτου υπήρξε το φοινικικό ή ορθότερα το βόρειο σημιτικό αλφάβητο».
Ποια στοιχεία όμως αποδεικνύουν την προέλευση του αρχαίου ελληνικού αλφαβήτου από το βόρειο σημιτικό αλφάβητο;
α) Το σχήμα όλων σχεδόν των πρώιμων ελληνικών γραμμάτων είναι βασικά το ίδιο με το σχήμα γραμμάτων του βόρειου σημιτικού.
β) Η σειρά των ελληνικών γραμμάτων, όπως τη γνωρίζουμε από πρώιμα αλφαβητάρια και από την αριθμητική τους αξία, είναι αντίστοιχη με τη σειρά του βόρειου σημιτικού αλφαβήτου.
γ) Το όνομα των γραμμάτων: ενώ στα ελληνικά δεν έχουν κάποιο νόημα (άλφα, βήτα κλπ), στις σημιτικές γλώσσες είναι λέξεις με κάποιο νόημα π.χ. aleph=βόδι, beth=σπίτι κλπ.).
δ) Η κατεύθυνση της γραφής. Οι Έλληνες έγραφαν αρχικά όπως οι Σημίτες, δηλαδή από τα δεξιά προς τα αριστερά (“επί τα λαιά”) αν και σχεδόν παράλληλα ανέπτυξαν την εναλλάξ ή βουστροφηδόν γραφή και τη γραφή από τα αριστερά προς τα δεξιά (“ες ευθύ”).
Φωνήεντα: η μεγάλη προσφορά των Ελλήνων στην ιστορία του πολιτισμού
Η μεγάλη προσφορά όμως, μία ακόμα, των Ελλήνων στον παγκόσμιο πολιτισμό, ήταν η ριζική μεταμόρφωση του σημιτικού αλφαβήτου, το οποίο είχε μόνο σύμφωνα και κάποια ημίφωνα.
Οι Έλληνες χρησιμοποίησαν πέντε από τα σημιτικά στοιχεία για να αποδώσουν πέντε φωνήεντα: το aleph για το α, το yod για το ι, το he για το ε, το vav(βαβ) για το υ και το ayin για το ο. Όπως γράφει ο ιστορικός της γραφής David Diringer έτσι οι Έλληνες «μεταμόρφωσαν τη συμφωνική σημιτική γραφή σε ένα μοντέρνο αλφάβητο και του έδωσαν συμμετρία και τέχνη».
Τα παλαιότερα μνημεία του ελληνικού αλφαβήτου είναι η επιγραφή σε οινοχόη από το Δίπυλο του Κεραμεικού στην Αθήνα και ένα επίγραμμα πάνω σε σκύφο από τις Πιθηκούσσες (πρόκειται για το νησί Ίσκια της Ιταλίας, όπου οι Ευβοείς ίδρυσαν αποικία στις αρχές του 8ου π.Χ. αιώνα).
Πότε και πού δημιουργήθηκε το ελληνικό αλφάβητο;
Για τον χρόνο και τον τόπο δημιουργίας του ελληνικού αλφαβήτου έχουν διατυπωθεί διάφορες εκδοχές.
Σχετικά με τον χρόνο δημιουργίας του αλφαβήτου, προτάθηκαν διάφορες χρονολογίες. Πιο πρώιμη είναι αυτή που τοποθετεί τη δημιουργία του το 1500-1400 π.χ. και πιο όψιμη, αυτή που θεωρεί ότι δημιουργήθηκε το 700 π.Χ. Οι περισσότεροι ερευνητές όμως συγκλίνουν στην άποψη ότι η σημιτική γραφή υιοθετήθηκε τον 10ο-9ο π.Χ. όπως αναφέραμε και στην αρχή του άρθρου. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν κάποιες απόψεις κορυφαίων επιστημόνων.
Ο Σπυρίδων Μαρινάτος και άλλοι, υποστήριζαν ότι η δημιουργία του ελληνικού αλφαβήτου τοποθετείται στα μυκηναϊκά χρόνια (περ. 1700-1100 π.Χ.). Ο Έβανς και άλλοι υποστήριξαν την άποψη ότι Έλληνες από την Κρήτη, οι Φιλισταίοι, αποίκισαν την Παλαιστίνη κατά τον 13ο π.Χ. αιώνα και δημιούργησαν αλφαβητική γραφή έχοντας ως πρότυπο τη Γραμμική Β’. Την αλφαβητική αυτή γραφή υιοθέτησαν οι Φοίνικες και από αυτούς την παρέλαβαν κατόπιν οι Έλληνες.
