Έξι ελάχιστα γνωστές εταιρείες αναδείχθηκαν νέοι βασιλιάδες του ρωσικού πετρελαίου τον Δεκέμβριο, διαχειριζόμενες τις εξαγωγές της Mόσχας, στη σκιά των δυτικών κυρώσεων. Και η αλήθεια είναι πως το ερώτημα της διαχείρισης του ρωσικού αργού, μετά τη διακοπή των δεσμών μεγάλων διεθνών traders με τη Μόσχα, ήταν ένα από τα μεγαλύτερα μυστήρια στην αγορά πετρελαίου.
Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με το Bloomberg, τις τελευταίες τέσσερις εβδομάδες του 2022, έξι εταιρείες, που εδρεύουν στο Χονγκ Κονγκ και το Ντουμπάι, διακινούσαν περίπου 1,4 εκατομμύρια βαρέλια ρωσικού αργού πετρελαίου την ημέρα.
Για να γίνουν πλήρως αντιληπτά τα μεγέθη, αυτή η ποσότητα είναι αρκετή για να καλυφθεί το σύνολο των αναγκών του Ηνωμένου Βασιλείου ή της Ιταλίας, ενώ είναι περισσότερο από ό,τι χειρίζονταν εμπορικοί γίγαντες όπως το Trafigura Group ή το Vitol Group πριν από τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Υπενθυμίζεται πως οι μεγαλύτεροι traders πετρελαίου εγκατέλειψαν το ρωσικό αργό τον περασμένο χρόνο – παρότι η εμπορία του παραμένει νόμιμη.
Αν μη τι άλλο, οι διαδοχικοί γύροι των κυρώσεων έχουν ωθήσει το εμπόριο βαθιά στις σκιές, γεγονός το οποίο μέχρι πρότινος καθιστούσε σχεδόν αδύνατο για τους αναλυτές και τους κυβερνητικούς αξιωματούχους να λάβουν σκληρά στοιχεία για το ποιος εμπλέκεται σε αυτό.
Η Trafigura, ένας από τους κορυφαίους αγοραστές για πολλά χρόνια, διακινούσε 850.000 βαρέλια ρωσικού αργού ημερησίως στο απόγειό της, δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος Jeremy Weir σε συνέδριο πέρυσι.
Οι ΗΠΑ και η Ευρωπαϊκή Ένωση επέβαλαν τον Δεκέμβριο ένα πλαφόν στις τιμές ρωσικού πετρελαίου, εμποδίζοντας εταιρείες που χρησιμοποιούν δυτικές ασφάλειες και ναυτιλιακές υπηρεσίες να μεταφέρουν αργό πετρέλαιο εάν αγοράζεται πάνω από 60 δολάρια το βαρέλι. Οι μεγάλοι αγοραστές Κίνα και Ινδία, όμως, δεν υπέγραψαν το μέτρο, ενώ ακόμη και οι ΗΠΑ αναγνώρισαν πρόσφατα ότι το μεγαλύτερο μέρος του ρωσικού πετρελαίου τυγχάνει διαπραγμάτευσης πέρα από το ανώτατο όριο τιμών.
Tα «μεγάλα ονόματα»
«Το να γνωρίζεις ποια είναι τα μεγάλα ονόματα είναι ένα σημαντικό βήμα για την κατανόηση του τρόπου με τον οποίο οι αγορές πετρελαίου ανταποκρίνονται στο πλαφόν και τις κυρώσεις» δήλωσε ο Steve Cicala, συνδιευθυντής του Project on the Economic Analysis of Regulation στο Εθνικό Γραφείο Οικονομικών Ερευνών.
Όπως μεταδίδει το Bloomberg, τα τελωνειακά στοιχεία δίνουν πληροφορίες τιμολογίου προς τιμολόγιο για τους αγοραστές ρωσικού αργού πετρελαίου από τις 5 Δεκεμβρίου έως τις 31 Δεκεμβρίου.
Πολλοί από τους μεγαλύτερους αγοραστές ήταν μεγάλες κινεζικές και ινδικές κρατικές εταιρείες, αλλά και μονάδες ρωσικών πετρελαϊκών εταιρειών.
Ωστόσο, στο top 15 υπήρχαν μυστηριώδεις… εμπορικές εταιρείες.
Η μεγαλύτερη από αυτές ήταν η Nord Axis Ltd., η οποία αγόραζε 521.000 βαρέλια ρωσικού πετρελαίου την ημέρα τον Δεκέμβριο, όλα από τη Rosneft PJSC.
