Για τρίτη συνεχή χρονιά, η βιομηχανία τροφίμων Αφοί Χαΐτογλου ΑΒΕΕ, γνωστή και ως “Μακεδονικός Χαλβάς”, σημείωσε ρεκόρ τζίρου το 2023. Πιο συγκεκριμένα και σύμφωνα με τον διευθυντή μάρκετινγκ της εταιρείας, Ελευθέριο Χαΐτογλου, ο τζίρος του περασμένου έτους υπερέβη τα 99 εκατομμύρια ευρώ, με σημαντική αύξηση σε όλες σχεδόν τις κατηγορίες προϊόντων.
Η περυσινή επίδοση αντιπροσωπεύει μια σειρά από θετικές εξελίξεις που καταγράφηκαν τόσο το 2022 όσο και το 2021. Όπως επισήμανε ο κ. Χαΐτογλου, η εταιρεία εμφανίζει μια σταθερά θετική πορεία, αφού τα τελευταία τέσσερα χρόνια αύξησε τις πωλήσεις της κατά 50%, φτάνοντας από τα 65 εκατομμύρια ευρώ σχεδόν τα 100 εκατομμύρια ευρώ. Αυτή η επιτυχία οφείλεται σε μια στρατηγική εξωστρέφειας και στη δημιουργία σταθερών συνεργασιών τόσο στην ελληνική όσο και στη διεθνή αγορά.
Ένας κύριος πυλώνας της στρατηγικής παραμένει η επέκταση των εξαγωγών, με την εταιρεία να εξάγει πάνω από το 50% των προϊόντων της σε περισσότερες από 50 χώρες παγκοσμίως. Στην πραγματικότητα, το προηγούμενο έτος οι εξαγωγές υπερέβησαν τις πωλήσεις στην εσωτερική αγορά. Τα προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας, που προσαρμόζονται στις ανάγκες κάθε αγοράς, διανέμονται παγκοσμίως, με τις Ηνωμένες Πολιτείες να αποτελούν την πιο σημαντική αγορά.
Αξίζει να σημειωθεί πως οι ΗΠΑ, μαζί με τον Καναδά, αντιπροσωπεύουν το 40% της αξίας των εξαγωγών, με τα κύρια προϊόντα να είναι ο χαλβάς, το ταχίνι και τα παστέλια, είτε με την επωνυμία της εταιρείας είτε με ιδιωτική ετικέτα. Επίσης, παρουσιάζεται σημαντική ανάπτυξη στις αγορές του Καναδά και της Αγγλίας, όπου η εταιρεία έχει συνάψει συμφωνίες για την τοποθέτηση των προϊόντων της στα ράφια των μεγαλύτερων αλυσίδων σούπερ μάρκετ.
Για το τρέχον έτος, η εταιρεία έχει ως στόχο την περαιτέρω ανάπτυξη, αλλά αντιμετωπίζει προκλήσεις όπως οι διακυμάνσεις στην τιμή της πρώτης ύλης λόγω της κλιματικής κρίσης. Η εταιρεία χρησιμοποιεί σουσάμι ως πρώτη ύλη για τα προϊόντα της, το οποίο κυρίως προέρχεται από την Αιθιοπία. Παρότι έχει συμβόλαια με προμηθευτές, έχει αντιμετωπίσει αύξηση κόστους περίπου 30-35% τον τελευταίο χρόνο, λόγω της αυξημένης τιμής της πρώτης ύλης και των μεταφορικών.
Όπως δήλωσε ο κ. Χαΐτογλου, η εταιρεία αντιμετωπίζει αυτό το κόστος με τον μέγιστο δυνατό βαθμό και απορροφά επίσης τα επιπλέον κόστη από ενέργεια και υλικά συσκευασίας, λόγω της δύσκολης οικονομικής κατάστασης που αντιμετωπίζουν οι καταναλωτές. “Η ακρίβεια επηρεάζει όλους, τόσο τους καταναλωτές όσο και τις επιχειρήσεις”, τόνισε ο κ. Χαΐτογλου.