Σαν σήμερα, «στις 26 Φεβρουαρίου 1935, σε ένα χωράφι στο Daventry της Αγγλίας, οι Robert Watson Watt και Arnold Wilkins έδειξαν για πρώτη φορά στη Βρετανία ότι τα αεροσκάφη μπορούσαν να ανιχνευθούν με την ανάκρουση ραδιοκυμάτων. Μέχρι το 1939 υπήρχαν ήδη 20 σταθμοί που παρακολουθούσαν αεροσκάφη σε αποστάσεις έως και 100 μίλια. Γνωστή αργότερα ως ραντάρ, ήταν αυτή η εφεύρεση, περισσότερο από κάθε άλλη, που έσωσε την RAF από την ήττα στη Μάχη της Βρετανίας το 1940…».
Της Πέπης Οικονομάκη
Ο Robert Watson-Watt γεννήθηκε στις 13 Απριλίου 1892 στο Brechin που βρίσκεται στο Angus της Σκωτίας. Ήταν σύγχρονος πολλών άλλων διάσημων Σκωτσέζων επιστημόνων, μηχανικών και εφευρετών, όπως οι Alexander Fleming, John Logie Baird και Alexander Graham Bell. Ήταν επίσης απόγονος του διάσημου μηχανικού και εφευρέτη James Watt.
Ο Robert Watson – Watt ήταν φυσικός που έγινε γνωστός για την ανάπτυξη του ραντάρ τη δεκαετία του 1930 και για την επιρροή του στην επιτυχία της Βασιλικής Αεροπορίας στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι εφευρέσεις του έδιναν στην RAF προειδοποίηση για τις γερμανικές αεροπορικές επιθέσεις.
Το πλεονέκτημα αυτό ήταν καθοριστικής σημασίας κατά τη διάρκεια της Μάχης της Βρετανίας το 1940, και πολλοί, και μάλιστα σύγχρονοι του Watt, συμπεριλαμβανομένου του Ουίνστον Τσόρτσιλ, απέδωσαν την ικανότητα της Βρετανίας να αποκρούσει τη γερμανική Luftwaffe στα συστήματα ραντάρ που είχε αναπτύξει.
Η Luftwaffe υπερείχε αριθμητικά κατά 3-1 των βρετανικών αεροπορικών δυνάμεων εκείνη την εποχή, αλλά με το προηγμένο σύστημα προειδοποίησης του Watt, γνωστό ως “Chain Home“, ήταν σε θέση να σπεύσουν σε άμυνα και να αναχαιτίσουν τα εχθρικά αεροσκάφη. Πολλοί υποστηρίζουν επίσης ότι ήταν η σαφής υπεροχή της Βρετανίας στην ανίχνευση με ραντάρ που συνέβαλε στην απόφαση του Χίτλερ να επανεξετάσει την επιχείρηση Sealion.
Η διαδρομή μέχρι την επιτυχία
Ο Watt σπούδασε στο University College Dundee, που τότε ανήκε στο Πανεπιστήμιο St. Andrew’s, αποκτώντας το BSc του στη μηχανική, και συνέχισε να διδάσκει εκεί τα επόμενα χρόνια. Ξεκίνησε την επαγγελματική του σταδιοδρομία ως μετεωρολόγος στη Μετεωρολογική Υπηρεσία το 1915. Εκεί θα χρησιμοποιούσε την τεχνολογία του ραντάρ για τον εντοπισμό καταιγίδων και αστραπών κάτι που θα βοηθούσε τους πιλότους να μη “χτυπηθούν” από έντονα καιρικά φαινόμενα.
Το 1924 ο Watt άρχισε να εργάζεται σε ένα ερευνητικό κέντρο στο Slough και το 1934 έγινε επικεφαλής του Τμήματος Ραδιοφωνικών Ερευνών. Εκεί, τον πλησίασε ένας εκπρόσωπος του υπουργείου Αεροπορίας της Βρετανίας και τον ρώτησε αν μπορούσε να δημιουργήσει μια “ακτίνα θανάτου” χρησιμοποιώντας ραδιοκύματα. Μια συσκευή που θα μπορούσε, προφανώς, να σκοτώνει σε μεγάλη απόσταση και να ρίχνει αεροσκάφη από τον ουρανό με έναν μόνο παλμό. Τη δημιουργία μιας ακτίνας θανάτου είχε επιχειρήσει (ανεπιτυχώς) ο Nikola Tesla, ενώ η Γερμανία είχε ψευδώς ισχυριστεί ότι είχε ήδη κατασκευάσει μία το 1933. Ο Watt απέρριψε την ιδέα ως φαντασίωση. Ωστόσο, άρχισε να εξετάζει πώς θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει την τεχνολογία ραντάρ για τον εντοπισμό εχθρικών αεροσκαφών σε μεγάλη απόσταση.
Το 1935 έγραψε ένα υπόμνημα προς την κυβέρνηση σχετικά με το πώς το ραντάρ θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί αποτελεσματικά για τον εντοπισμό αεροσκαφών, και μάλιστα προσέφερε και επιδείξεις. Η πρώτη τέτοια επίδειξη ήταν τόσο μυστική, ώστε την παρακολούθησαν μόνο ο Watt, ο συνάδελφός του Arnold Wilkens, ο οποίος βοήθησε τον Watt καθ’ όλη τη διάρκεια της ανάπτυξης του συστήματος ραντάρ, και ένας εκπρόσωπος του υπουργείου Αεροπορίας.
Μέχρι το 1935 η εφεύρεσή του μπορούσε να ανιχνεύσει αεροσκάφη σε απόσταση 140 χιλιομέτρων, γεγονός που θα έδινε σε κάθε αμυντική δύναμη ένα σημαντικό πλεονέκτημα. Ωστόσο, το σύστημα έπρεπε να προστατεύει όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος των βρετανικών ακτών και τα 140 χιλιόμετρα δεν ήταν αρκετά. Έτσι, ο Watt επινόησε το σύστημα “Chain Home”. Αυτό ήταν ένα σύστημα που συνέδεε διάφορους πύργους ραντάρ κατά μήκος της ακτής, οι οποίοι μπορούσαν να αναμεταδίδουν πληροφορίες μεταξύ τους. Το 1938 τα πρώτα τρία ραντάρ Chain Home άρχισαν να εκτελούν εικοσιτετράωρη υπηρεσία, το 1939 υπήρχαν 20 και μέχρι το τέλος του πολέμου υπήρχαν 53.
Σύντομα ο Watt κλήθηκε να πάει στην Αμερική για να βοηθήσει τις αμερικανικές δυνάμεις μετά την καταστροφική επίθεση στο Pearl Harbour το 1941.
Στη συνέχεια, καθ’ όλη τη δεκαετία του 1950 και του 1960 έζησε στον Καναδά. Εκεί το 1956, ο Watt έπεσε στην παγίδα της δικής του εφεύρεσης όταν τον σταμάτησε ένας αστυνομικός για υπερβολική ταχύτητα που ανιχνεύτηκε μέσω εφαρμογής της τεχνολογίας του στα ραντάρ.
Οι εξελίξεις του στην τεχνολογία των ραντάρ χρησιμοποιήθηκαν, και χρησιμοποιούνται ακόμη, στα μικροκύματα, στον έλεγχο της εναέριας κυκλοφορίας και στα όπλα ραντάρ για την ανίχνευση της ταχύτητας των κινούμενων οχημάτων.
Ο Watt επέστρεψε στη Σκωτία τη δεκαετία του 1960.