Η Nord Axis, η οποία ιδρύθηκε τον περασμένο Φεβρουάριο στο Χονγκ Κονγκ, ήταν άγνωστη στην αγορά πετρελαίου μέχρι τον Ιούλιο, όταν ανακοινώθηκε ως αγοραστής του μεριδίου της Trafigura στο εμβληματικό πετρελαϊκό έργο της Rosneft, Vostok Oil.
Το Bloomberg δεν βρήκε ιστότοπο για τη Nord Axis και δεν μπόρεσε να έρθει σε επαφή με την εταιρεία.
Το αίτημα για σχολιασμό από τη Rosneft δεν απαντήθηκε.
Οι άλλοι αγοραστές ήταν η Tejarinaft FZCO, μια εταιρεία του Ντουμπάι που αγόραζε 244.000 βαρέλια την ημέρα από τη Rosneft τον Δεκέμβριο.
Σε τηλεφώνημα στην εταιρεία απάντησε υπάλληλος υποδοχής σε προσωρινό χώρο γραφείου, ο οποίος αρνήθηκε να μεταβιβάσει την κλήση.
Για χρόνια, οι μεγαλύτεροι traders εμπορευμάτων στον κόσμο ανταγωνίζονταν μεταξύ τους για να εξασφαλίσουν προμήθειες πετρελαίου από τη Ρωσία.
Αλλά οι κυρώσεις μετά την εισβολή στην Ουκρανία τους έκαναν να ανακρούσουν πρύμναν.
Σε αυτό το πλαίσιο, τα περιθώρια έχουν αυξηθεί καθώς το εμπόριο γίνεται πιο περίπλοκο.
Δεν είναι σαφές πώς οι έξι traders μπόρεσαν να χρηματοδοτήσουν τις ροές ρωσικού πετρελαίου, η αξία της οποίας ξεπέρασε τα 2 δισεκατομμύρια δολάρια τον Δεκέμβριο.
Μερικοί από αυτούς ήταν καθιερωμένοι έμποροι πριν από τον πόλεμο, όπως η Concept Oil Services Ltd., μια εταιρεία στο Χονγκ Κονγκ που ιδρύθηκε το 2003 από τον Λετονό πολίτη Michael Zeligmans και εμπορεύεται πετρέλαιο στην Ευρώπη, τη Ρωσία και τις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης.
Κατά την καλυπτόμενη περίοδο διαχειριζόταν λίγο περισσότερα από 152.000 βαρέλια ρωσικού πετρελαίου.
Ομοίως, η Coral Energy DMCC αγόραζε 121.000 βαρέλια ημερησίως ρωσικού αργού τις τελευταίες τέσσερις εβδομάδες του Δεκεμβρίου από την Surgutneftegas PJSC.
Ανήκει στον Tahir Garayev. Σύμφωνα με την ιστοσελίδα της, η Coral ξεκίνησε πριν από μια δεκαετία εμπορευόμενη μαζούτ.
Ο Γενικός Οικονομικός Διευθυντής της Coral, Ahmed Karimov, επανέλαβε τα προηγούμενα σχόλια, ότι η εταιρεία του σταμάτησε να εμπορεύεται ρωσικό πετρέλαιο από την 1η Ιανουαρίου.
Άλλοι traders έχουν μικρότερο ιστορικό.
Η τρίτη εταιρεία στη λίστα είναι η QR Trading με έδρα το Ντουμπάι, η οποία αγόραζε 199.000 βαρέλια την ημέρα από τη Surgutneftegas.
Η πέμπτη τη τάξει εταιρεία είναι η Bellatrix Energy, εταιρεία του Χονγκ Κονγκ που ήταν άγνωστη στην αγορά πετρελαίου πριν από τον πόλεμο.
Ανήκει σ’ έναν πολίτη του Αζερμπαϊτζάν που ονομάζεται Bilal Aliyev και αγόραζε 151.000 βαρέλια την ημέρα τον Δεκέμβριο από πολλές ρωσικές εταιρείες.
Τα αρχεία του Χονγκ Κονγκ δείχνουν ότι τον Δεκέμβριο του 2022 δόθηκαν δανειακές διευκολύνσεις από ρωσικές τράπεζες, όπως από τη Ρωσική Αγροτική Τράπεζα και τη Ρωσική Τράπεζα Περιφερειακής Ανάπτυξης. που ανήκει στη Rosneft.
Η G7 και η ΕΕ σχεδίασαν τις κυρώσεις στη ρωσική ενέργεια με στόχο να διατηρήσουν μεν τη ροή του πετρελαίου, να περιορίσουν δε τα έσοδα της Μόσχας.