Πραγματικά, μερικά λίγα γράμματα μοιάζουν εξωτερικά με κρητικά γραμμικά σημεία, αλλά αυτή η ομοιότητα μπορεί να είναι εν μέρει συμπωματική, χωρίς ωστόσο να αποκλείεται μερικά κρητικά σημεία να χρησιμοποιήθηκαν στη σημιτική γραφή άσχετα με τη φωνητική τους αξία σύμφωνα με τον Ντίρινγκερ. Πάντως η επίδραση στη σημιτική γραφή, αν και όσο υπήρξε, δεν σημαίνει ότι το ελληνικό αλφάβητο ταυτίζεται στο σύνολό του με τα κρητικά γραφικά συμπτώματα.
Όσο για τον τόπο εισαγωγής του ελληνικού αλφαβήτου, έχουν διατυπωθεί διάφορες απόψεις. Ορισμένοι κάνουν λόγο για την Κρήτη ή τη Θήρα, στην οποία εμφανίζεται η παλαιότερη μορφή του ελληνικού αλφαβήτου (απουσιάζει μεταξύ άλλων το γράμμα F). Σύμφωνα με τον Α. Σιγάλα πρώτοι παρέλαβαν τη σημιτική γραφή οι Δωριείς της Θήρας, της Κρήτης και της Μήλου. Ο Επιφανής Γερμανός φιλόλογος U. von Wilamowitz απέρριπτε τη Θήρα και άλλες περιοχές που δεν ήταν κέντρα επικοινωνίας. Έτσι από κάποιους προτάθηκε η Ρόδος.
Άλλοι υποστηρίζουν ότι η προσαρμογή της φοινικικής γραφής έγινε ανεξάρτητα σε διάφορα σημεία του ελληνικού κόσμου. Η Αγγλίδα επιγραφικός L.H. Jeffery θεωρεί ότι το αρχαίο ελληνικό αλφάβητοι δημιουργήθηκε στην αρχαία πόλη (Ποσίδειον;), στη σημερινή Αλ Μίνα της Συρίας, στις εκβολές του ποταμού Ορόντη, όπου συγκατοικούσαν Έλληνες και Φοίνικες.
Όσο για τον τρόπο “παραλαβής” της σημιτικής γραφής από τους Έλληνες, υποστηρίχθηκε ότι η δημιουργία του αλφαβήτου δεν οφείλεται σε ένα άτομο, αλλά σε περισσότερους, πιθανόν εμπόρους, που προσάρμοσαν τη σημιτική γραφή στην ελληνική γλώσσα ανεξάρτητα ο ένας από τον άλλο δημιουργώντας έτσι τις διάφορες εκδοχές του ελληνικού αλφαβήτου.
Πολύ ορθά όμως ο Μανόλης Ανδρόνικος γράφει ότι «πολιτιστικά αγαθά όπως η γραφή, δεν αποτελούν τυχαία δημιουργήματα κοινών ανθρώπων για την εξυπηρέτηση πρόχειρων πρακτικών μικροαναγκών, αλλά μιας προσωπικότητας με μοναδική ιδιοφυΐα και έμπνευση». Προς επίρρωση των παραπάνω, ο Αμερικανός γλωσσολόγος E. Sapir έκανε λόγο για τη “φωνολογική διαίσθηση των αρχαίων (Ελλήνων)”, ενώ ο Γάλλος γλωσσολόγος A. Meillet τόνισε ότι οι επινοητές των διαφόρων γραφών και ιδίως του αλφαβήτου ήταν μεγάλοι γλωσσολόγοι.
Οι μεταβολές και τα “χαμένα” γράμματα του αλφαβήτου
Ο τόπος και ο χρόνος των διάφορων μεταβολών του (αρχικού) ελληνικού αλφαβήτου έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Το Ψ και το Ω προστέθηκαν στη Μίλητο, όπου και το heth δήλωσε το ήτα.
Η προσθήκη των Φ και Χ κατά τον Α. Σιγάλα είναι ακόμα παλαιότερη. Ο ίδιος θεωρεί ότι η Δήλος, το «κέντρον όλης της ιωνικής φυλής» ήταν η αφετηρία των τροποποιήσεων. Το βέβαιο είναι πως η διάκριση των μακρών από τα βραχέα έγινε στην Ιωνία.
