Οι τράπεζες απορρίπτουν κατηγορηματικά την επιχειρηματολογία για υπερκέρδη και επισημαίνουν ότι το 2022 η κερδοφορία τους, εκτιμάται στα 3,5 δισ. ευρώ, αλλά όπως εξηγούν, μεγάλο μέρος της – υπολογίζεται στο 30% – βασίζεται σε κέρδη από μη επαναλαμβανόμενες πηγές όπως η διαπραγμάτευση διατραπεζικών επιτοκίων, τα κέρδη από ομόλογα, καθώς και κέρδη από τις δραστηριότητες στο εξωτερικό.
Το επιχείρημα για υπερκέρδη καταρρίπτεται επίσης από το γεγονός ότι «όλες οι ξένες τράπεζες έχουν υποχωρήσει τα τελευταία χρόνια από την χώρα μας», αλλά και το στοιχείο ότι «οι τραπεζικές μετοχές διαπραγματεύονται σημαντικά κάτω από την λογιστική τους αξία». «Εάν ίσχυαν οι ισχυρισμοί περί υπερκερδών, οι ελληνικές τράπεζες δεν θα πλήρωναν τοκομερίδια 8%, 9% και 10% για την έκδοση ομολογιακών τίτλων, εκδόσεις που και αυτές προστατεύουν τους καταθέτες, αλλά επιβαρύνουν σημαντικά την κερδοφορία τους», δηλώνουν χαρακτηριστικά.
Η κερδοφορία και η ρευστότητα όπως σημειώνουν οι ίδιες πηγές επιτρέπει στις τράπεζες να δίνουν καινούργια δάνεια και για αυτό η πιστωτική επέκταση ανήλθε φέτος σε 12,5%, όταν η ανάπτυξη είναι στο 6%. «Εάν μειωθεί με παρεμβάσεις η κερδοφορία και τα έσοδα, θα σφίξει και ο δανεισμός αντίστοιχα» προειδοποιούν, κρούοντας τον κώδωνα ότι «το αφήγημα της ανάπτυξης θα βρεθεί χωρίς την απαραίτητη χρηματοδοτική βάση».
Σύμφωνα με τις τράπεζες τα έσοδα από προμήθειες ως ποσοστό των οργανικών εσόδων είναι από τα χαμηλότερα στην ευρωζώνη, στοιχείο που έχει επισημανθεί και από τις εποπτικές αρχές, παραπέμποντας σε σχετική επιστολή του επικεφαλής του SSM Αντρέα Ενρία.