Το πληρέστερο αλφάβητο ήταν αυτό της Μιλήτου, το οποίο εισήχθη επίσημα στην Αθήνα το 403 π.Χ. επί άρχοντος Ευκλείδου μετά από πρόταση του πολιτικού Αρχίνου και από τον 4ο π.Χ. αιώνα αντικατέστησε κάθε τοπικό αλφάβητο και καθιερώθηκε σε όλες τις ελληνικές πόλεις. Επρόκειτο για μεγαλογράμματη γραφή(με κεφαλαία) καθώς δεν υπήρχαν ακόμη τα πεζά, που εξελίχθηκε ως προς τη μορφή των γραμμάτων στο πέρασμα των χρόνων.
Υπήρχαν στη διάρκεια των αιώνων και γράμματα τα οποία σταδιακά περιέπεσαν σε αχρηστία και εγκαταλείφθηκαν. Το δίγαμμα (F)ήταν το έκτο γράμμα σε πρώιμες γραφές του αρχαίου ελληνικού αλφαβήτου. Επρόκειτο για φθόγγο όπως το αγγλικό W. Περιέπεσε σε αχρηστία νωρίς, τον 8ο π.Χ. αι. στις ιωνικές αποικίες, ενώ εμφανίζεται σε επιγραφές μέχρι τον 4ο π.Χ. αιώνα.
Το σαμπί εμφανιζόταν σαν γράμμα μόνο σε τοπικές παραλλαγές των αλφαβήτων στην αρχαία Ιωνία. Παρέμεινε σαν αριθμητικό σύμβολο αργότερα μόνο για τον αριθμό 900. Πιθανολογείται ότι δήλωνε φθόγγο παρόμοιο με διπλό σίγμα (σσ) ή διπλό ταυ (ττ). Και η σημερινή ονομασία του “σαμπί” είναι μεταγενέστερη, των όψιμων βυζαντινών χρόνων. Φέρεται να προέρχεται ως σύνθετη λέξη Ωσάν πι (σαν το γράμμα “πι”).
Το γράμμα κόππα, είναι γράμμα των πρώιμων ελληνικών αλφαβήτων που ισοδυναμούσε ηχητικά με το “κάπα”. Η γενικευμένη χρήση ενός μόνο “κάπα” από τα μέσα του 6ου π.Χ., έθεσε στο περιθώριο και το κόππα, το οποίο χρησιμοποιήθηκε στη συνέχεια για να δηλώσει τον αριθμό 90.
Το στίγμα, είναι σύμπλεγμα των χαρακτήρων σίγμα και ταυ, ενώ στην αρχαιότητα δήλωνε τον αριθμό έξι. Σήμερα χρησιμοποιείται σπάνια σε κλασικά κείμενα, ενώ τη θέση του στο ελληνικό σύστημα αρίθμησης σήμερα έχει πάρει το στ’.
Τέλος το δασυνόμενο ήτα, στα περισσότερα αλφάβητα συμβόλιζε τον ήχο του πνεύματος της δασείας και προφερόταν ως heta. Όταν καθιερώθηκε το ιωνικό αλφάβητο, σε πολλές περιοχές της Ελλάδας προέκυψε η ανάγκη να αποδίδεται με κάποιον τρόπο ο δασύς φθόγγος. Έτσι άρχισαν να χρησιμοποιούνται τα δύο μισά του Η, το μεν αριστερό, ως δασύς φθόγγος, το δε δεξί για να δηλώσει την έλλειψη δασύτητας. Τα πνεύματα δασεία και ψιλή, γνωστά από το πολυτονικό σύστημα, προέκυψαν από το αριστερό και το δεξί μισό του Η αντίστοιχα. Το Η αντιστοιχεί στο λατινικό Η, h.
Τα γράμματα ως αριθμοί
Οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούσαν δύο συστήματα για την αναγραφή των αριθμών: το αλφαβητικό και το ακροφων(ητ)ικό το οποίο συμβόλιζε τους αριθμούς με το αρχικό γράμμα του ονόματός τους, εκτός από το ένα (μονάδα), που δηλωνόταν με κατακόρυφη γραμμή (Ι). Έτσι το Π σήμαινε το 5, το Δ το 10, το Η (Ηεκατόν) το 100, το Χ το 1.000 και το Μ (Μύριοι) το 10.000. Τα πενταπλάσια των αριθμών αυτών δηλώνονταν με συνδυασμό του Π και των Δ,Η,Χ και Μ που γράφονταν στο κενό των δύο κατακόρυφων “κεραιών” του Π. Οι άλλοι αριθμοί αποδίδονταν με προσθήκη των γραμμάτων (ο μεγαλύτερος αριθμός έμπαινε πρώτος): ΠΙΙ=7, ΗΔΠΙ=116 κλπ. Το αλφαβητικό σύστημα εκτόπισε το ακροφων(ητ)ικό γύρω στο 100 π.Χ.
Το αλφαβητικό σύστημα αρίθμησης διατηρήθηκε ως το τέλος της βυζαντινής περιόδου, οπότε άρχισε να αντικαθίσταται από το σύστημα των αραβικών αριθμών. Δυστυχώς σήμερα το αλφαβητικό σύστημα αρίθμησης δεν διδάσκεται στα ελληνικά σχολεία, ενώ στο Λύκειο χρησιμοποιείται κάποιες φορές το λατινικό αριθμητικό σύστημα(I,II,III,IV,V,VI,VII,VIII,IX,X κλπ.)…
Τι ισχυρίζονται οι αρνητές της φοινικικής προέλευσης του αλφαβήτου;
Βέβαια υπάρχουν κάποιοι που δεν αποδέχονται τη φοινικική προέλευση του ελληνικού αλφαβήτου και σε αυτούς κάνει εκτενή αναφορά στο βιβλίο του «ΜΥΘΟΙ ΚΑΙ ΠΛΑΝΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ» ο Νίκος Σαραντάκος.
Ορισμένοι, όπως ο ακαδημαϊκός Αντώνιος Κουνάδης, Πολιτικός Μηχανικός, Ομότιμος Καθηγητής του Ε.Μ.Π. και παλαιός πρωταθλητής της δισκοβολίας θεωρούν ότι η φοινικική προέλευση του αλφαβήτου και η ινδοευρωπαϊκή θεωρία είναι παλαιότερες απόψεις οι οποίες δήθεν αποτελούν «αντικείμενα συνεχιζόμενων μέχρι σήμερα εντόνων συζητήσεων και αμφισβητήσεων».
(Από την επίσημη ομιλία του κύριου Α. Κουνάδη στην Ακαδημία Αθηνών τον Ιανουάριο του 2019).
Κάποιες ελληνοκεντρικές, όπως τις χαρακτηρίζει ο Νίκος Σαραντάκος, ιστοσελίδες και έντυπα διατυπώνουν την άποψη ότι «έχει πλέον καταρριφθεί η θεωρία για τη φοινικική προέλευση του ελληνικού αλφαβήτου» ή ότι «το φοινικικόν ψεύδος κατέρρευσε». Όμως η φοινικική προέλευση του αλφαβήτου μας δεν αμφισβητείται από κανέναν επιστήμονα, ιδίως γλωσσολόγο. Ο αείμνηστος Α.Φ. Χριστίδης έγραφε στην “Ιστορία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας” (ΙΝΣ, 2005) ότι το ελληνικό αλφάβητο είναι “παιδί του φοινικικού”.
Την προέλευση του ελληνικού από το φοινικικό αλφάβητο την αποδεικνύουν και όλα τα επιστημονικά επιχειρήματα που παραθέσαμε. Κλείνοντας, παραθέτουμε ένα επίγραμμα που έγραψε ο Ζηνόδοτος ο Στωικός, μαθητής του Διογένη του Λαέρτιου για τον Ζήνωνα τον Κιτιέα: «… ει δε πάτρα Φοίνισσα, τις ο φθόνος; ου και ο Κάδμος κείνος, αφ’ ου γραπτάν Ελλάς έχει σελίδα;» («Κι αν η πατρίδα σου είναι η Φοινίκη, τι πειράζει; Μήπως δεν ήταν από εκεί κι ο Κάδμος που έδωσε στην Ελλάδα τη γραφή;»). Κάτι που δείχνει όπως γράφει εύστοχα ο Νίκος Σαραντάκος ότι ο αρχαίοι πρόγονοί μας, δεν είχαν συμπλέγματα και δεν δίσταζαν ν’ αναγνωρίσουν τα δάνεια που είχαν πάρει…
Πηγές: «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ», ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ, ΤΟΜΟΣ Β’, σελ. 196-201(Μανόλης Ανδρόνικος).
«ΕΛΛΑΣ», ΤΟΜΟΣ ΠΡΩΤΟΣ, ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΠΑΠΥΡΟΣ, Σελ. 65-71, ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΑΓΟΥΛΑΣ.